Σκοντάφτει αδέξια το χέρι. 

Είναι αμήχανη η γραφίδα. Δεν απλώνει το κείμενο. Αμηχανία… Ακριβώς το αντίθετο από αυτό που μια  ζωή μας δίδασκε ο Δημήτρης (Τζήμας) Χατζής.. Με τη ζωή του, σε όλη του τη ζωή.

«Μπρε-μπρε ανάποδος καιρός» γράφει στο θεατρικό του έργο «Τα σκουλήκια» ο Νίκος Περέλης, που δεκαπέντε χρόνια πριν σκηνοθετούσε, αυτό το πρώτο του έργο με το Θεατρικό Εργαστήρι του ΜΕΣ Γόννων.  Όμως μόλις πριν λίγες μέρες ήρθε για σένα φίλε μου  ο ανάποδος καιρός

Η ερασιτεχνική δημιουργία ήταν για τον Τζήμα κάτι ιερό δεν ήταν κάτι πρόχειρο κάτι για κατανάλωση, για πλάκα. Κι έτσι μας την δίδαξε … Δύσκολα στην αρχή να τον καταλάβουμε, να δούμε μέσα από το δικό του πάθος αυτό που κάναμε, αλλά η δική του επιμονή, υπομονή και κυρίως η δική του φλόγα μας έβαλε στο «τριπάκι» του αληθινού ερασιτεχνισμού. Έτσι το τελικό αποτέλεσμα είχε πάντα κάτι από την  τελειότητα, από την επιμονή του στη λεπτομέρεια. Ψιλοφευγάτος δάσκαλος απ’ το παράξενο εκείνο είδος που σου «φύτευε» πράγματα στο μυαλό, κάνοντας ακόμα και τις παραδοξολογίες, κάτι σαν μια κουβέντα φυσική, μεταξύ φίλων, όπου ο ένας πιάνει τους κώδικες του άλλου στο φτερό μια συνωμοσία αλληλοκατανόησης που περιστρέφονταν γύρω από τις γνώσεις και ταξίδευε απ’ τον έναν στον άλλον σαν ένα παιχνίδι, σαν μια διαρκής μύηση σε ό,τι κάθε φορά επέλεγε να αφιερωθεί….

Δεν αναδείκνυε μόνο τα έργα που σκηνοθέτησε με τις θεατρικές ομάδες των Γόννων, του Ομολίου και της Αγιάς, δεν αναδείκνυε μόνο τις δυνατότητες απλών καθημερινών ανθρώπων που ανέβαζε στο «σανίδι» – μικρών και μεγάλων – χωρίς θεατρική παιδεία, αλλά ήθελε να δίνει και έδινε πάντα  μηνύματα για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, για τη ζωή και την κοινωνική δικαιοσύνη. Ξεκινώντας από τους φίλους και συνεργάτες του και φτάνοντας στον απλό άνθρωπο της επαρχίας, του χωριού και της πόλης, γιατί το ερασιτεχνικό θέατρο χάρη στο άνθρωπο αυτό, ξεπέρασε τα όρια των Γόννων, του Ομολίου, της Αγιάς και έφτασε σε αίθουσες και σχολεία της Θεσσαλίας και της Ελλάδας ολόκληρης.

Με το ίδιο μεράκι, τον ίδιο ζήλο και στην οργάνωση των εκδηλώσεων για το καρναβάλι των Γόννων, το γιορτασμό του Πολυτεχνείου και την επέτειο για την Εθνική Αντίσταση για αρκετά χρόνια. Με το ίδιο ζήλο στο χωράφι, το συνεταιρισμό αλλά και με τον παραγωγό που ολόψυχα και καλόκαρδα του αφιερώθηκε, αποκρούοντας ευκαιρίες για «καριέρα». Δεν υπήρξε τομέας με τον οποίο ασχολήθηκε, που να μην τον δει στα σοβαρά – γεωπονία, πολιτισμός, τοπική αυτοδιοίκηση, συνδικαλισμός, σεμινάρια, κ.λ.π. – και να μην του αφιερώσει το χρόνο που του έπρεπε τις περισσότερες φορές σε βάρος των προσωπικών του στιγμών.

Ήταν ένα ανήσυχο και φιλότιμο πνεύμα που πάντα ήθελε να προσφέρει …Στόχος του ότι κι αν έκανε, από το πιο απλό μέχρι το πιο σύνθετο, ήταν με τις πράξεις του και τις αφηγήσεις του να κλέβει το μυαλό και την καρδιά των συνομιλητών του για να προσπαθούνε όλοι μαζί ν’ αλλάξουνε τον κόσμο! Πάντα ήθελε να αφυπνίσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους και συνειδήσεις και να δείχνει σε όλους ότι υπάρχουν τρόποι αντίστασης στην αυθαιρεσία και την  εξουσία.

Τίμησε τις αρχές του. Ήταν ένας διανοητής της Αριστεράς, που αφιέρωσε τη ζωή και το έργο του στον αγώνα για τα ιδανικά που τον ενέπνευσαν, επιλέγοντας μάλιστα «να διατηρήσει μια ξεχωριστή άποψη σε δύσκολες στιγμές», να παλέψει «με αξιοπρέπεια» και να «κερδίσει το σεβασμό όλων»… Έδωσε το “παρών” στην πρώτη γραμμή της πολυκύμαντης ιστορίας των κοινωνικών αγώνων αδιάκοπα από τη μεταπολίτευση μέχρι και σήμερα, αγωνιστής «με υψηλή κοινωνική και πολιτιστική προσφορά, με πλούσιο αναγνωρισμένο πολιτιστικό έργο και με διακριτή δημόσια παρουσία». Πολιτικοί φίλοι και αντίπαλοι, όλοι όσοι τον γνωρίσανε προσωπικά, αναγνώρισαν στο πρόσωπό του ένα σημαντικό πολιτικό άνδρα, έναν άνθρωπο με βαθιά αξιοπρέπεια και πραγματικό ήθος. Η ακεραιότητά του ήταν το μόνο στοιχείο φανατισμού στον χαρακτήρα του. Ασυμβίβαστος. Ανοιχτός πάντα σε όλα, χωρίς προκαταλήψεις και στερεότυπα, δίχως αγκυλώσεις. Ελεύθερος και δίκαιος.

Ακριβέ μου φίλε,

Έφυγες μαχητής, όρθιος, λεβέντης, με αξιοπρέπεια, και μας δίδαξες για το μεγάλο ταξίδι στην Ιθάκη. Έφυγες  με το χειροκρότημα όλων και  το θόρυβο εκατοντάδων φωνών που λένε ζεις μες τις καρδιές μας, μας ενώνεις, μας εμπνέεις. Ορφανέψαμε, όλοι ορφανέψαμε.

Δεν ακολουθούσες τα ρεύματα, τουναντίον προκαλούσες ρήξεις, δημιουργώντας οράματα και χαρισματικός όπως ήσουν  κατόρθωνες να είσαι συγκαταβατικός ακόμα και με την ανθρώπινη αγνωμοσύνη. Έχασες τη μόνη μάχη που δεν μπορούσες να κερδίσεις, τη μάχη με το θάνατο. Η οικογένειά σου στερείται του δημιουργού της κι εμείς στερούμαστε ενός συντρόφου που παλέψαμε με τις ίδιες ιδέες για να κάνουμε πράξη την πολιτιστική και όχι μόνο αναβάθμιση του τόπου μας. Η σχέση μας στηρίζονταν σε κοινές προσδοκίες και στη βαθειά πίστη ότι τα όνειρά μας μπορούσαν να γίνουν πραγματικότητα.

Μας εγκατέλειψες πρόωρα, αλλά άφησες έργο σε πλήρη ακμή, πλήρη εξέλιξη. Μας αφήνεις για παρακαταθήκη το πάθος σου για τη ζωή, τις ρηξικέλευθες απόψεις σου, την τόλμη και την αποφασιστικότητά σου για την ελευθερία, την ειρήνη στο κόσμο, την κοινωνική ευαισθησία και δικαιοσύνη.

«Η πιο μεγάλη προσπάθεια στη ζωή βρίσκεται στο να μη συνηθίσεις το θάνατο». Το προσπάθησες μέχρι το τέλος. Το κατόρθωσες ! Και έφυγες από τον μάταιο τούτο κόσμο, «με τα μάτια κλειστά και την καρδιά ορθάνοιχτη» … «Άνοιξες τις φτερούγες σου για άλλους γαλαξίες, ξυπόλητος αρχάγγελος λουσμένος μες το φώς» …..

Μια ευχή στους οικείους σου που τους βαραίνει η οδύνη : Να φιλιώσουν με το μεγάλο εχθρό, το Χρόνο. Αυτόν που όλα τα μεγαλώνει, εκτός από ένα : τον πόνο …


* Το αφιέρωμα δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» της Λάρισας την Πέμπτη 5 Φλεβάρη 2009