Τι θα βρούμε αύριο να μας διχάσει; Ποιον «φόβο θα αγαπήσουμε πάλι»; Γιατί μόνο στον διχασμό ψάχνουμε να βρούμε την ταυτότητά μας; Ερωτήματα που προκύπτουν από έναν δημόσιο διάλογο που φαίνεται να είναι ακόμα στείρος. Εναν διάλογο που δεν μας πάει παρακάτω, δεν μας εξελίσσει. Παγιδευμένοι σήμερα σε παλιότερα ιδεολογικά σχήματα, κρίνουμε και κρινόμαστε.
Η άμεση πρόσβαση στο βήμα του φέισμπουκ, σε κατάσταση εν βρασμώ, απομακρύνει όλο και περισσότερο την ήρεμη σκέψη από την πράξη, το να γράψεις στο Διαδίκτυο εκείνη τη στιγμή σού δίνει την ηδονή ότι βγήκες, τα είπες και καθάρισες. Αμ δε! Το σίγουρο είναι πως δεν καθάρισες. Αντιθέτως, άφησες κι εσύ ένα γκρίζο αποτύπωμα πάνω στον ήδη «βρόμικο» τοίχο των άλλων.
Θα σε υπερασπιστούν βέβαια κάποιοι, κι αυτοί για τους δικούς τους λόγους. Το σίγουρο είναι όμως πως πολλοί άλλοι θα σε κατηγορήσουν, θα σου απαντήσουν, θα σε παρερμηνεύσουν, θα σε εντάξουν, θα σε ακυρώσουν. Το ζήτημα είναι πως αυτό που σε απασχόλησε αρχικά θα γίνει κάτι άλλο. Κάτι που εντέλει δεν είναι δικό σου.
Το βασικό πρόβλημα είναι πως ο διάλογος έχει κανόνες. Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, όχι. Οι υπερασπιστές αυτού του «διαλόγου» αντιτείνουν πως εκεί φαίνεται ποιος είσαι πραγματικά, συνεπώς παίρνεις αυτό που αξίζεις. Διαφωνώ, δεν είμαστε αυτοί που φαινόμαστε. Πόσο μάλλον στο Διαδίκτυο, που δεν φαινόμαστε, αλλά καθρεφτιζόμαστε στα νερά του ναρκισσισμού και της υποτιθέμενης εξουσίας που μας δίνει το πληκτρολόγιο.
Να θυμίσουμε μόνο πως ο μύθος λέει ότι ο Νάρκισσος ήταν παιδί βιασμού, ένα ον δυστυχισμένο, ικανό να αγαπήσει μόνο τον εαυτό του. Θα μου πεις, παραφράζοντας τον Λαπαθιώτη, «Απόψε αγάπησα τα μάτια μου, κοιτώντας τα μες στην οθόνη». Ναι, δεν είναι λίγο.
Αυτή η συνεχής απαίτηση της σύγχρονης καθημερινότητας «να είσαι ο πιο όμορφος» «να είσαι ο πιο έξυπνος» «να είσαι ο πιο διαβασμένος» «να είσαι ο πιο cool» γιατί έχεις «ψηθεί» πως οι άλλοι τα έχουν όλα, ανοίγει ένα φαύλο κύκλο στον οποίο βυθιζόμαστε μέρα με τη μέρα. Συχνά-πυκνά σκέφτομαι «μακάριοι αυτοί που δεν έχουν φέισμπουκ». Μιλούν, συνδιαλέγονται με ανθρώπους που τους κοιτούν στα μάτια, βλέπουν το ύφος και το ήθος τους. Και, μες στην πολλή διαδικτυακή συνάφεια, δεν χάνουν το αληθινό τους πρόσωπο.
Πηγή : ΕΦ.ΣΥΝ. – Κυριακή Μπεϊόγλου