Καμπανάκι για το κλίμα : οι ακολουθούμενες πολιτικές οδηγούν μαθηματικά σε καταστροφή.

Τρεις πρώην αξιωματούχοι του ΟΗΕ, αρμόδιοι για την περιβαλλοντική πολιτική προειδοποιούν ότι το χάσμα ανάμεσα στις υποσχέσεις των κυβερνήσεων και τις πολιτικές που τελικά ακολουθούν για το κλίμα είναι τεράστιο και μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για το μέλλον του πλανήτη.

Για πρώτη φορά σε κοινό άρθρο τους στον βρετανικό Guardian, οι τρεις πρώην διευθυντές της Σύμβασης-Πλαίσιο του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή, Μάικλ Ζάμιτ Κουτάχαρ, Ίβο ντε Μπουρ και Κριστιάνια Φιγέρες, μιλούν για τις καταστροφικές συνέπειες εξαιτίας αυτής της αποτυχίας να αντιστοιχηθούν οι εθνικές δεσμεύσεις με συγκεκριμένες ενέργειες και πολιτικές.

Όπως επισημαίνουν, κατ’ αρχάς στη σύνοδο κορυφής Cop26 τον περασμένο Νοέμβριο, οι χώρες συμφώνησαν να προωθήσουν σχέδια για τον περιορισμό της παγκόσμιας θέρμανσης στους 1,5 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα – το όριο ασφάλειας, σύμφωνα με τους επιστήμονες. Μέχρι στιγμής έχουν υποβάλει δεσμεύσεις που θα περιορίσουν τις θερμοκρασίες κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου.
Επίσης, οι πολιτικές και τα μέτρα που εγκρίθηκαν και εφαρμόστηκαν από τις κυβερνήσεις μπορούν να οδηγήσουν σε πολύ μεγαλύτερη αύξηση της θερμοκρασίας, τουλάχιστον 2,7 βαθμών Κελσίου, δηλαδή πολύ πέρα από το όριο της σχετικής ασφάλειας, και ενδεχομένως έως και 3,6 βαθμούς. Αυτό θα έχει, τονίζουν, «καταστροφικές» επιπτώσεις, με τη μορφή ακραίων καιρικών συνθηκών, ανόδου της στάθμης της θάλασσας και μη αναστρέψιμες αλλαγές στο παγκόσμιο κλίμα.
Όπως επισημαίνουν, σύμφωνα με τα ευρήματα της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, που δημοσιεύτηκε νωρίτερα μέσα στο 2022, που περιγράφηκε ως «άτλαντας ταλαιπωρίας», η εκτεταμένη καταστροφή ενδέχεται να επέλθει εάν αποτύχουμε να αντιμετωπίσουμε επειγόντως τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.

«Οι μυριάδες αναφορές ακραίων καιρικών συνθηκών που έχουμε δει το 2022 υποδηλώνουν ότι δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο», γράφουν. «Όσο περαιτέρω προχωρά η κλιματική αλλαγή, τόσο περισσότερο πορευόμαστε προς ένα μέλλον με περισσότερες κατεστραμμένες σοδειές και περισσότερη επισιτιστική ανασφάλεια, μαζί με μια σειρά από άλλα προβλήματα, όπως η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, οι απειλές για την ασφάλεια των υδάτων, η ξηρασία και η ερημοποίηση. Οι κυβερνήσεις πρέπει να δράσουν κατά της κλιματικής αλλαγής, αντιμετωπίζοντας παράλληλα άλλες πιεστικές κρίσεις».
Οι ενέργειες των ανεπτυγμένων χωρών ήταν μέχρι στιγμής «απογοητευτικές», τονίζουν, λόγω της αποτυχίας τους να μειώσουν τις εκπομπές αρκετά γρήγορα και γιατί δεν διαθέτουν χρηματοδότηση σε φτωχότερες χώρες για να τις βοηθήσουν να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής κατάρρευσης, προσθέτουν.
Ο Ιούνιος σηματοδοτεί την 50ή επέτειο της διάσκεψης της Στοκχόλμης, όταν εκπρόσωποι χωρών από όλο τον κόσμο αποφάσισαν για πρώτη φορά ότι η παγκόσμια κατάσταση του περιβάλλοντος ήταν αιτία ανησυχίας και ότι απαιτείται συντονισμένη διεθνής δράση για την επίλυση προβλημάτων όπως η ρύπανση, η απώλεια ειδών, η υποβάθμιση των γαιών και η εξάντληση πόρων.
Η επέτειος, τονίζουν, θα πρέπει να ωθήσει τις κυβερνήσεις να ανανεώσουν την αποφασιστικότητά τους, πριν να είναι πολύ αργά, γράφουν οι πρώην αξιωματούχοι του ΟΗΕ. «Η ταχέως μεταβαλλόμενη οικονομία σημαίνει ότι ένα μέλλον με ασφάλεια για το κλίμα είναι επίσης ένα μέλλον με περισσότερη ευημερία. Η βούληση των πολιτών -ειδικά μεταξύ των νέων- να δουν την κλιματική αλλαγή να περιορίζεται είναι σαφής. Καθώς θυμόμαστε τη Διάσκεψη της Στοκχόλμης, χρειαζόμαστε τους ηγέτες των χωρών να θυμηθούν ποιες είναι οι δυνατότητες της δράσης μέσω της συνεργασίας ακόμη και σε περιόδους αναταραχής. Πρέπει να δούμε τους ηγέτες να εκπληρώνουν τις υποσχέσεις τους για την κλιματική αλλαγή, προς το συμφέρον των ανθρώπων, της ευημερίας και του πλανήτη», προσθέτουν.

Καθώς οι κυβερνήσεις παλεύουν με τις υψηλές τιμές της ενέργειας και τις αυξανόμενες τιμές των τροφίμων, οι τρεις πρώην αξιωματούχοι του ΟΗΕ υποστηρίζουν μια ταχεία κίνηση προς την καθαρή ενέργεια, η οποία είναι πλέον οικονομικά ανταγωνιστική με τα ορυκτά καύσιμα. «Πολλοί εταιρικοί παράγοντες κατανοούν την ανάγκη για έγκαιρη δράση σε αυτό το μέτωπο. Αλλά οι κυβερνήσεις πρέπει ακόμα να δώσουν κίνητρα για τη μετάβαση», αναφέρουν.

Πηγή : ΕΦ.ΣΥΝ.