Η Αριστερά σήμερα και ο ΣΥΡΙΖΑ
του Δημήτρη Ζ. Γουγουλιά, σήμερα στην εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ” της Λάρισας.

Όταν την πολιτική σκακιέρα κουνούσαν οι Μητσοτάκης, Παπανδρέου και Φλωράκης κάποιες δεκαετίες πριν, δημοσιογράφοι και γελοιογράφοι τους δώσαν τον χαρακτηρισμό «δεινόσαυροι της πολιτικής». Τότε ήταν που εμείς οι νεότεροι ξορκίζαμε την ενεργή ασχολία μας με την πολιτική, λέγοντας στον εαυτό μας και τους συνομιλητές μας ότι αν φτάσουμε σε τέτοιες ηλικίες θα κάτσουμε στα μετόπισθεν ή στο σπίτι μας. Κάποιοι λίγοι το κάναν πράξη κάποιοι άλλοι συνεχίζουν να παίζουν τους δεινόσαυρους… Προσωπικά αποφεύγω να βρίσκομαι στην πρώτη γραμμή της πολιτικής και του μαζικού κινήματος και λειτουργώ υποβοηθητικά δίνοντας όταν και όπου μου ζητηθεί τις εμπειρίες μου. Όντας όμως άνθρωπος, άρα πολιτικό ον, δεν παύω να παρακολουθώ την πολιτική σκηνή και ιδιαίτερα τον κατακερματισμένο χώρο της Αριστεράς, που τόσα πολλά τον ενώνουν αλλά και τόσα λίγα αλλά ισχυρά και αξεπέραστα τον διχάζουν. Θέλω, λοιπόν, μ’ αφορμή και το επερχόμενο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ να εκφράσω κάποιες απορίες και κάποιες απόψεις μου…

Σήμερα ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού διαθέτει ατομικό εισόδημα χαμηλότερο του ορίου φτώχειας, αλλά το ποσοστό κρατικής βοήθειας στο συνολικό εισόδημα είναι εξαιρετικά μικρό έως και μηδενικό. Οι πολλαπλές αποτυχίες της κυβέρνησης, δίνουν στη χώρα ανεπιθύμητες πρωτιές, αποτέλεσμα των ιδεολογικών της απόψεων αλλά και της διαχειριστικής της ανικανότητας. Η καταγγελία από την αντιπολίτευση για τις κυβερνητικές πολιτικές στην Υγεία, την οικονομία, την Παιδεία, τον πόλεμο στην Ουκρανία, κλπ δίνουν το στίγμα της κυβέρνησης, αλλά, τώρα πλέον αυτό δεν αρκεί, πιστεύω. Η απάντηση της Αριστεράς στα παραπάνω πρέπει να είναι η συνεχής παρουσίαση και αντιπαράθεση δύο αντίθετων σχεδίων για το μέλλον της χώρας, να είναι μια μαχητική πάλη ιδεών που τελευταία υποτιμήθηκε. Αν μια απάντηση της Αριστεράς δεν έχει ένα καθαρό στίγμα, έναν ορίζοντα προς τον οποίο κατευθύνεται, οι καθημερινές της πρωτοβουλίες θα παραμένουν αποσπασματικές και εύκολα αναστρέψιμες, ο δε κίνδυνος θα είναι ακόμη μεγαλύτερος αν αφοσιωθεί η Αριστερά αποκλειστικά σε λεπτομερή προγράμματα, χωρίς τον συνεκτικό ιστό ενός μακρόπνοου και συνολικού οράματος, ενός ορίζοντα προς τον οποίο μια αριστερή κυβέρνηση πρέπει να προχωράει. Μόνο ένα τέτοιο σχέδιο μπορεί να αλλάξει την ατζέντα και να δώσει στην Αριστερά την πρωτοβουλία των κινήσεων.

H Αριστερά πρέπει να προτάσσει ένα ριζικά διαφορετικό σχέδιο, τη συνεχή κίνηση προς έναν ορίζοντα ισότητας, ελευθερίας και δημοκρατίας, ένα συνεχές και θεμελιακό στοίχημα με την Ιστορία. Αν δεν συγκρούεται για τις ιδέες, τις αξίες, τα εναλλακτικά στρατηγικά σχέδια, αλλά μόνο για τη διαχειριστική αποτελεσματικότητα, θα παίζει στο γήπεδο του αντιπάλου. Η αξιακή θεμελίωση, η θεωρητική τεκμηρίωση και η οραματική επαγγελία της Αριστεράς είναι πασίγνωστες στους μεγαλύτερους, που ξέρουν την ιστορική της προσφορά και τις θυσίες της στην ιδέα της προόδου και της ριζικής αλλαγής. Η αριστερή πρόταση εκφραζόταν πάντα μέσα από το όραμα ενός άλλου, καλύτερου και πιο δίκαιου κόσμου που δεν υπάρχει ακόμα αλλά αποτελεί αριστερή δέσμευση. Γι’ αυτό πρέπει να ξανασυζητήσουμε, να επανανοηματοδοτήσουμε, να ξανασχεδιάσουμε τα βήματα που οδηγούν από την κοινωνία της ανελευθερίας και ανισότητας στην κοινωνία της ελευθερίας, να δημιουργήσουμε την Αριστερά του 21ου αιώνα. Αυτός είναι ο ρόλος και η ιστορική ευθύνη της Αριστεράς. Να επικαιροποιήσουμε την ιδέα του σοσιαλισμού, να σχεδιάσουμε το κοινωνικό και πολιτικό υποκείμενο που θα αναλάβει να μας πάει από εδώ που είμαστε εκεί που θέλουμε να πάμε. Δεν υπάρχει τυφλοσούρτης ούτε εγχειρίδιο να το πάρουμε από τη βιβλιοθήκη και να το εφαρμόσουμε.
Θα μπορούσαν όμως, τα κόμματα της Αριστεράς να ενώσουν τις δυνάμεις τους για ένα τέτοιο σχέδιο; Αυτή είναι η ερώτηση των απλών ανθρώπων της Αριστεράς όποιο από τα κόμματά της κι αν ψηφίζουν. Η ερώτηση εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Ο απλός πολίτης που δεν είναι μυημένος στις αντιθέσεις που υπάρχουν στην Αριστερά, που δεν ξέρει τις λεπτομέρειες που γίνονται σινικά τείχη και εμποδίζουν τη συμπόρευση και μάλλον δεν ενδιαφέρεται να τις μάθει, δικαίως θα αναρωτιέται γιατί δεν παραμερίζουν τις διαφορές τους, γιατί δεν ακολουθούν το παράδειγμα άλλων χωρών όπου υπήρξε συνεργασία των κομμάτων της Αριστεράς;

Στον ΣΥΡΙΖΑ τώρα, τα πράγματα είναι πολύ χαλαρά, μερικές φορές τόσο χαλαρά που νομίζεις ότι δεν έχεις να κάνεις με κόμμα, αλλά με μαζικό χώρο όπου ο καθένας πορεύεται κατά πως γουστάρει, αδιαφορώντας για τη γενική εικόνα, αδιαφορώντας για τις υποχρεώσεις που έχει ένας ως στέλεχός του, αδιαφορώντας, τέλος, για το πώς εισπράττουν οι ψηφοφόροι τις διαμάχες και τις ίντριγκες. Από την άλλη το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ έχει μια σειρά από προτάσεις σε διάφορους τομείς. Ποιο είναι όμως το μακροπρόθεσμο σχέδιο, ποιες οι αρχές και τα κριτήρια με τα οποία θα απευθυνθεί στους πολίτες όταν έρθουν οι εκλογές; Πώς θα αξιολογούν τις προτεραιότητες μιας μελλοντικής κυβέρνησης, την επιτυχία και τις αποτυχίες της; Το όραμα, οι αξίες και οι αρχές δεν πρέπει να δίνουν τον τόνο στην καθημερινή αντιπολίτευση και στον προγραμματικό λόγο; Δεν οφείλουν να είναι σοβαροί, συνετοί και καθαροί ως προς το μοντέλο διακυβέρνησης που επιθυμούν να εφαρμόσουν; Δεν οφείλουν να συζητήσουν σε βάθος τα προβλήματα που είχαν την «πρώτη φορά» και να καταλήξουν σε πολιτικές που θα προκαλούν το ενδιαφέρον των αριστερών πολιτών που δεν επιθυμούν καλύτερη διαχείριση, αλλά αλλαγή παραδείγματος; Βλέπει κανείς όλα τα ρεύματα και οι τάσεις να έχουν τη διάθεση να υποταχθούν στην πλειοψηφούσα και τη δεσπόζουσα θέση, αυτή που θα καθορίζει τη γραμμή και θα διεκδικεί να γίνει πλειοψηφική στην ελληνική κοινωνία;

Όλα τα παραπάνω απαιτούν κατά τη γνώμη μου μια πιο εξωστρεφή δράση και μια συνεχή επαφή με την κοινωνία σε κάθε γωνιά της χώρας, με κάθε πολίτη και αυτό ισχύει και για τα άλλα κόμματα της Αριστεράς παρά την προσπάθεια απομείωσης της πολιτικής επιρροής τους από τη συμμαχία οικονομικών συμφερόντων και νεοφιλελευθερισμού, αξιοποιώντας την πλειοψηφία των ΜΜΕ, τον αποκλεισμό της γνωστοποίησης των δράσεων και των θέσεών τους αλλά και την στήριξη άλλων αντιπολιτευτικών σχημάτων. Τώρα αν η επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι η επιστροφή στη διακυβέρνηση, τότε ο δρόμος αναγκαστικά που θα ακολουθήσει – είτε το λέει είτε όχι – είναι αυτός της σοσιαλδημοκρατίας. Δεν θα είναι όμως ριζοσπαστική Αριστερά, ούτε καν σοσιαλδημοκρατία της γενέθλιας φάσης. Θα είναι ένα κόμμα συμφιλιωμένο με την ιδέα ότι το σύστημα δεν αλλάζει, θα είναι ένα κόμμα που θα έχει συνθηκολογήσει με τη θεωρία που έχουν επιβάλει οι οικονομικές ελίτ και οι πολιτικοί εκφραστές τους ότι δεν υπάρχει εναλλακτική και ότι είναι μάταιο να αγωνίζεσαι για κάτι τελείως διαφορετικό. Θέλει να γίνει ένα τέτοιο κόμμα; Ως προς δε τη «στρατηγική επιλογή για τη δημιουργία μιας νέας προοδευτικής, κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας», ποιος δεν θα την ήθελε όταν αυτή γινότανε σωστά και από τη βάση. Όταν όμως ξεκίνησε με μεταγραφές τύπου Σ. Κεδίκογλου και με τα φαινόμενα παραγοντισμού και προσωπικών στρατηγικών να ανθούν ο απλός κόσμος της Αριστεράς δυστυχώς δεν μπορεί να τη δει με καλό μάτι.

Για τον ΣΥΡΙΖΑ όμως δεν υπάρχει μόνον το κυβερνητικό παρελθόν με το ατυχές δημοψήφισμα – που πάρα πολλούς δυσαρέστησε – την πιστή εφαρμογή των μνημονίων, τις σχέσεις με την Ε.Ε., τις ΗΠΑ κ.λ.π. Υπάρχει και το παρελθόν πριν από την εκλογική νίκη του Ιανουαρίου του 2015. Και με αυτό το παρελθόν οφείλει να αναμετρηθεί και μάλιστα διεξοδικά. Γιατί αυτό ήταν το… όχημα που τον έφερε στην πρώτη θέση και στον σχηματισμό μιας παράταιρης, συμμαχικής κυβέρνησης. Οπότε το ερώτημα που θέλει απάντηση δεν είναι μόνο «γιατί έκανες ό,τι έκανες ως κυβέρνηση;». Εξίσου σοβαρό είναι και το ερώτημα «γιατί έκανες ό,τι έκανες για να γίνεις κυβέρνηση;». Ο κομματικός οργανισμός, που κάποτε μιλούσε για τη Ριζοσπαστική Αριστερά, την Οικολογία, την απεξάρτηση από το πάρτι των εξοπλισμών, το ρίξιμο του φράχτη στον Έβρο, τον χωρισμό Κράτους – Εκκλησίας και πολλά άλλα, έχει υποστεί μετάλλαξη ριζική και άκρως επιθετική. Δεν την ανακόπτει κανένα εμβόλιο και καμία… «Ομπρέλα».

Η απάντηση της Αριστεράς πρέπει να είναι μια μαχητική πάλη ιδεών, κάτι που υποτιμήθηκε στις μέρες μας. Το όραμα, οι αξίες και οι αρχές της πρέπει να δίνουν τον τόνο και στην καθημερινή αντιπολίτευση και στον προγραμματικό λόγο. Αν η κυβέρνηση επιδιώκει την επιβολή ενός καθεστώτος «κανονικότητας», η Αριστερά πρέπει να παραμείνει οραματικά «μη κανονική». Ένα κόμμα της Αριστεράς της εποχής μας πρέπει να χαρακτηρίζεται από μια στρατηγική ικανή να συνδυάζει τη δυνατότητα εφαρμογής ενός προγράμματος άμεσων μέτρων βελτίωσης της ζωής των πολλών και ταυτόχρονα να δημιουργεί τις προϋποθέσεις και τους συσχετισμούς για βαθύτερες αλλαγές με κατεύθυνση τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. «Όχι με λέξεις που διχάζουν, αλλά με δράση που ενώνει», για να θυμηθούμε ένα σύνθημα των Τουπαμάρος.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» της Λάρισας στις 25 Μάρτη 2022