Ευρώπη : «Μια φορά και έναν καιρό…»
Του Ζήση Δ. Παπαδημητρίου[1]
Μεταπολεμικά, το σύνθημα που επικράτησε στην Ευρώπη ήταν : «ποτέ πια φασισμός», σύνθημα που οι εκάστοτε πολιτικοί ηγέτες επαναλάμβαναν, κάθε φορά που στις επίσημες ομιλίες τους ήθελαν να εξορκίσουν το αιματηρό παρελθόν και να εκφράσουν τη αισιοδοξία τους για το μέλλον της γηραιάς Ηπείρου. Πράγματι, η Ευρώπη ανέδειξε σημαντικούς αστούς πολιτικούς, οι οποίοι, αν μη τι άλλο, μαζί με τον αντικομμουνισμό τους, φρόντισαν για το μέλλον των λαών τους. Στη Γερμανία, ο  καγκελάριος Κόνραντ Άντενάουερ του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος απέρριψε την πρόταση του Στάλιν που προέβλεπε την ύπαρξη μιας ενιαίας ουδέτερης Γερμανίας  και τάχθηκε υπέρ της διαίρεσής της σε Ανατολική και Δυτική Γερμανία, εξασφαλίζοντας έτσι, σε σύμπνοια με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία, τις προϋποθέσεις για την οικονομική και πολιτική ανασυγκρότηση της γερμανικής αστικής τάξης.
Στη Γαλλία, ο στρατηγός και πρόεδρος της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας Τσάρλς Ντε Γκωλ, συνέβαλε, ως ηγετικό στέλεχος της μη κομμουνιστικής γαλλικής Αντίστασης την περίοδο της γερμανικής κατοχής, τα μέγιστα στην αποκατάσταση του πολιτικού κύρους της χώρας του, καθώς η κυβέρνηση συνεργασίας με τις δυνάμεις κατοχής του Βισσύ, είχε πλήξει βαθιά τον εθνοκεντρισμό του γαλλικού λαού. Ο ίδιος, αν και πιστός σύμμαχος των ΗΠΑ, δεν δίστασε, να εγκαταλείψει κάποτε το ΝΑΤΟ, προκειμένου να αναδείξει την ιδιαιτερότητα και να εξασφαλίσει, μεταξύ άλλων, τον ηγετικό ρόλο της Γαλλίας, τόσο εντός όσο και εκτός Ευρώπης.

 Κόνραντ Άντεναουερ και Τσαρλς Ντε Γκωλ υπήρξαν οι εμπνευστές της γαλλογερμανικής μεταπολεμικής φιλίας, γεφυρώνοντας έτσι το χάσμα που επί εκατόν πενήντα χρόνια χώριζε το γαλλικό και το γερμανικό λαό και κόστισε κυριολεκτικά εκατόμβες αίματος, πολιτική που συνέχισαν  οι Βίλλυ Μπράντ,  Φρανσουά Μιτεράν και Χέλμουτ Κολ με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και αργότερα με την επανένωση της Γερμανίας.   
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ηγετικές αυτές φυσιογνωμίες υπηρέτησαν πιστά τα συμφέροντα του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου των χωρών τους, αποκατάστησαν ωστόσο το πολιτικό κύρος της Ευρώπης, μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, καλλιεργώντας από νωρίς στη συνείδηση των ευρωπαίων πολιτών την ιδέα της Ένωσης όλων των χωρών της Ηπείρου σε μια ενιαία οικονομική και πολιτική οντότητα. Οι δήθεν Ευρωπαϊστές της σήμερον πόρω απέχουν από την ιδέα της Ευρώπης των λαών και των  πολιτών που οραματίστηκαν οι εμπνευστές της Ενωμένης Ευρώπης Σουμάν και Μονέ.
΄Ο,τι με κόπους επιτεύχθηκε μέχρι τώρα στο πνεύμα της Ενωμένης Ευρώπης, κινδυνεύει να καταρρεύσει, καθώς οι σημερινές πολιτικές ηγεσίες, χωρίς εξαίρεση, αντί να καθορίζουν την πορεία εξέλιξης της οικονομίας της αγοράς με στόχο την ολοκλήρωση του κράτους πρόνοιας που κάποτε υποσχέθηκαν, έχουν μετατραπεί, από τις αρχές της δεκαετίας του΄70 και εντεύθεν, με το αζημίωτο εννοείται, σε εκτελεστικά όργανα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, σε βάρος της, έστω και της περιορισμένης, ευημερίας των λαών τους.
Κυρίαρχο στοιχείο της πολιτικής στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο φανφαρονισμός, η διαφθορά και η ανικανότητα. «Ηγέτες» τύπου Τόνυ Μπλερ, Σαρκοζί, Μπερλουσκόνι κλπ., συναλλασσόμενοι με τα εκάστοτε οικονομικά και εξουσιαστικά κατεστημένα, βουτηγμένοι και οι ίδιοι μέχρι το λαιμό στη διαφθορά, υπονόμευσαν στη συνείδηση των Ευρωπαίων πολιτών την έννοια της πολιτικής, μετατρέποντάς τους σε αγέλη άβουλων τηλεκατευθυνόμενων ψηφοφόρων.
Με την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης και τις συνέπειές της, η πολιτική κατάσταση, τόσο στις επιμέρους χώρες-μέλη όσο και στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης όχι μόνον έχει επιδεινωθεί αλλά αγγίζει πλέον τα όρια της διαστροφής, καθώς η ευρωπαϊκή ιδέα χάνεται ολοένα και περισσότερο στην αχλή ενός νεότευκτου εθνικισμού με φασιστικές προεκτάσεις. ‘Ατομα τύπου Μπαρόζο, Όλυ Ρεν, Ντάϊζελμπλουμ, διορισμένα και όχι εκλεγμένα από τους Ευρωπαίους πολίτες, καθορίζουν, στο όνομα συγκεκριμένων οικονομικών και εξουσιαστικών συμφερόντων την πορεία της Ε.Ε., ενώ η επαγγελματική και γενικά η πνευματική τους εμβέλεια δεν ξεπερνά τον ορίζοντα τηλεκατευθυνόμενων εκτελεστικών οργάνων. Προκαλεί απόγνωση το γεγονός ότι ο λαός μας, χάρη στο ραγιαδισμό των κυβερνήσεών μας, περιμένει με αγωνία τις δηλώσεις αυτών των υποκειμένων, κάθε φορά που τίθεται το θέμα του ελληνικού χρέους και γενικά η αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης.
            Και το χειρότερο : ενόψει της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής κρίσης που ταλανίζει τους λαούς της Ευρώπης στο σύνολό τους (ακόμη και η Γερμανία δεν αποτελεί πλέον εξαίρεση, όπως ορισμένοι θέλουν να πιστεύουν) και λόγω της ανικανότητας των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, εντείνεται ο κίνδυνος εκφασισμού της Ευρώπης, αφού στην πάλαι ποτέ γενέτειρα της αστικής Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, το ακροδεξιό κόμμα της κ. Λεπέν σάρωσε τελευταία στις επαναληπτικές  περιφερειακές εκλογές, στη Ολλανδία επανήλθε το νεοφασιστικό ρατσιστικό μόρφωμα στο προσκήνιο  της πολιτικής ζωής της χώρας, στη Γερμανία πληθαίνουν, μαζί με τους θιασώτες της γερμανικής ηγεμονίας στους κόλπους της Ε.Ε., οι οπαδοί άκρως συντηρητικών και νεοναζιστικών κομμάτων και ομάδων, ενώ στην Ιταλία η ρατσιστική  Λέγκα του Βορρά καλά κρατεί. Ως έκπληξη βιώνεται στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις η άνοδος της «Χρυσής Αυγής» στη χώρα μας, καθώς ο λαός μας υπέφερε τα πάνδεινα από τις δυνάμεις κατοχής, ενώ ο ελληνικός  πληθυσμός μειώθηκε στην περίοδο 1940-1945 κατά 15% !
            Το μέλλον της Ευρώπης θα εξαρτηθεί από το αν και σε ποιο βαθμό οι λαοί της, αντί να βαυκαλίζονται ακολουθώντας τις παραπλανητικές και άκρως επικίνδυνες εκκλήσεις των «αιώνια αδιόρθωτων» θεωρητικών του φασισμού, αγωνιστούν από κοινού για μια Ευρώπη της ισότητας και της αλληλεγγύης,  αφήνοντας πίσω τους τα φαντάσματα του παρελθόντος. Οι προοδευτικές δυνάμεις της Ευρώπης οφείλουν να συσπειρωθούν, πέρα  από κομματικούς δογματισμούς, ηγεμονισμούς και μισαλλοδοξίες, στον κοινό αγώνα για μια Ευρώπη της Ελευθερίας, της ουσιαστικής Ισότητας και όχι μόνον ενώπιον του νόμου και της κοινωνικής δικαιοσύνης.


[1] Ο Ζήσης Δ. Παπαδημητρίου είναι ομότιμος καθηγητής του Τμήματος
Νομικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης