Λοιπόν, εγώ θα τρελαθώ μ’ αυτά που διαβάζω τελευταία …και εξηγούμαι. Από τα είκοσί μου χρόνια που κατάλαβα το εαυτό μου και άρχιζα να τον «χτίζω» σιγά-σιγά εκείνο που δεν μπόρεσα ποτά να χωνέψω και να δικαιολογήσω ήταν το λεγόμενο κουτσομπολιό ακόμα κι όταν αυτό έρχονταν με τη μορφή «άκουσα», «έμαθα», «μου είπαν» χωρίς όλα αυτά τα παραπάνω να έχουν ονοματεπώνυμο, σε σοβαρές συζητήσεις ακόμα και επαγγελματικές συζητήσεις. Η αντιπάθειά μου αυτή σ΄ αυτό το είδος κοινωνικών σχέσεων, επαφών και κοινωνικής κριτικής, ήταν μερικές φορές η αιτία να αποφεύγω συστηματικά άτομα – άνδρες και γυναίκες – που είχαν μια ροπή, μια τάση να «κουτσομπολέψουν» και έτσι ίσως να έχασα και κάποιους συνεργάτες ή και φίλους που είχαν αυτό το «χόμπι».
Κι έρχεται σήμερα το ρεπορτάζ της Καρολίνας Παπακώστα στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» με τον τίτλο «Κουτσομπολιό: Μας φέρνει πιο κοντά», Η… αρχαιότερη μορφή μέσων μαζικής ενημέρωσης μας χαλαρώνει, λένε οι επιστήμονες και εγώ διαβάζω και τρελαίνομαι….

Και συνεχίζει παρακάτω (σταχυολογώ τα πιο σημαντικά) :
«Με ευχαριστεί πολύ να κάνω κους κους με φίλους. Είναι κάτι που όλοι ανεξαιρέτως έχουμε κάνει, είναι στη φύση μας και μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά διασκεδαστικό, αλλά το πρωταρχικό είναι να μη σχολιάζεις με κακοήθεια», λέει μία κυρία.
Σύμφωνα με τον κ. Αντώνη Γεωργούλα αναπληρωτή καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, «ο κοινωνικός σχολιασμός έχει μια ψυχολογική πλευρά, καθώς συνδέεται με συναισθήματα και μάλιστα με αρνητικά- ζήλια, μνησικακία. Εμπεριέχει, επίσης, ποικίλες κοινωνικές λογικές: μπορεί να αποτελεί στρατηγική απαξίωσης ενός προσώπου, αλλά από την άλλη μπορεί και να αποτελεί στρατηγική έμμεσης προβολής».
Για τους περισσότερους ο λεγόμενος «κοινωνικός σχολιασμός» είναι κατ΄ εξοχήν γυναικείο σπορ. Σήμερα, όμως, υποστηρίζεται ότι «το στερεότυπο της γυναίκας κουτσομπόλας είναι μύθος, αφού και οι άνδρες επιδίδονται στο σπορ με την ίδια ευχέρεια, αν όχι και με μεγαλύτερη !
«Σε γενικές γραμμές, στις σύγχρονες κοινωνίες το κουτσομπολιό είναι θέμα κοινωνικής θέσης και επαγγελματικής τροχιάς κι όχι θέμα φύλου», επισημαίνεται, «ο τρόπος με τον οποίο γίνεται το κουτσομπολιό σχετίζεται με το μορφωτικό υπόβαθρο του ατόμου» και ότι «σήμερα έχει αποδειχθεί η σχέση του με τη χαλάρωση, την εκτόνωση του άγχους, την αποφόρτιση στους χώρους τις εργασίας».
Το κουτσομπολιό στη σύγχρονη εποχή πέρα από την πρόσωπο με πρόσωπο επαφή, έχει πάρει και άλλες μορφές. Η δημοφιλέστερη όλων είναι οι κουτσομπολίστικες εκπομπές στην τηλεόραση. Η πιο πρόσφατη εκδοχή του είναι το διαδικτυακό. Δεν είναι τυχαίο ότι σε έρευνα του Πανεπιστημίου Αιγαίου το 50% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι μπαίνουν στο Facebook για επικοινωνία και κοινωνικά σχόλια.
Αλλά για να μην αναθαρρέψουν οι επιτήδειοι και χομπίστες του είδους – και ανθεί πάρα πολύ τελευταία, αυτό το «είδος», θέλω να παραθέσω μερικά λόγια αρχαιότερων από μας για το θέμα και να κλείσω με ένα ανέκδοτο με ηθικό δίδαγμα :
Διογένης : «Απ’ τ’ άγρια θηρία το χειρότερο δάγκωμα το κάνει ο συκοφάντης, απ’ τα ήμερα ο κόλακας»…
Σωκράτης : «Ο κακολόγος σκοτώνει την τιμή ενός ανθρώπου, ενώ ο φονιάς τη ζωή. Αλλά επειδή η τιμή είναι ανώτερη από τη ζωή, η κακολογία είναι σοβαρότερη από το φόνο, γιατί ο φονιάς σκοτώνει με μεγάλο κίνδυνο της ζωής του μόνο τους ζωντανούς, ενώ ο κακολόγος με μια κουβέντα του και με μεγάλη ασφάλεια σκοτώνει και ζωντανούς και πεθαμένους»…
Χίλων της Σπάρτης : «Διαβολήν μίσει» (να μισείς τη συκοφαντία).
Ενώ όταν ο Αριστοτέλης όταν έμαθε ότι κάποιοι τον συκοφαντούσαν, απάντησε: «Καθόλου δεν με νοιάζει! Όταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν».
Ο Τζορτζ Σουίφτ: «Η συκοφαντία συνήθως χτυπάει τους άξιους ανθρώπους, όπως τα σκουλήκια ρίχνονται πάνω στα καλύτερα φρούτα».
Ο Α. Κοτσέμπου: «Αν συκοφαντήσεις έναν έντιμο άνθρωπο, είναι το ίδιο εύκολο όπως και να σκοτώσεις εκείνον που κοιμάται».
Ο δε Μέγας Ναπολέων : «Οι επιδέξιοι κόλακες συνήθως είναι το ίδιο επιδέξιοι συκοφάντες».

Και το ανέκδοτο : Μια μέρα ο Σωκράτης έκανε τη βόλτα του, όταν κάποιος γνωστός του, του ανακοίνωσε ότι κάτι σημαντικό είχε αν του πει για έναν από τους μαθητές του. Ο Σωκράτης του είπε ότι θα ήθελε, πριν του πει τι είχε ακούσει, να του κάνει το τεστ της «τριπλής διύλισης».
– Τριπλή διύλιση; Ρώτησε εκείνος με απορία.
– Ναι, πριν μου πεις τι άκουσες για το μαθητή μου θα ήθελα να κάτσουμε για ένα λεπτό και να φιλτράρουμε αυτό που θέλεις να μου πεις.
– Εντάξει δάσκαλε.
– Το πρώτο φίλτρο είναι αυτό της αλήθειας. Είσαι λοιπόν, εντελώς σίγουρος ότι αυτό που πρόκειται να μου πεις είναι αλήθεια;
– Ε… όχι ακριβώς, απλά το άκουσα όμως και …
– Μάλιστα, άρα δεν έχεις ιδέα αν αυτό που θέλεις να μου πεις είναι αλήθεια ή ψέματα. Ας δοκιμάσουμε τώρα το δεύτερο φίλτρο, αυτό της καλοσύνης. Αυτό που πρόκειται να μου πεις για τον μαθητή μου είναι κάτι καλό;
– Καλό; Όχι το αντίθετο μάλλον …
– Άρα, συνέχισε ο Σωκράτης θέλεις να πεις κάτι κακό για τον μαθητή μου, αν και δεν είσαι καθόλου σίγουρος ότι είναι αλήθεια.
Ο τύπος έσκυψε το κεφάλι από ντροπή και αμηχανία.
– Παρόλα αυτά, συνέχισε ο Σωκράτης, μπορεί ακόμα να περάσεις το τεστ γιατί υπάρχει και το τρίτο φίλτρο. Το φίλτρο της χρησιμότητας. Είναι αυτό που θέλεις να μου πεις κάτι που μπορεί να φανεί χρήσιμο σε κάτι;
– Όχι, δεν νομίζω …
– Άρα, λοιπόν, αφού αυτό που θα μου πεις δεν είναι ούτε αλήθεια, δεν είναι ούτε καλό, ούτε χρήσιμο, γιατί θα πρέπει να το ακούσω;
Κι εκείνος έφυγε ντροπιασμένος, έχοντας πάρει ένα καλό μάθημα.