Όμορφες, καθημερινές στιγμές, οι στιγμές με τους άλλους. Δεν τις περιμένεις, απλώς έρχονται, προκύπτουν, στα καλά καθούμενα, εκεί που κάνεις το καθημερινό σου περπάτημα…
Πριν ξεκινήσω να περπατώ στους δρόμους του χωριού, έκανα διάδρομο στο σπίτι. Τώρα κάνω διάδρομο μόνο όταν βρέχει και δεν μπορώ να βγω έξω. Απ’ όταν το ξεκίνησα η επαφή με άλλους συγχωριανούς, φίλους, συγγενείς ήταν μια απλή καλημέρα ή καλησπέρα. Άνοιξη – Καλοκαίρι – Φθινόπωρο περπατάω αργά το απόγευμα ενώ το Χειμώνα λίγο πριν το μεσημέρι.
Έτσι καθημερινά συναντούσα σχεδόν τους ίδιους ανθρώπους και οι απλές καλημέρες έγιναν μικροί και αργότερα μεγαλύτεροι διάλογοι για τα παλιά, για τα καινούργια, για τα φρέσκα, και λέγε – λέγε μ’ άρεσε ν’ ακούω… κι όλες αυτές οι μικρές και μεγάλες κουβέντες μ’ έφερναν πιο κοντά με τους άλλους, έστω και στιγμιαία !

Έτσι ξεκίνησαν οι πρώτες κουβέντες με μια κυρία (γιαγιά τη φωνάζω) που δεν ξέρω ούτε πως τη λένε ούτε που μένει, αλλά μετά τις πρώτες καλημέρες, μου διηγήθηκε τα προβλήματα με την υγεία της, τη μέση της, τις επεμβάσεις στα γόνατα που έκανε και τις μικρές διαδρομές που κάνει για να ξεμουδιάζει από την καρέκλα και τον καναπέ. Την ίδια αυτή ιστορία της με τον ίδιο η και λίγο διαφορετικό τρόπο θα μου την πει κάθε φορά που θα την συναντήσω και δεν με πειράζει καθόλου να την ξανακούσω γιατί νοιώθω ότι να το έχει ανάγκη και να το φχαριστιέται…
Το ίδιο συμβαίνει και λίγο πιο κάτω με άλλες δυο κυρίες και έναν κύριο, που πάντα με ένα χαμόγελο θα χαιρετηθούμε θα πούμε για τον καιρό αλλά και για τις δυσκολίες και τις ατυχίες της ζωής… Παρακάτω μια μακρυνή ξαδέλφη πάντα θα με προσκαλεί για καφέ, μόνο που η ώρα δεν το επιτρέπει. Με το χαμόγελο οι καλημέρες και από τα παιδιά στο συνεργείο, αλλά και από τους καλούς φίλους Βούλα και Κώστα που όταν φτάνω θα κάνω μια στάση στην αυλή τους.

Να περπατάνε σαν εμένα συναντώ πολύ λίγους, που το καλοκαίρι γίνονται περισσότεροι κυρίως με παρέες νεαρών κυριών. Μοναδικός θα έλεγα σταθερός περιπατητής ένας νεαρός ο οποίος κάνει την ίδια με μένα διαδρομή αλλά με αντίθετη φορά, εγώ πάω από την κεντρική πλατεία, το δρόμο στο μεγάλο ρέμα, την Παναγία, την άνοδο μέχρι την Αγία Παρασκευή και επιστροφή στο σπίτι. Εκείνος κάνει ακριβώς το αντίθετο αλλά στις συναντήσεις μας θα ανταλλάξουμε πάντα δυό κουβέντες.
Κι όσο επικοινωνείς με τους ανθρώπους γύρω σου τόσο αυτοί «ανοίγονται – ξεκλειδώνουν» και θέλουν να σου πουν για τα δικά τους, να τους λύσεις απορίες τους. Κι αυτό είναι που μου δίνει χαρά και το περπάτημα γίνεται μ’ άλλο κέφι…

Να τοι οι «άλλοι», σκέφτομαι ! Δίπλα μας, με τη στενοχώρια τους ή τη χαρά τους, τα βάσανά τους ή την ηρεμία τους… Αλλά και στις στιγμές που κάπου θέλουν να τα πουν, σε κάποιον να μιλήσουν, αλλιώς δεν υπάρχουν. Οι άλλοι – σκέφτομαι – είναι αυτοί που μας κάνουν να υπάρχουμε…

*Αφιερωμένο στους ανθρώπους που κάθε μέρα συναντώ.

001
002