Απομένουν δύο μήνες για τις εκλογές στις ΗΠΑ και ο Ντόναλντ Τραμπ έχει καταφέρει να μεταμορφώσει σχεδόν τη χώρα του, αλλά και να αλλάξει τη θέση της στον κόσμο προς το χειρότερο. Στις αρχές του χρόνου φαινόταν ότι η εκλογή του για μια δεύτερη θητεία στον Λευκό Οίκο θα ήταν περίπου ένας ευχάριστος για τον ίδιο περίπατος, μέχρι που ενέσκηψε η πανδημία του κορονοϊού, η οποία άλλαξε άρδην το τοπίο.

Σήμερα η Αμερική μετρά 6,1 εκατομμύρια κρούσματα και 186.000 νεκρούς, αριθμοί που τη φέρνουν με διαφορά στην πρώτη θέση της μαύρης λίστας παγκοσμίως.

Οικονομικά ο Τραμπ εκτόξευσε το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 25% και η ανεργία τον Ιούλιο ήταν στο 10,2%, ενώ τον Οκτώβριο του 2019 με ποσοστό 3,5% βρισκόταν στο χαμηλότερο ποσοστό από το 1969. Παράλληλα, στο εμπορικό πεδίο, υπονόμευσε τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και έφερε τη σύγκρουση με την Κίνα και άλλους εταίρους στα άκρα, προωθώντας έναν ανιστόρητο προστατευτισμό με δασμούς και κυρώσεις. Παράλληλα, ο κατώτατος ομοσπονδιακός μισθός είναι καθηλωμένος στα 7,25 δολάρια την ώρα από το 2009. Φυσικά μείωσε δραματικά τη φορολογία για τις επιχειρήσεις και τους πλούσιους, όπως ο ίδιος.

Οπως γράφει ο ανταποκριτής της Monde στην Ουάσινγκτον, Αρνό Λεπαρμαντιέ, ως πρόεδρος «φορτώνεται με τη μεγαλύτερη ύφεση στην ιστορία των ΗΠΑ, το μεγαλύτερο δημοσιονομικό έλλειμμα σε καιρό ειρήνης και τη μεγαλύτερη ανεργία μετά τη δεκαετία του 1930». Και φυσικά δεν χρειάζεται να πούμε για την τραγική διαχείριση της πανδημίας, με τα ψέματα, τις θεωρίες συνωμοσίας και την τοποθέτηση σε πρώτη προτεραιότητα της οικονομίας και των επιχειρήσεων έναντι της υγείας των πολιτών.

Στο κοινωνικό πεδίο τώρα, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Η πολιτική του θα μπορούσε να αποδοθεί με αυτό που ο κοινωνιολόγος Ράιτ Μιλς αποκάλεσε κάποτε «μια πολιτική οργανωμένης ανευθυνότητας».

Εχει εξαπολύσει έναν ανελέητο πόλεμο ενάντια στους δημοκρατικούς θεσμούς, όπως τα δικαστήρια, τα ΜΜΕ και γενικότερα η κυριαρχία του νόμου. Παράλληλα ένας βασικός του στόχος είναι να καταστρέψει την εκπαίδευση ως μια δημοκρατική δημόσια σφαίρα, αποστολή της οποίας είναι να δημιουργεί καλλιεργημένους πολίτες, αναγκαίο συστατικό για μια λειτουργούσα και ζωντανή δημοκρατία. Γι’ αυτό διόρισε υπουργό Παιδείας τη δισεκατομμυριούχο και υπέρμαχο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, Μπέτσι ντε Βος. Θύματα της προπαγάνδας του πέφτουν καθημερινά οι δάσκαλοι των δημόσιων σχολείων, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι φτωχοί νεολαίοι.

Από την πρώτη μέρα της θητείας του στοχοποίησε τους μετανάστες, τους οποίους δαιμονοποιεί καθημερινά, φορτώνοντάς τους με ψέματα, συκοφαντίες και κατασκευασμένες ειδήσεις που καλλιεργούν τον ρατσισμό και προάγουν το υπαρκτό και ισχυρό ρεύμα της «λευκής ανωτερότητας». Το αφήγημά του στηρίχτηκε στα σύνορα και τα τείχη, ενώ καθημερινές είναι οι επιθέσεις του σε κάθε λογής μειονότητα: εθνικές και θρησκευτικές, ΛΟΑΤΚΙ, περιβαλλοντικούς ακτιβιστές κ.λπ. Δεν δίστασε να υπερασπιστεί δημοσίως ακόμα και τον 17χρονο ακροδεξιό και ρατσιστή δολοφόνο στην Κενόσα του Ουισκόνσιν. Και φυσικά διακρίθηκε ιδιαίτερα για τον προσωπικό του μισογυνισμό, με διαρκή σεξιστικά και προσβλητικά σχόλια.

Ο Τραμπ ως αρχιερέας ενός ολοκληρωτικού νεοφιλελευθερισμού ενσαρκώνει την ιδεολογία του ατομικισμού και των εταιρικών συμφερόντων, ενώ αντιμετωπίζει τη δημοκρατία σαν εχθρό των επενδυτών και των «ελευθεριών της αγοράς».

Οι ενδείξεις για τις εκλογές δεν είναι υπέρ του. Ομως είναι λάθος να θεωρούμε τον Τραμπ ξοφλημένο. Ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς μέχρι τον Νοέμβριο.

Πηγή : ΕΦ.ΣΥΝ  –  Τάσος Τσακίρογλου