“Η Συνεταιριστική συνεργασία και ο ρόλος

των αγροτών, των εργαζομένων και των επιστημόνων

στο συνεταιριστικό κίνημα σήμερα

Η

ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ στη χώρα μας και στη Θεσσαλία ξεκίνησε με τη συγκρότηση της “κοινής συντροφιάς” των Αμπελακίων το 1780 με τη σημαντική παραγωγική κατεργασία του βαμβακιού , τη βαφή νήματος και την εξαγωγή του στην Ευρώπη και την αντίστοιχη εισαγωγή καταναλωτικών προϊόντων.

Παράλληλα ανέπτυξε δραστηριότητες πολιτιστικές και κοινωνικής αλληλεγγύης, συντηρούσε γιατρούς και σχολεία, ταμείο για ανάπηρους εργάτες, βιβλιοθήκες, επιστημονικά εργαστήρια.

Ακολούθησε ο πρώτος σύγχρονος συνεταιρισμός στο κόσμο των πιονέρων της Rochdale στην Αγγλία το 1844.

Το 1870 δημιουργείται ο πρώτος προμηθευτικός συνεταιρισμός εργατών “Εταιρία του λαού – Αυτοβοήθεια” στην Αθήνα και το 1900 ο πρώτος πετυχημένος στην Ελλάδα σύγχρονος συνεταιρισμός ” Ο Μετοχικός Γεωργικός Σύλλογος Αλμυρού” που ξεκινά τη δράση του με παροχή δανείων και αγορά αλωνιστικών μηχανών. Ακολουθούν το παράδειγμά του και ιδρύονται συνεταιρισμοί με διάφορες μορφές οργάνωσης στο Αρμένιο , στα Φάρσαλα, στα Αμπελάκια, στο Ομόλιο ,στο Μεσενικόλα Καρδίτσας και αλλού, για να λάβουν ενιαία μορφή και καταστατικό με τον προοδευτικό Νόμο 602 του 1914.

Την πρωτοβουλία δημιουργίας τους είχαν δάσκαλοι, γεωπόνοι, δικηγόροι, οικονομολόγοι και διανοούμενοι της εποχής, όπως Δ. Μαυροκορδάτος, Α. Οικονόμου, Ι. Βλασσόπουλος, Μ. Βιδάλης, Ν. Μιχόπουλος, Σ. Ιασεμίδης και άλλοι.

Οι συνεταιρισμοί της εποχής συνένωναν τότε κολίγους, αγρότες, εργάτες, επιστήμονες και διανοούμενους,γι’ αυτό και βλέπουμε την υποστήριξη των συνεταιρισμών από την εφημερίδα του Εργατικού Κέντρου του Βόλου “Εργάτης – Αγρότης” , την εφημερίδα “Πανθεσσαλική” του Σ.Τριανταφυλλίδη, στα “έντυπα του ΣΕΚΕ” κ.α..

Αντίδραση στη δημιουργία τωνπρώτων συνεταιρισμών προβάλλουν το τσιφλικάδικο κατεστημένο , οι μεσίτες, οι κερδοσκόποι και οι πολιτικάντηδες της εποχής.

Στην επέκταση των συνεταιριστικών ιδεών συνέβαλλε η άνοδος της αστικής τάξης και η διεκδίκηση της κρατικής εξουσίας που επιτεύχθηκε αργότερα με την εξέγερση στο Γουδί το 1909.Παράλληλα η διάδοση των σοσιαλιστικών ομίλων κοινωνικής δράσης, η δράση του Μαρίνου Αντύπα και η δολοφονία του το 1907 από τους Τσιφλικάδες συνέβαλλαν στη δημιουργία των Γεωργικών Συνδέσμων για την απαλλοτρίωση των Τσιφλικιών με αποκορύφωμα την εξέγερση του Κιλελέρ το 1910 με την οποία επιτυγχάνεται και η δεύτερη απαλλοτρίωση των ετών 1907-1911 ενός εκατομμυρόων στρεμμάτων τσιφλικιών στη Θεσσαλία και η παραχώρησή τους έναντι τιμήματος στους καλλιεργητές.

Οι ως άνω κοινωνικές διεργασίες δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες συνεταιριστικής δράσης.

Από τότε εώς και τις μέρες μας οι γενιές μας γνώρισαν την γενικά δημιουργική δραστηριότητα των συνεταιρισμών. Αυτή στηρίχθηκε σε ένα πετυχημένο συνδυασμό ομάδων ιδεολόγων συνεταιριστών και προέδρων συνεταιρισμών οι οποίοι σε συνεργασία με εργαζόμενους συνεταιριστικούς υπαλλήλους και επιστήμονες, συνέρχονταν σε συλλογικές διαδικασίες Γενικών Συνελεύσεων, συσκέψεων, εργάζονταν και δρούσαν στα χωράφια, στις Ενώσεις, στην ΑΤΕ,στις δημόσιες υπηρεσίες και σε διεπαγγελματικές συναντήσεις, ασκώντας τίμια συνεταιριστική διαχείριση αγροτικών εφοδίων και προϊόντων και υλοποιώντας με επιτυχία συλλογικούς επιχειρησιακούς στόχους και τοπικά αιτήματα.

Έως τα τέλη της 10ετίας του ’80 οι Πολυεθνικές δεν πολυενδιαφέρονταν για την αγροτική μη βιομηχανοποιήσιμη παραγωγή. Εξάλλου ούτε τα κρατικομονοπωλιακά καθεστώτα Εθνικής συνεταιριστικής εμπορίας επέτρεπαν κάτι τέτοιο. Από την “Ενοποίηση της κοινοτικής αγοράς” το 1993 και μετά την τελευταία συμφωνία του ΠΟΕ απελευθερώνονται οι εισαγωγές και εξαγωγές των εφοδίων και προϊόντων από εξαγωγικές επιδοτήσεις και δασμούς εισαγωγής. Οι δυνάμεις της αγοράς και οι Πολυεθνικές εισβάλλουν στον αγροτικό χώρο, κυρίως στην εμπορία εισροών στην παραγωγή, αλλά και στη μεταποίηση και διεθνή εμπορία των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων. Σταδιακά καταρρέουν ή καταργούνται τα κρατικά και συνεταιριστικά μονοπώλια και οι κλειστές αγορές της ΚΥΔΕΠ – ΣΥΝΕΛ – ΣΠΕΚΑ – ΑΤΕ κ.α.

Ο κόσμος της υπαίθρου με την παραγωγή του και τις αξίες του εντάσσεται πλέον συνολικά στην αγορά και “μεταλλάσσεται” από αυτήν. Όλοι, αγρότες, συνεταιρισμοί, εργαζόμενοι και καταναλωτές είτε το αντιλαμβάνονται, είτε όχι, θεωρούνται από τους ηγέτες της αγοράς ταυτόχρονα προμηθευτές και παραγωγοί, πελάτες και καταναλωτές, ανταγωνιστές ή συνεργάτες.

Νέες ομάδες ανθρώπων, συνεργαζόμενων αλλά και συγκρουόμενων συμφερόντων, με τις ΑΣΟ, εισέρχονται στην αγορά αγροτικών προϊόντων και τροφίμων. Όπως μεγαλέμποροι που εισάγουν νέες ποικιλίες σπόρων, εμπορεύονται τύπους λιπασμάτων, φαρμάκων και προϊόντων Πολυεθνικών Εταιριών, προωθούν νέες τεχνικές και εξοπλισμούς καλλιέργειας. Εργολάβοι που κτίζουν εργοτάξια στον αγροτικό και συνεταιριστικό χώρο. Συνεταιριστές και πολιτικοί αναπτύσσουν δίκτυα πελατειακών σχέσεων στις μικροκοινωνίες των χωριών και των μέσων ενημέρωσης με στόχο τον έλεγχο των εξελίξεων της Υπαίθρου.

Οι επόπτες και ελεγκτές των πράξεων σκοπιμότητας των ΔΣ των Συνεταιρισμών αντικαθίστανται από ορκωτούς λογιστές που περιορίζονται σε απλούς λογιστικούς ελέγχους.

Οι Εμπορικές δραστηριότητες των συνεταιρισμών και των Ενώσεών τους υποχωρούν και συνθλίβονται τελευταία στην αγορά κυρίως για ΔΥΟ ταυτόχρονα ΛΟΓΟΥΣ:

Α. ΜΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ από συνεταιριστές των παραπάνω αλλαγών στο εξωτερικό περιβάλλον των συνεταιρισμών, των γεωργικών αγορών και της ανάγκης επιχειρησιακής ανασυγκρότησης των συνεταιρισμών για

-ΤΗ ΝΕΑ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΤΟΥΣ που πρέπει να διαχειρίζονται επί συμβάσει και με κίνητρα τα εφόδια των Ενώσεων και να συγκεντρώνουν με ποιοτικές προδιαγραφές και πρόγραμμα τα προϊόντα τους για κοινή εμπορία μέσω των Ενώσεων. Φυσικά, με αναλογικό επιμερισμό των ευθυνών και σύνδεση των τιμών και αμοιβών τους με την ποιότητα των προϊόντων τους, το ύψος και τη συνέπεια των συναλλαγών τους ως προμηθευτές και πελάτες με το συνεταιρισμό και την Ένωση.

-Την ανάγκη διαφανούς και τεκμηριωμένου επιστημονικού προγραμματισμού και ελέγχου της σκοπιμότητας, του κόστους, του χρονοδιαγράμματος, της ποιότητας και επιχειρηματικής στρατηγικής κάθε ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ των ΑΣΟ και των συνεταιριστικών τους εργοστασίων και Εταιριών Τροφίμων.

Της διάκρισης των ρόλων, της ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ των ΔΣ των αιρετών που είναι να θέτει γενικούς στόχους, από την ελεγχόμενη διαχείριση του υπηρεσιακού μηχανισμού υλοποίησης, αξιολόγησης, επανακαθορισμού και εξειδίκευσης των παραπάνω στόχων που πρέπει να είναι ευθύνη και αρμοδιότητα των εργαζόμενων και επιστημόνων, φυσικά μετά από αξιοκρατική επιλογή τους και στελέχωση των υπηρεσιών των ΑΣΟ.

Β. Το ως άνω περιβάλλον και αδυναμίες των συνεταιρισμών και των Ενώσεων ΚΑΤΑΝΟΗΣΑΝ και αξιοποίησαν και συνεχίζουν να αξιοποιούν οι ανταγωνιστές, αλλά και οι προνομιακοί “συνεργάτες” των ΑΣΟ. Δρώντας έξωθεν και οίκοθεν εμποδίζουν τους ΑΣΟ να αποκτήσουν συλλογική στρατηγική, και αρχές επιχειρησιακής- υπηρεσιακής θωράκισης, προσπαθώντας να εντάξουν τη δράση των συνεταιριστών, συνεταιρισμών και Ενώσεων σε προσωπικές εταιρικές ή όμορες στρατηγικές τρίτων.

Τελικά η βιωσιμότητα των αγροτικών νοικοκυριών, όπως αποδεικνύεται από τα πετυχημένα και αποτυχημένα παραδείγματα της Θεσσαλίας, της χώρας και της Ευρώπης, θα κριθεί εν πολλοίς από τη συλλογική ικανότητα των συνεταίρων να κατανοήσουν τις αυξανόμενες απαιτήσεις επιχειρηματικής λειτουργίας και υπηρεσιακής θωράκισης των ΑΣΟ για να αντιμετωπίσουν τους ανταγωνιστές τους και να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της αγοράς. Απαιτείται γι’αυτό η προώθηση σταθερών συμβολαιακών σχέσεων εμπορίας για πιστοποιημένη ποιότητα με προδιαγραφές και δημιουργία προστιθέμενης αξίας στη συνεταιριστική παραγωγή. Αυτή η νέα πραγματικότητα αυξανόμενου ανταγωνισμού στην αγορά απαιτεί αυξημένη αξιοποίηση της τεχνογνωσίας και εμπειρίας των εργαζόμενων και επιστημόνων της ΑΣΟ.

Γι’αυτό τίθενται πλέον επιταχτικά προς απάντηση τα παρακάτω 3 ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ των οποίων η συλλογική απάντηση από τους ίδιους τους συνεταιριστές – εργαζόμενους & επιστήμονες θα κρίνει οριστικά τη βιωσιμότητα των συνεταιριστικών και αγροτικών δραστηριοτήτων.

· Πώς μπορούν να αξιοποιήσουν οι Συνεταιρισμοί και οι Ενώσεις την αναγκαία πληροφόρηση και να τη μεταφέρουν στον αγροτικό κόσμο για σύγχρονη επιχειρησιακή ενεργητική και μαχητική προσαρμογή στη νέα τάξη της παγκοσμιοποιημένης αγοράς, ώστε η πληροφόρηση να αξιοποιείται ως δημόσιο αγαθό, αντί να εμπορεύεται ως ένα προϊόν που δίνει δύναμη χρήσης σε λίγους, που στην περίπτωσή μας επιδιώκουν τη χειραγώγηση των πολιτών.

· Πώς οι πολίτες της Υπαίθρου μπορούν να αναδείξουν τη συνεργασία αγροτών, εργαζομένων, επιστημόνων μέσα από συλλογικά και συνεταιριστικά σχήματα συνεργασίας για κατάκτηση ενιαίας στρατηγικής στόχευσης, ώστε να μην επαφίενται στον έντεχνα καλλιεργούμενο ατομικισμό, κομματισμό και λαϊκιστικό συντεχνιακό ρατσισμό, που διαλύει κάθε συλλογική επιχειρησιακή προσπάθεια στον αγροτικό χώρο.

· Η Πολιτεία, οι πολιτικές και κοινωνικές οργανώσεις της Υπαίθρου γιατί δεν επεξεργάστηκαν συλλογικά θέσεις Εθνικής στρατηγικής ώστε να τις διεκδικήσουν ενωτικά στην χώρα μας και στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Γιατί δεν διεκδίκησαν την θεσμική θωράκιση της αγοράς με κανόνες υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά και δεν ενίσχυσαν τα θετικά πρότυπα των κερδοφόρων συνεταιριστικών επιχειρήσεων; Γιατί αναλώθηκαν έως πρόσφατα στην εγχώρια διαμάχη διανομής των μειούμενων κοινοτικών επιδοτήσεων και στο χάρισμα χρεών συνεταιρισμών προερχόμενων από κακοδιαχείριση και εκποίηση δραστηριοτήτων των ΑΣΟ; Παρέχοντας ασυλία, στο όνομα εκλογικών σκοπιμοτήτων, σε διακομματικής συνέναισης κακοδιαχειρηστές ” συνεταιριστές” που σχεδίαζαν χωρίς προσωπική ευθύνη ή κόστος, με πόρους των συνεταίρων και που με βάση τα ζημιογόνα πεπραγμένα τους στις ΑΣΟ μόνο τη δημόσια αποδοκιμασία δικαιούνται.

4 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

1. Οι Συνεταιρισμοί ήταν και είναι περισσότερο σήμερα μία “συλλογική επιχείρηση” συνεταίρων – μετόχων. Η συναλλακτική τους σχέση με τον συνεταιρισμό και την Ένωση είναι η κύρια που επηρεάζει την αποδοτικότητα και την κερδοφορία των ΑΣΟ, γι’ αυτό πρέπει να αξιολογούνται βάση του ύψους, της συνέπειας και της ποιότητας των συναλλαγών τους και όχι βάση της συμμετοχής κάθε συνεταίρου στο κεφάλαιο η συν/κή μερίδα. Το χαρακτηριστικόμαυτό προσομοιάζει προς τις συνεταιριστικές ομάδες παραγωγών και έχει ως συνέπειες: Πρώτον την ανάγκη περιορισμού των εξουσιών των μελών του Δσαφού δεν εκπροσωπούν αντίστοιχης βαρύτητας ούτε μετοχικό κεφάλαιο, ούτε ύψος συναλλαγών, άρα δεν φέρουν και το κόστος των αποφάσεών τους, παρά μόνο πιθανά την ωφέλειά τους….

Δεύτερον την δραστική μεταφορά αποφάσεων στρατηγικού χαρακτήρα αποφάσεων στην Γενική Συνέλευση οι Ομάδες Παραγωγών εντός των ΕΑΣ και της μεσοπρόθεσμης και τρέχουσας στόχευσης – διοίκησης και διαχείρισης σε έναν ισχυρό και υγιή υπηρεσιακό μηχανισμό των εργαζομένων και επιστημόνων – στελεχών. Τα παραπάνω ζητήματα δεν ρυθμίζει ο νέος νόμος περί ΑΣΟ, γι’ αυτό και επαφίεται η ρύθμισή τους στην βούληση των συνεταίρων.

2. Για όσους αντιλαμβάνονται έστω τα ” απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας” του Κελαηδόνη, βιώσιμη ύπαιθρος με τους κατοίκους της παρόντες και τη φύση ζώσα, δεν μπορεί να υπάρξει στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη αγορά των συγχωνεύσεων και μεγεθύνσεων, χωρίς απαλλαγή των ΑΣΟ από κάθε είδους εξωγενή κρατική, κομματική ή ιδιωτική κηδεμονία. Χωρίς ανάπτυξη σύγχρονων συνεταιριστικών και διεπαγγελματικών μορφών επιχειρηματικής συνεργασίας, με Ευρωπαϊκή δικτύωση, υποστήριξη από το δημόσιο τομέα και σύνδεσή τους με τα καταναλωτικά και περιβαλλοντικά κινήματα.

3. Ελπίδα Αναγέννησης της Υπαίθρου δεν μπορεί επίσης να υπάρξει, αν δεν ανοίξει ένας ανοιχτός δημόσιος διάλογος, με επαρκή και αξιόπιστη πληροφόρηση, για τους σύγχρονους Προγραμματικούς στόχους, αρχές λειτουργίας των συνεταιρισμών και των γεωργικών αγορών και για τις διαχρονικές αξίες της εθελοντικής προσφοράς, του υγιούς επαγγελματισμόυ, της αξιοπρεπούς συνεργασίας αγροτών – εργαζομένων – επιστημόνων για την συλλογική επιχειρηματικότητα στην Ύπαιθρο, που οι συνεταιριστές πρώτοι οφείλουν να αναδείξουν ως πρότυπα στον τομέα της κοινονικής οικονομίας και ΝΑ ΔΕΣΜΕΥΤΟΥΝ ΔΗΜΟΣΙΑ ΓΙ’ ΑΥΤΑ.

4. Το εκτός παραγωγικής διαδικασίας άγονο πλέον τακτικό ” αστικό δρομολόγιο” :Διευθυντή Τράπεζας- Έμπορα- Βουλευτικό Γραφείο- Ένωση – Καφενείο είναι ανάγκη να αντικατασταθεί από τον ιστορικά επιτυχημένο, εδώ και έναν αιώνα , κανόνα του παραγωγικού “Συνεταιριστικού Δρομολογίου” :Συνεταιρισμός του χωριού – Τοπικός Γεωτεχνικός του Δήμου – Διεύθυνση Γεωργίας – Ένωση – Συνεταιρισμός του χωριού – Πολιτιστικός Σύλλογος.

Οι Τπικές Κοινωνίες της Υπαίθρου έχουν την πρώτη ευθύνη να μην αυτοεγκαταλειφθούν στο δρόμο του ατομικού τους αγοραίου χάους. Μπορούν να συμβάλλουν ενωτικά και αποφασιστικά στη διεκδίκηση στόχων του ” δικού τους συλλογικού παραδείσου” και με την ενεργοποίησή τους να προωθήσουν την τίμια συνεταιριστική δράση και την αξιοκρατική ανάδειξη και έλεγχο των ανεξάρτητων ηγετών τους, αφοσιωμένων στην βιώσιμη συνεταιριστική συνεργασία αγροτών – εργαζομένων – επιστημόνων.

Γόννοι Φλεβάρης του 2001