Τη διάνοιξη – διάσωση των παλαιών μονοπατιών στην περιοχή μας, στον Κίσσαβο και τον Όλυμπο αλλά και της ιστορίας που αυτά κουβαλούν, ως τα μοναδικά περάσματα από την Μακεδονία στη Θεσσαλία και αντίστροφα, έχουν εντάξει στις δραστηριότητές τους τα μέλη του Ορειβατικού Συλλόγου Λάρισας, απ’ όπου και τα παρακάτω αναλυτικό Δελτίο Τύπου και ζητάνε τη συνδρομή των δημοτικών αρχών της περιοχής μας (Αγιάς και Τεμπών) για να επιτευχθούν οι “κοινοί μας στόχοι”, όπως αναφέρουν. Ελπίζω να βρουν ανταπόκριση τόσο από την τοπική αυτοδιοίκηση όσο και από άλλους φορείς της περιοχής που εθελοντικά θα μπορούσαν να βοηθήσουν.

Αναλυτικά το Δ.Τ. έχει ως εξής :

“Καλντερίμι (το): ουσ. τουρκ. [<kaldirim]  < αρχαία ελληνική καλός + δρόμος (αντιδάνειο). Λιθόστρωτο δρομάκι από ακατέργαστες μικρές πέτρες.

Ο ορειβατικός σύλλογος Λάρισας στις πεζοπορικές δραστηριότητές του έχει εντάξει και την διάνοιξη, διάσωση και συντήρηση των μονοπατιών του Κισσάβου. Πρόσφατα διάνοιξε το μονοπάτι Αμπελάκια – Ομόλιο από το οποίο όπως λέγεται πέρασε το στράτευμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατά την εκστρατεία του στη Θεσσαλία, αλλά και πληθώρα άλλων μονοπατιών στην ευρύτερη περιοχή του Κισσάβου, του κάτω Ολύμπου, των Τεμπών και αλλού, περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους αλλά και ιστορίας καθώς αποτελούσαν το μοναδικό πέρασμα από την Μακεδονία στην περιοχή της Θεσσαλίας και της νότιας Ελλάδας.

Από την εποχή του Βυζαντίου οι άνθρωποι για να επικοινωνήσουν έφτιαξαν καλντερίμια και διάνοιξαν μονοπάτια. Αυτά τα μονοπάτια και τα καλντερίμια δεν είναι τίποτε άλλο, παρά οι δρόμοι της παλιάς εποχής. Αυτά συνέδεαν τα χωριά μεταξύ τους, με το βουνό και με τη θάλασσα. Από εκεί γίνονταν όλες οι μεταφορές ανθρώπων και αγαθών. Από εκεί περνούσαν και οι κάτοικοι για να πάνε στη δουλειά τους και στα κτήματά τους. Μπορούμε να φανταστούμε -κάποιοι παλιότεροι το έζησαν κιόλας- τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας με τα φορτωμένα ζώα να περπατάνε καθημερινά, βρέξει-χιονίσει στον αγώνα της ζωής, που τα παλιά χρόνια ήταν αρκετά σκληρός και επίπονος. Αν μάλιστα σε έπιανε καιρός επάνω στο βουνό, η κατάσταση γινόταν ως και επικίνδυνη.

Από αυτά πέρασαν και όλοι οι κατακτητές της χώρας μας και κάποιοι τα συντήρησαν κιόλας, ειδικά οι Ρωμαίοι για να διατηρήσουν τον έλεγχο της περιοχής. Μας είναι δύσκολο, στη σημερινή τεχνολογική εποχή που ζούμε με όλες τις ευκολίες, να αντιληφθούμε πώς ήταν η ζωή τον παλιό καιρό. Δεν είναι λοιπόν παράξενο που οι άνθρωποι στα χωριά, τώρα που οι συνθήκες  άλλαξαν, στην πλειοψηφία τους με μεγάλη προθυμία παράτησαν τα μονοπάτια και τα διέγραψαν τελείως από την καθημερινότητά τους. Γι’ αυτούς συμβολίζουν ένα παρελθόν, στο οποίο δε θα ήθελαν να ξαναγυρίσουν. Αρκετή κούραση εξ άλλου έχουν οι αγροτικές εργασίες ακόμα και σήμερα, δεν χρειάζεται να προσθέσουν κι άλλη. Επιστροφή στον παλιό τρόπο καλλιέργειας με τα ζώα είναι αδύνατη και όλοι πλέον χρησιμοποιούν αγροτικά αυτοκίνητα που κινούνται σε δρόμους, όχι σε καλντερίμια και μονοπάτια. Ήδη, πολλά εξ αυτών καταστράφηκαν για πάντα από τις μπουλντόζες και την άσφαλτο, έγιναν τσιμεντόδρομοι ή αγροτικοί δρόμοι.

 Το ερώτημα λοιπόν είναι γιατί να ασχολούμαστε σήμερα με τα ξεχασμένα μονοπάτια. Η απάντηση είναι απλή. Επειδή μας φέρνουν σε άμεση επαφή με την καθαρόαιμη ομορφιά της φύσης και με την ιστορία του τόπου. Περνούν από θαυμάσια δάση, ρεματιές, κορυφές και παραλίες, αλλά και από παραδοσιακά ανθρώπινα έργα – τεχνουργήματα, όπως πέτρινα γεφύρια, βρύσες, εκκλησίες και μοναστήρια. Για εμάς τους ανθρώπους των πόλεων, το περπάτημα σ` αυτά είναι πανδαισία σωματική και ψυχική. Η ύπαρξή τους προσελκύει επισκέπτες που θέλουν να συνδυάσουν διακοπές με περπάτημα στη φύση, αυτό που λέμε φυσιολατρικό-περιπατητικό τουρισμό. Πράγματι, η περιοχή της ανατολικής Θεσσαλίας, πλησιάζει το ιδανικό για μια τέτοια  δραστηριότητα, καθώς συνδυάζει το βουνό με τη θάλασσα και έχει υποδομές για καλοκαιρινό αλλά και χειμερινό τουρισμό. Προσφέρει μεγάλη ποικιλία διαδρομών, από μία έως έντεκα ώρες πορείας, πηγαίνοντας από χωριό σε χωριό ή κυκλικά.

Στο ερώτημα που τίθεται αμέσως αν είναι τόσο σημαντικό αυτό το είδος τουρισμού για την τοπική οικονομία η απάντηση είναι ανεπιφύλακτα θετική. Κατ` αρχήν διευρύνεται το αντικείμενο της τουριστικής δραστηριότητας  σε νεκρές περιόδους για τον συμβατικό τουρισμό. Ένα πούλμαν γεμάτο με τα μέλη ενός ορειβατικού συλλόγου επί παραδείγματι, που θα έρθουν σε κάποιο χωριό ένα Σαββατοκύριακο ή τριήμερο, είναι σημαντική τόνωση για την τοπική οικονομία, καθώς οι άνθρωποι αυτοί, πέρα από τη διαμονή και την εστίαση, θα αγοράσουν τοπικά προϊόντα και θα μεταφέρουν την εμπειρία τους και σε άλλους όταν θα γυρίσουν πίσω στον τόπο τους. Υπάρχουν επίσης εξειδικευμένα ταξιδιωτικά γραφεία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, που οργανώνουν πολυήμερες εκδρομές-διασχίσεις από το ένα χωριό στο άλλο και ήδη κάποια από αυτά δραστηριοποιούνται και στην περιοχή μας. Αρκετοί επισκέπτες, συνήθως νέοι, έρχονται με τον σύντροφο ή με την παρέα τους, θέλοντας να εξερευνήσουν τις διαδρομές που είδαν στο διαδίκτυο ή άκουσαν γι’ αυτές από φίλους.

Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος υπάρχουν  ευρωπαϊκά μονοπάτια που πήραν πιστοποίηση ποιότητας μέσα από μια συγκεκριμένη διαδικασία. Για παράδειγμα ανατολικά της Κολωνίας το Rothaarsteig, είναι ένα μονοπάτι 150 χιλιομέτρων μέσα στα δάση της κεντρικής Γερμανίας. Για την διαχείρισή του ιδρύθηκε φορέας με υπαλλήλους που ασχολούνται με την συντήρηση, τη σήμανση, την προβολή-επικοινωνία και την καθοδήγηση των επισκεπτών. Τα έξοδα του φορέα έχουν αναλάβει οι δήμοι των περιοχών από τις οποίες διέρχεται το μονοπάτι, από κοινού με τοπικούς επαγγελματίες (ξενοδοχεία, εστιατόρια κλπ.). Το μονοπάτι αυτό έχει ετησίως ενάμιση εκατομμύριο επισκέπτες, εκ των οποίων τριακόσιες χιλιάδες με διανυκτέρευση και 1.200.000 με ημερήσιες εκδρομές. Φανταστείτε πόσα χρήματα αφήνουν όλοι αυτοί, και θα καταλάβετε την προθυμία των τοπικών δήμων και επιχειρηματιών να πληρώσουν τα αναλογούντα έξοδα, αφού αντιλαμβάνονται ότι τα λεφτά που θα δώσουν, θα τους επιστραφούν στο πολλαπλάσιο.

  Πρέπει ωστόσο να παραδεχθούμε ότι εμείς είμαστε ακόμα μακριά από μια τέτοια κατάσταση. Τόσο οι δήμοι, όσο και οι τοπικοί επαγγελματίες είναι στην πλειοψηφία τους απρόθυμοι να δεσμευτούν και να συνδράμουν ουσιαστικά σε ό,τι αφορά τα μονοπάτια. Μην ξεχνάμε ότι ο ο ευρωπαίος πεζοπόρος για να έρθει μαζικά, έχει και κάποιες απαιτήσεις. Θέλει να ξέρει σίγουρα ότι το μονοπάτι που θα περπατήσει είναι συντηρημένο, καθαρό από βλάστηση και σωστά σηματοδοτημένο, ώστε να μη χαθεί.  Θέλει να έχει όλες τις πληροφορίες, όπως: πού μπορεί να κοιμηθεί και να γευματίσει, πόσο χρόνο θα χρειαστεί, τι να προσέξει, τι να δει, πώς θα πάει και θα γυρίσει.

Έτσι λοιπόν, στα καθ` ημάς η αντιμετώπιση του θέματος ”μονοπάτια-πεζοπορικές διαδρομές” παραμένει μετέωρη και αποσπασματική. Το κενό, ελλείψει ενός επίσημου φορέα, προσπαθούν να καλύψουν με ίδιες δυνάμεις διάφοροι εθελοντές, όπως οι εθελοντές του ορειβατικού συλλόγου Λάρισας.. Έχουμε κάνει πολλή δουλειά τα τελευταία χρόνια αναζητώντας και εξερευνώντας τα ξεχασμένα καλντερίμια και μονοπάτια της περιοχής, τα οποία στη συνέχεια καθαρίζουμε, σηματοδοτούμε με πινακίδες και κόκκινα σημάδια και παραδίδουμε ξανά σε χρήση, οργανώνοντας πορείες κάθε εβδομάδα. Διοργανώνουμε συναντήσεις και κοινές πορείες με συλλόγους περιοχών της υπόλοιπης Ελλάδας όπως πρόσφατα με τον ορειβατικό σύλλογο Θεσσαλονίκης και της Λαμίας αλλά και σε πανθεσσαλικές συναντήσεις στις οποίες συμμετέχουν διάφοροι ορειβατικοί σύλλογοι.

Συμπερασματικά οι παραδοσιακές διαδρομές του Ολύμπου και του Κισσάβου, το πυκνό  δίκτυο των καλντεριμιών και μονοπατιών του, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας του τόπου και των ανθρώπων του και σημαντική πηγή πλούτου στις συνθήκες της σημερινής εποχής. Αυτό πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους και ιδιαίτερα από τους ντόπιους, ώστε να προστατεύονται και να μην καταστρέφονται ελαφρά τη καρδία, όπως δυστυχώς συμβαίνει ακόμα και σήμερα, ώστε να εξελιχθεί η περιοχή σε κέντρο φυσιολατρικού-περιπατητικού τουρισμού, επ` ωφελεία όλων.

 Στόχος ήταν και παραμένει η διαρκής ανάγκη να καθαρίζονται τα πολλά κλεισμένα (ή μισοκλεισμένα) μονοπάτια. Αν ψηλά μέσα στα δάση της οξιάς, δρυός και καστανιάς τα μονοπάτια δύσκολα κλείνουν, στα χαμηλότερα υψόμετρα η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Μόλις δύο-τρία χρόνια εγκατάλειψης είναι αρκετά για να κάνουν κάποια μονοπάτια και καλντερίμια σχεδόν αδιάβατα. Εδώ γνώρισα την αξία και προσφορά της συλλογικής εθελοντικής δουλειάς -αφού δυστυχώς οι δημοτικές αρχές ήταν συνήθως απούσες.

Εδώ σημειώνω ότι τα χρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση προγράμματα καθαρισμού και σηματοδότησης -με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ- που μπορούν να απορροφήσουν οι ΟΤΑ είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να συντηρηθεί η ιστορική μνήμη και να αναπτυχθεί η περιοχή.

Ζητάμε λοιπόν τη συνδρομή των ΟΤΑ για να επιτευχθούν οι κοινοί θέλουμε να πιστεύουμε στόχοι”.