«Με τη δημοκρατία μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις, εκτός από το να επαναπαύεσαι… Η δημοκρατία είναι ένα διαρκές κίνητρο για να παρεμβαίνεις στην κοινωνία». Αυτή είναι μια από τις βασικές προϋποθέσεις για τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, σύμφωνα με τον Ισπανό φιλόσοφο Φερνάντο Σαβατέρ, ο οποίος μας θυμίζει ότι η συμμετοχή στα κοινά μοιάζει με τη συνέλευση μιας πολυκατοικίας. «Εγώ δεν παρευρίσκομαι ποτέ, γιατί δεν έχω καμία όρεξη να μιλάω για το ασανσέρ ή τα φραγμένα φρεάτια», λέμε πολλοί. Εάν όμως στη συνέχεια κάτι δεν μας αρέσει, τότε είμαστε αναγκασμένοι να το υποστούμε στωικά.

Σήμερα, στη δημοκρατία του αρπακτικού καπιταλισμού, υπάρχουν δύο βασικές παρεκκλίσεις: η ατομικιστική ανομία –την οποία βιώνουμε πολύ έντονα στην Ελλάδα τού «ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;»– και η παθητική πειθαρχία στο κράτος. Και τα δύο αυτά συμπτώματα της κρίσης νομιμοποίησης της πολιτικής εμποδίζουν την ενεργητική συμμετοχή στα κοινά και μετατρέπουν τους πολίτες σ’ ένα συνονθύλευμα ατόμων ταυτοχρόνως εγωιστικών και αγελαίων.
Ο λόγος περί δημοκρατίας επανέρχεται, με αφορμή την κραυγαλέα υποχώρηση ενός σημαντικού τμήματος της κοινωνίας από την πολιτική τα τελευταία χρόνια, μετά τους μαζικούς αγώνες κατά των μνημονίων, κυρίως την τριετία 2010-2012.
Σε αντίθεση με τις απαρχές της νεωτερικότητας, σήμερα δεν είναι οι μάζες που συνιστούν πρόκληση για τη δημοκρατία, αλλά η απάθειά τους, η διάσπαση και ο κατακερματισμός τους. Σήμερα, λαϊκιστές πολιτικοί –κατά κύριο λόγο συντηρητικοί, ακροδεξιοί ή φασίστες– εκμεταλλεύονται την άγνοια των ψηφοφόρων και τους παρουσιάζουν ως αιτία των δεινών φανταστικούς εχθρούς, στους οποίους χρεώνουν την ευθύνη της κοινωνικής αποδιοργάνωσης.

Ποιοι είναι αυτοί; οι μετανάστες, οι «ελίτ», οι ξένοι, οι ομοφυλόφιλοι, οι διανοούμενοι, οι κομμουνιστές και κάθε είδους «πολύχρωμοι» διαφορετικοί.
Οι λαϊκιστές δίνουν απλοϊκές απαντήσεις σε σύνθετα προβλήματα και αυτό είναι η δύναμή τους. Προσφέρουν εύκολες λύσεις σε όλους εκείνους που δεν θέλουν να μπουν στον κόπο να σκεφτούν και να προβληματιστούν από μόνοι τους. Και σήμερα αυτοί δεν είναι λίγοι. «Ο λαϊκισμός είναι ο αναχωρητισμός των μαζών, καμουφλαρισμένος με ενεργητικότητα», λέει ο Ιταλός καθηγητής Πολιτικής Θεωρίας, Κάρλο Γκάλι, στο βιβλίο του «Η αμηχανία της Δημοκρατίας» (εκδόσεις Πόλις). Είναι ένα είδος αναβράζουσας παθητικότητας: ένας κόσμος που φωνάζει, θορυβεί, γκρινιάζει, οργίζεται, αλλά δεν σηκώνεται από τον καναπέ ή την καρέκλα του καφενείου, απ’ όπου αρκείται στο να σχολιάζει τις εξελίξεις.

Το αίσθημα του απατημένου εραστή που βιώνει ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων για τη δημοκρατία τούς οδηγεί στο διαζύγιο μαζί της. Η καρικατούρα δημοκρατίας που βλέπουμε σήμερα μπροστά μας, με τη γενικευμένη αναξιοκρατία, την καταστολή, τη διαφθορά, τον πελατειασμό και τον γενικευμένο ατομικισμό, πρέπει να μεταπλαστεί από μια νέα γενιά σε κάτι πιο υγιές, περισσότερο συμμετοχικό, αλληλέγγυο και ανθρωπιστικό. Αυτή η γενιά, η οποία βγαίνει τώρα μπροστά με αφορμή τον κρατικό αυταρχισμό, θα πρέπει να αντλήσει διδάγματα από τα λάθη, τα ελλείμματα και τις αναπηρίες των προηγούμενων γενεών και να ψηλαφίσει μέσα στο σκοτάδι νέα μονοπάτια για την πολιτική συμμετοχή.
Οι νέοι αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τη βαριά κληρονομιά που τους αφήνουμε σ’ ένα μισοκατεστραμμένο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον και πρέπει τώρα να καθαρίσουν τη δική μας κόπρο του Αυγεία.

Πηγή : ΕΦ.ΣΥΝ. Τάσος Τσακίρογλου