«Το νέο Αυτοδιοικητικό τοπίο»

του Δημήτρη Ζ. Γουγουλιά *

(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Κυριακάτικο φύλο της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» της Λάρισας)

Πριν λίγα μόλις χρόνια με άρθρο μου στην «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» και με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Φτωχές κοινότητες δεν δημιουργούν πλούσιους δήμους», έθετα τον προβληματισμό μου για το μέλλον του δήμου μας προτείνοντας έναν ισχυρό δήμο που θα συμπεριλάμβανε μαζί με τις κοινότητες Γόννων – Καλλιπεύκης – Ιτέας και τις κοινότητες Μακρυχωρίου – Παραποτάμου – Ευαγγελισμού και Τεμπών, δημιουργώντας έναν ισχυρό δήμο με στρατηγικής σημασίας σημεία αναφοράς για τη μελλοντική του ανάπτυξη. Δυστυχώς μικροσυμφέροντα και τοπικισμοί δεν άφησαν να γίνει αυτός ο δήμος – αν και αυτός ήταν ο αρχικός σχεδιασμός του Υπουργείου και της Περιφέρειας Θεσσαλίας – με αποτέλεσμα και οι δύο δήμοι που τώρα λειτουργούν – Γόννων & Μακρυχωρίου – να είναι από τους μικρότερους δήμους στο νομό, αν όχι και στην περιφέρεια. Έτσι εφαρμόστηκε στην πράξη ο «Καποδίστριας Ι» με τις υποχρεωτικές συνενώσεις και χωρίς την πολυδιαφημισμένη «προίκα» του, ενώ η πολιτική των κυβερνήσεων τόσο του ΠΑΣΟΚ, όσο και της ΝΔ δεν αντιμετώπισαν τα προβλήματα του χώρου, προσθέτοντας παράλληλα και άλλα.

Κι αυτό γιατί οι αλλαγές δεν ήταν καρπός μιας βαθύτερης μελέτης των προβλημάτων των τοπικών κοινωνιών ούτε μιας γενικότερης στρατηγικής, αλλά συνδυασμός μιας μηχανικής μεταφοράς ξένων μοντέλων διοικητικής δομής και μιας επιδίωξης μικροκομματικών συμφερόντων, παράλληλα με την υπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων συνυφασμένων με τις κατεστημένες δομές στο κράτος και την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Όχι μόνο δεν υπηρετήθηκε η προσαρμογή της χώρας μας σε ένα σύστημα Τοπικής Αυτοδιοίκησης με όλες τις εξουσίες-αρμοδιότητες τοπικού, νομαρχιακού και περιφερειακού χαρακτήρα, συνοδευόμενες από τους αντίστοιχους πόρους, αλλά θεσμοθετήθηκε και ο διορισμένος κομματικός γενικός γραμματέας της περιφέρειας, που αποτελεί και το μακρύ χέρι της κεντρικής εξουσίας. Ο κρατικός έλεγχος σε επίπεδο νομού, που ασκούσε ο κρατικός νομάρχης, μεταφέρθηκε πλέον στο τρίτο επίπεδο, αυτό της διοικητικής περιφέρειας, που αυτή όμως, σε αντίθεση προς ό,τι ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, παραμένει θεσμός κρατικός. Και αυτός ο θεσμός πλέον ασκεί τον έλεγχο νομιμότητας των αποφάσεων της Αυτοδιοίκησης και της ευθύνης των αιρετών. Αυτός διαχειρίζεται τα προγράμματα και την κατανομή πόρων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Αυτός εκπροσωπεί την πολιτική εξουσία στην περιφέρεια και στην ουσία διασφαλίζει την εξάρτηση της Τ.Α. από το κράτος.

«Το σφιχταγκάλιασμα των περιφερειών από το κράτος και η οικονομική εξάρτησή τους από την κεντρική εξουσία στην Ελλάδα δημιουργεί έλλειμμα δημοκρατίας, παραβιάσεις του ευρωπαϊκού χάρτη για την τοπική αυτοδιακυβέρνηση και υπόνοιες για κακοδιαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων». Σ’ αυτό το συμπέρασμα καταλήγει, μεταξύ άλλων, το πολύ πρόσφατο (7.4.2008) report του Κογκρέσου Δήμων και Κοινοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, που έγινε αποδεκτό από την Επιτροπή Υπουργών του Οργανισμού και, σύμφωνα με τα ειωθότα, θα αποτελέσει «μπούσουλα» στη διαμόρφωση του νέου Κώδικα Περιφερειών που συζητείται από την κυβέρνησή μας. «Εάν θέλει η Ελλάδα, καταλήγει το report, να προχωρήσει στην εφαρμογή των αρχών της αυτοδιακυβέρνησης και της αναλογικότητας στους δήμους και τις νομαρχίες, πρέπει να ξεκόψει πλήρως με την κρατική παρέμβαση». Το παραπάνω μοντέλο διοικητικής συγκρότησης της χώρας φαίνεται ότι εξάντλησε την αποστολή του, που ασφαλώς ήταν η υπηρέτηση της αιχμαλωσίας της Αυτοδιοίκησης από την κεντρική εξουσία.

Αν και με πρωτοβουλία της κυβέρνησης άνοιξε εδώ και καιρό το θέμα για τη διοικητική μεταρρύθμιση στην τοπική αυτοδιοίκηση έχουμε πάλι και λέω πάλι γιατί φαίνεται ότι είναι γνώρισμα όλων των κυβερνήσεων να ανοίγουν θέματα χωρίς να καταθέτουν συγκεκριμένες προτάσεις είτε γιατί δεν έχουν είτε γιατί αυτές που έχουν δεν είναι αρεστές, άρα θέλουν να δουν ως που φτάνουν οι αντιδράσεις, και πως γίνεται αυτό, πάντα μέσα από «διαρροές» στον τύπο που λένε ότι έτσι θα γίνουν οι νέες συγχωνεύσεις των δήμων, των νομών, κ.λ.π. Άρχισε, λοιπόν, δειλά-δειλά να εμφανίζεται, με τη μέθοδο των δημοσιευμάτων στον ημερήσιο τύπο, ένα καινούργιο μοντέλο. Κι επειδή στο προηγούμενο υπάρχουν προβλήματα, οφείλουμε να προσεγγίσουμε το καινούργιο με τη λογική της πρότασης κι όχι της απόρριψης, αφού πάρουμε υπόψη μας τα παρακάτω:

1) Οι περιφερειακές και ενδοπεριφερειακές ανισότητες, οι κοινωνικές αντιθέσεις και τα οικονομικά αδιέξοδα επιτείνονται, 2) Ο κοινωνικός ιστός στις πόλεις διασπάται και η ύπαιθρος ερημώνει, 3) Η υποαπασχόληση, η ανεργία και τα προβλήματα καθημερινής επιβίωσης οξύνονται και 4) Η περιβαλλοντική υποβάθμιση έχει άμεσες και δραματικές επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή των πολιτών.

Θα πρέπει επίσης να απαντήσουμε θετικά σε ερωτήματα όπως :

1) Χρειαζόμαστε μια Αυτοδιοίκηση που θα υπερβαίνει τη λογική της διαχείρισης και της λειτουργίας της ως διοικητικού μηχανισμού, που θα χαράσσει και θα υλοποιεί τις πολιτικές της μαζί με τον πολίτη, με τη συμμετοχή του, με τη δική του προσφορά, αλλά και την αποφασιστική του γνώμη; 2) Θέλουμε τους πολίτες να προασπίζουν την πόλη τους , τη γειτονιά τους, το χωριό τους, το χώρο της καθημερινής τους ζωής; 3) Θέλουμε τα τοπικά κινήματα παρόντα, με αφετηρία τα συγκεκριμένα προβλήματα του χώρου, από τα σκουπίδια ως το θέατρο που λείπει από την πόλη, από το κυκλοφοριακό χάος και τον μολυσμένο αέρα, ως τη δημοκρατία στην πράξη; 4) Θεωρούμε ως προτεραιότητα για τον χώρο την κατάργηση του καλπονοθευτικού 42%, που διέπεται από τη λογική «όλα από το κόμμα, όλα για το κόμμα», που όχι μόνο ανατρέπει τη θέληση των τοπικών κοινωνιών, αλλά και περιορίζει τη δυνατότητα των εκπροσώπων της να χειριστούν τοπικές υποθέσεις και τη θεσμοθέτηση της απλής αναλογικής που ενθαρρύνει τη συμμετοχή των πολιτών; 5) Θα υπάρξει μια ανακατανομή των δημοσίων πόρων και δαπανών που να βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία προς μια ανακατανομή ρόλων, έργων, αρμοδιοτήτων μεταξύ κράτους και Τοπικής Αυτοδιοίκησης;

Για την κατάθεση μιας εναλλακτικής πρότασης θα πρέπει να ξεκινήσουμε από μία βασική αρχή που λέει ότι η Αυτοδιοίκηση πρέπει να έχει τον δικό της ρόλο στο επίπεδο των περιφερειών, νομών και αστικών και περιφερειακών δήμων, κατανέμοντας ρόλους, αρμοδιότητες, πόρους, μέσα, με βάση την αρχή της επικουρικότητας κατά κανόνα, δηλαδή, ότι τα προβλήματα πρέπει να αντιμετωπίζονται στο εγγύτερο δυνατόν προς τον πολίτη επίπεδο. Αυτή η ανασυγκρότηση κράτους και Τ.Α. προϋποθέτει ανακατανομή των δημοσίων πόρων και δαπανών σε πλήρη αντιστοιχία προς την ανακατανομή ρόλων, έργων, αρμοδιοτήτων μεταξύ του κράτους και της Τ.Α. Ανακατανομή μέσα από το θεσμικό διάλογο κράτους-Αυτοδιοίκησης, κατά τρόπο ώστε κανείς να μην ενεργεί αυθαίρετα στη διαχείριση των οικονομικών, κανείς να μην επιβάλλει αυθαίρετα φορολογικά βάρη. Για το λόγο αυτό θα απαιτηθούν μεταρρυθμίσεις α) Στο κεντρικό κράτος. Πρέπει να περιοριστεί στον επιτελικό του ρόλο. Το Σύνταγμα όρισε δύο βαθμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η διεύρυνσή του δεύτερου βαθμού στα όρια των σημερινών περιφερειών με την ανάδειξή τους σε περιφερειακή Αυτοδιοίκηση με αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο και αιρετό περιφερειάρχη αποτελεί απολύτως ρεαλιστική επιλογή θεσμικά και πολιτικά, αποτελεί προϋπόθεση για την ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη. β) Στα μητροπολιτικά κέντρα και γ) Στους δήμους της περιφέρειας οι οποίοι είναι αναγκαίο να ανασυγκροτηθούν, προκειμένου να εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα, τη δυνατότητα παροχής ικανοποιητικών υπηρεσιών και αναπτυξιακής παρέμβασης, την ανταγωνιστικότητά τους, την αξιοποίηση του ενδογενούς δυναμικού, την προστασία του αστικού, αγροτικού και φυσικού περιβάλλοντος και τελικά τη συγκράτηση του πληθυσμού και την ισόρροπη ανάπτυξη, με προϋπόθεση βέβαια την ουσιαστική δημοτική δημοκρατία, με εσωτερική αποκέντρωση, θεσμούς, πόρους και αρμοδιότητες που θα διασφαλίζουν τη συμμετοχή και των πιο μικρών κοινοτήτων.

Χρειάζεται επομένως ένα συνολικό σχέδιο δράσης για δημοκρατία παντού, για τη διαφάνεια και τον εκδημοκρατισμό θεσμών και διαδικασιών, για την αναβάθμιση του ρόλου των αντιπροσωπευτικών θεσμών. Σ’ αυτή την κατεύθυνση πρέπει να ξεκινήσει μια ουσιαστική συζήτηση που με αξιόπιστα κριτήρια, γεωγραφικά, οικονομικά, αναπτυξιακά, χωρίς καταναγκασμούς και μακριά από μικροκομματικές σκοπιμότητες θα καταστήσει την Αυτοδιοίκηση χώρο εγγυητή της δημοκρατικής έκφρασης και της συμμετοχής των πολιτών, αλλά και συντονιστή της τοπικής ανάπτυξης και ευημερίας. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρώτου και δεύτερου βαθμού σήμερα πρέπει να εδράζεται σε τρεις θεμελιώδεις αρχές: α) την αρχή της Τοπικής Αυτονομίας, β) την αρχή του Τεκμηρίου Αρμοδιότητας, και γ) την αρχή της Επικουρικότητας.

Και να κλείσω εδώ με μια παρατήρηση. Αν ήταν εύκολο σε χώρες επίπεδες όπως το Βέλγιο και η Ολλανδία να δημιουργήσουν νέα αυτοδιοικητικά σχήματα στο επίπεδο των παλαιών επαρχιών τους, αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο στην ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα. Τα φυσικά σύνορα που δημιούργησαν τις επαρχίες στις αρχές του 20ου αιώνα έχουν ήδη «πέσει». Το παράδειγμα της δημιουργίας δήμου στην πάλαι ποτέ επαρχία Τυρνάβου είναι ένα – και όχι το μοναδικό -τρανταχτό παράδειγμα προς αποφυγήν.

Γόννοι : 15 Απρίλη 2008

· Ο Δημήτρης Ζ. Γουγουλιάς είναι μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής της κίνησης «Θεσσαλοί Πολίτες του Κόσμου» και Γραμματέας στο Δ.Σ. του συλλόγου «ΔΡΥΑΣ».