Έπεσε το βράδυ και το φεγγάρι καρφιτσώθηκε στο πέτο του ουρανού σαν χρυσό ανθί στο μαύρο σακάκι γαμπρού που παντρευότανε τη νύχτα.
Μέσα στη σιγαλιά, της ψιθύρισε λόγια ερωτικά στη γλώσσα χιλιάδων πράσινων φύλλων που ανάσαιναν αργά πνοές αέρα φερμένες από τις πλαγιές του λόφου με τα πεύκα. Λόγια από το ρέμα που νυσταγμένο και στραγγισμένο από το ήλιο του καλοκαιριού μελαγχολούσε, νανουρίζοντας με το λιγοστό νερό του τις γκρίζες πέτρες στις όχθες του και κάτι βατράχια που κόαζαν απελπισμένα.
Στις ειδήσεις έλεγαν ότι τούτο το φεγγάρι είναι το μεγαλύτερο του χρόνου. Πόσο σημασία έχει όμως το μέγεθος για τα μάτια που αγαπούν το φεγγάρι;
Μισό ή ολόκληρο, κόκκινο ή ασημένιο, σε ανέφελο ουρανό ή τυλιγμένο σε συννεφένιο ιστό ξέρει να σε μαγεύει… Ξέρει να φωτίζει τα εντός σου σκοτάδια, να μαλακώνει τη σκληράδα σου. Ξέρει να σου στρώνει το κρεβάτι για να ονειρευτείς όσα πεθύμησες κι άλλα τόσα που δεν ήξερες καν ότι θέλεις.
Θα σου ανάψει τα αλάρμ των επιθυμιών ,θα σπρώξει το χέρι σου να βρει ένα άλλο χέρι…Έκπληκτος θα ακούσεις τα χείλη σου να τραγουδούν μια ξεχασμένη μελωδία που ανασύρθηκε από τη μνήμη σου από όταν ήσουν παιδί , θα σου κλέψει το λογισμό για ώρα ξεχνώντας στο πλάι την παγωμένη μπύρα σου να ζεσταίνεται.
Ξέρει να σε κάνει να ξενυχτάς με τη μουσική που αγαπάς κάτω από τον ουρανό, σαν να του κάνεις καντάδα, σαν να είναι τούτο το τελευταίο βράδυ, το ομορφότερο της ζωής σου…
Άστρα και νεφελώματα δε φαίνονται απόψε, μόνο κάτι δορυφόροι διαγράφουν την τροχιά τους και κάπου κάπου ένα αεροπλάνο αναβοσβήνει σαν εναέριος φάρος τα φώτα της κοιλιάς του πλέοντας στη μαύρη θάλασσα του ουρανού.
Στο σοκάκι ένας μεθυσμένος γράφει οχτάρια στο τετράδιο του δρόμου. Το φεγγάρι σαν φακός ρίχνει ένα στρογγυλό φως μπροστά στα αβέβαια βήματά του. Η σκιά του φαίνεται σαν να μην θέλει να τον ακολουθήσει, μένει πίσω, μεγεθύνεται… δεν θέλει να του μοιάζει…
Νεανικές παρέες , φασαρία, μηχανάκια και πεταμένα ποδήλατα στου δρόμου την άκρη. Στις μικρές απομακρυσμένες πλατείες , χορεύουν τα παιδιά του χωριού γύρω από το ολόγιομο φεγγάρι το χορό της ζωής σε ένα ρυθμό που οι μεγάλοι δεν μπορούν να ακούσουνε…
Παίζουν σαν μπάλα το φεγγάρι στα χέρια τους…Το πετάνε ο ένας στον άλλο και λίγο πριν το διαλύσουνε και με φωνές και χάχανα πάνε για ύπνο, με μια τελευταία μακρινή πάσα το ξανακαρφώνουν στον ουρανό….