Για να έχουμε μια πραγματική εικόνα του κόσμου που ζούμε η Γενική Γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας κα Αϊρίν Χαν πριν λίγες μέρες  προλογίζοντας τη φετινή ετήσια έκθεση της οργάνωσης είπε : «Καθόμαστε πάνω σε πυριτιδαποθήκη ανισότητας, αδικίας και ανασφάλειας, που είναι έτοιμη να εκραγεί»! και προειδοποίησε ανοικτά για τους σοβαρούς κινδύνους που γεννά η σύγχρονη βαρβαρότητα του κόσμου μας. «Δισεκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν από ανασφάλεια, έλλειψη δικαιοσύνης και προσβολή της αξιοπρέπειάς τους. Πίσω από την οικονομική κρίση βρίσκεται μια εκρηκτική κρίση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κρίση που σχετίζεται με ελλείψεις τροφίμων, θέσεων εργασίας, καθαρού νερού, γης και κατοικίας, μαζί με αυξανόμενη ανισότητα και ανασφάλεια, ξενοφοβία και ρατσισμό, βία και καταπίεση», υποστήριξε. «Απαιτούμε αξιοπρέπεια»

 … «Απαιτούμε αξιοπρέπεια για τους κρατούμενους της φτώχειας. Θα αμφισβητήσουμε νόμους, πολιτικές και πρακτικές που κάνουν διακρίσεις και ρίχνουν τους ανθρώπους στη φτώχεια. Για να απενεργοποιηθεί η ωρολογιακή βόμβα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χρειάζεται μια νέα παγκόσμια συμφωνία χωρίς επιλεκτικές προσεγγίσεις», τονίζει η κ. Χαν. «Οι φωνές των ανθρώπων που διαμαρτύρονται καταστέλλονται με θράσος και ατιμωρησία. Όσοι ευθύνονται για τις καταπατήσεις (κυβερνήσεις, μεγάλες επιχειρήσεις και διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα) παραμένουν αμετανόητοι και δεν λογοδοτούν», προσθέτει.


Αυτό είναι το γενικότερο παγκόσμιο κλίμα στο οποίο Ευρωπαίοι και Έλληνες καλούνται και μέσω των εκλογών της 7ης του Ιούνη να στείλουν  τα δικά τους μηνύματα …

Μηνύματα με αποχή ή με συμμετοχή; Τα καλύτερα συνθήματα που διάβασα και μου άρεσαν είναι τα  «Η αποχή δεν τιμωρεί», «Αποχή ή απόχη;», «Δεν μαυρίζω – τους μαυρίζω» και « Χάσε ένα μπάνιο για να χάσουν τον ύπνο τους». Συνθήματα υπέρ της αποχής δεν διάβασα, οι χώροι όμως και οι άνθρωποι που καλυμμένα ή ακάλυπτα την προωθούν  δεν μου ενέπνευσαν ποτέ εμπιστοσύνη. Άρα συμμετοχή !

Πριν πω όμως γιατί συμμετοχή να πω και μια ακόμη  αλήθεια. Στις ευρωεκλογές του Ιούνη και στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες της Ε.Ε. οι ψηφοφόροι θα ψηφίσουν για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αλλά όχι για την Ευρώπη ! 

Τα κόμματα και οι ψηφοφόροι προτάσσουν τις εσωτερικές εξελίξεις ως βασικό κριτήριο επιλογής της ψήφου, ενώ τα θέματα που έχουν σχέση με τη μελλοντική πορεία της Ευρώπης περνάνε σε δεύτερη μοίρα.  Αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα και όχι μόνο στην Ελλάδα. Και δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, αφού στο ερώτημα «ποια Ευρώπη θέλουμε» η απάντηση δεν μπορεί να προκύψει από τις ευρωεκλογές. Αν η Ευρώπη θα ακολουθήσει συντηρητική ή προοδευτική πολιτική, εξαρτάται κυρίως από τις εθνικές εκλογές κάθε χώρας, όσο κι αν αυτό ακούγεται παράδοξο. Και να γιατί : Η ευρωπαϊκή πολιτική καθορίζεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο οποίο μετέχουν οι αρχηγοί των κρατών – μελών και το Συμβούλιο Υπουργών της Ε.Ε., γιατί εκεί παίρνονται οι αποφάσεις. Καθοριστικό ρόλο σε αυτά τα όργανα παίζει ο συσχετισμός που υπάρχει μεταξύ συντηρητικών ή προοδευτικών – με εισαγωγικά ή χωρίς –  κυβερνήσεων, ποιες δηλαδή έχουν την πλειοψηφία… Αλλά και η σύνθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εξαρτάται από τον συσχετισμό μεταξύ των κυβερνήσεων… Τώρα πρόεδρος της Επιτροπής είναι ο συντηρητικός Μπαρόζο. Επίσης, οι περισσότεροι επίτροποι είναι συντηρητικοί, γιατί οι περισσότερες κυβερνήσεις είναι συντηρητικές. Επομένως, η ψήφος των πολιτών για το Ευρωκοινοβούλιο δεν καθορίζει την ευρωπαϊκή πολιτική και πορεία. Σε πολλές περιπτώσεις ούτε καν την επηρεάζει, αφού οι αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου ή ανατρέπονται ή δεν εισακούονται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής. Μπορεί αυτή η κατάσταση να αλλάξει ; Ναι μπορεί. Μόνο με την ουσιαστική αναβάθμιση του ρόλου του Ευρωκοινοβουλίου.

Συμμετοχή,  σημαίνει και γνώση … την έχουμε όμως ; Αν βγεις στο καφενείο και ρωτήσεις «τι σημαίνει και τι είναι για σένα η Ευρώπη σήμερα;» αν πάρεις απαντήσεις, γιατί ιδέα δεν έχουν οι περισσότεροι – φροντίζει άλλωστε για αυτό και η καλή μας τηλεόραση – θα είναι αόριστες,  γενικόλογες και θα σου έρθουν και υπό μορφή ερωτήσεων του στιλ «θα συνεχιστούν οι επιδοτήσεις μετά το 2013;» Όσο για προχωρημένες ερωτήσεις .. «τι σημαίνει η συνθήκη του Μάαστριχτ και αν αυτή πρέπει να αλλάξει;» ή «γιατί Αμερική και Ευρώπη αντιμετωπίζουν διαφορετικά την κρίση η μεν πρώτη προσπαθώντας να τονώσει τη ζήτηση και να ενισχύσει την απασχόληση με ρίσκο τον πληθωρισμό η δε δεύτερη με αμήχανους τους ηγέτες της να επιμένουν στο σύμφωνο σταθερότητας αδιαφορώντας για τις απολύσεις, τα ελαστικά ωράρια και τη φτώχεια;» άστο καλύτερα γιατί θα «γράψουμε κάτω από τη βάση».

Συμμετοχή επίσης σημαίνει και απολογισμός για τα μέχρι σήμερα γενόμενα. Κι αρχίζω από το πιο σημαντικό μετά την ένταξή μας στην Ε.Ε., το ευρώ. Καλή απαντάνε οι περισσότεροι η νομισματική ένωση, αλλά δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη σύγκριση τιμών με τη δραχμούλα μας κι αυτό μόνο λύπη αν όχι και αγανάκτηση μας φέρνει. Όσο για τη σύγκλιση μισθών και τιμών στην Ε.Ε. και στην ευρωζώνη αυτά για την Ελλάδα είναι «πράσινη ανάπτυξη» ή πράσινα άλογα ! Να αναλύσουμε το πώς είδαν και πως αντιμετώπισαν την κρίση οι ηγέτες της Ε.Ε. και να θαυμάσουμε τη συνοχή τους ; Ο καθένας για την πάρτι του, για τις δικές του βιομηχανίες, για τα εθνικά του συμφέρονται έστω και συγκρουόμενος με τους υπόλοιπους (βλέπε Μέρκελ – Σαρκοζί – Μπράουν). Κι αυτά συνέβησαν στο λεγόμενο οικονομικό τομέα που είναι και το κύριο αντικείμενο της Ε.Ε., γιατί αν δούμε το πως χειρίστηκαν ή χειρίζονται τα θέματα ευρωπαϊκής ασφάλειας κ.λ.π , ας το ΝΑΤΟ και τους «συμμάχους» αμερικάνους να κάνουν το παιχνίδι τους …

Είδαμε βέβαια και την δημοκρατία σε όλο της το μεγαλείο για το Ευρωσύνταγμα . Οι λαοί, όταν καλέστηκαν ευθέως να αποφασίσουν για σημαντικά θέματα (όπως είναι η Συνθήκη της Λισσαβόνας) διαφοροποιήθηκαν από τη συμπεριφορά και τις αποφάνσεις των πολιτικών εκπροσώπων τους, νιώθοντας ότι δεν υλοποιείται  – αλλά καταστρατηγείται – η δική τους θέληση και εντολή. Διαπιστώθηκε αυτό στο δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα (απορρίφθηκε στη Γαλλία, στην Ολλανδία στην Ιρλανδία)… Φοβούμενοι, λοιπόν,  αυτή την εξέλιξη οι ιθύνοντες της Ένωσης  – και ακριβώς επειδή λειτουργούν ερήμην των λαών- προτίμησαν η  επικύρωση της Συνθήκης να γίνει από τα εθνικά κοινοβούλια και όχι μέσω δημοψηφισμάτων… Τα συμπεράσματα δικά σας.

Συμμετοχή πάλι σημαίνει και στόχους. Αν την προηγούμενη δεκαετία στόχος ήταν το 35ώρο, η λιγότερη δουλειά, η δουλειά για όλους, το περισσότερο κοινωνικό κράτος, κ.λ.π … σήμερα ποιοι είναι οι στόχοι μας ; Να δουλεύουμε λιγότερες ώρες με λιγότερο μισθό που δεν θα φτάνει να καλύψουμε τις στοιχειώδεις – βασικές ανάγκες ; Γιατί εκεί μας πήγαν Ε.Ε. και ελληνικές κυβερνήσεις τα τελευταία δέκα χρόνια. Για θέματα περιβάλλοντος δεν θέλω να μιλήσω … βλέπω κάθε μέρα το ποτάμι μας τον Πηνειό, κολυμπάω όπως όταν ήμουνα μικρός στα γάργαρα νερά του, πίνω  άφοβα το νερό του για να ξεδιψάσω, τρώω τα φρέσκα χέλια του … γιατί να πάω παραπέρα ;

Όσο για τις προβλέψεις που κάνουν οι ίδιοι οι παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης μάλλον  απαισιόδοξες. Αντί να προσπαθήσουν να συμφωνήσουν σε ένα κοινό σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης, εξαντλούνται σε συστάσεις για περικοπές δημοσίων δαπανών, περιορισμούς στα εισοδήματα των εργαζομένων, λήψη μόνιμων μέτρων φορολογικών και άλλων, τα οποία θα οδηγήσουν τους πολίτες της Ευρώπης με πρώτους τους έλληνες, σε εξαθλίωση. Αισθάνεται ο Ευρωπαίος πολίτης – όχι μόνον ο Έλληνας – απροστάτευτος απέναντι στην καταιγίδα και απογοητευμένος από το οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και προπαντός τους διαχειριστές του, που αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά λοιπόν, οι δημοσκοπήσεις λένε πως οι έλληνες γίναμε «ευρωσκεπτικιστές» ! Αν πας βρε δημοσκόπε σε κανένα καφενείο και πεις το έλληνα ότι είναι «ευρωσκεπτικιστής» θα σου πει «Τι είμαι; Τρελάθηκες! Έχω τόσα πολλά στο κεφάλι μου. Σιγά μη με απασχολεί κι αυτό».

Τι θέλω τώρα εγώ απ’ την Ευρώπη ή καλύτερα τα «δεν θέλω» πρώτα : δεν θέλω περισσότερο νεοφιλελευθερισμό, με καμιά παρέκκλιση από το Σύμφωνο Σταθερότητας, από την πολιτική δηλαδή που μας  οδήγησε σήμερα σε μια βαθιά και διπλά διχασμένη Ευρώπη. Δεν θέλω να κυριαρχούν στις αποφάσεις  τα συμφέροντα  του γαλλογερμανικού άξονα για αυστηρή προσήλωση στο Σύμφωνο Σταθερότητας, τα οποία βρίσκονται  σε ευθεία αντιπαράθεση, με την ανάγκη των μεγάλων δημόσιων δαπανών, για να μην πληρώσουν το μάρμαρο της κρίσης οι λαοί. Δεν θέλω πρώτα και κύρια η Ευρώπη να είναι βαθειά διχασμένη ενώ η ταξική πόλωση και ο κοινωνικός αποκλεισμός να παίρνουν πρωτόγνωρες διαστάσεις. Δεν θέλω η Ε.Ε. να είναι ένα στρατηγείο του κεφαλαίου και των πολυεθνικών. Θέλω οι ευρωπαίοι πολίτες και οι εργαζόμενοι να μπορούν να ξεσηκώνονται κατά εκατομμύρια σε απεργίες και διαδηλώσεις ενάντια στις πολιτικές που εκπορεύονται από την Ε.Ε. Θέλω να καταργηθούν το ευρω-φακέλωμα που μόλις πριν λίγες μέρες άρχισε να λειτουργεί και επίσημα, το μοίρασμα της εργασίας. Θέλω μια Ευρώπη της πραγματικής δημοκρατίας, της ειρήνης, της οικονομικής και κοινωνικής ισότητας των πολιτών της, μια Ευρώπη της δικαιοσύνης και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Αν τώρα αυτά τα «θέλω» και «δεν θέλω», σύμφωνα με τα μοντέλα των φιλελεύθερων, του Μπαρόζο και του σοσιαλιστή Αλμούνια,  με κατατάσσουν στους αντιευρωπαϊστές τόσο το χειρότερο για τα μοντέλα και τόσο το καλύτερο για την Ευρώπη των λαών της.

Κι αρχίζει η προεκλογική εκστρατεία που τόσο καλά περιέγραψαν τόσο ο Αριστοφάνης : «τη γνωρίζω καλά -λέει- τη συμπεριφορά των αγροίκων (αστών), πόσο πολύ ενθουσιάζονται αν κάποιος παινεύει τους ίδιους και την πόλη τους· κάποιος αλαζών που μιλάει άδικα ή όχι· έτσι χωρίς να το παίρνουν είδηση διόλου, ξεπουλιούνται», όσο και ο φιλόσοφος Καρνεάδης ο οποίος αν ζούσε θα έβαζε στους υποψήφιους το ερώτημα-δίλημμα (τη διάκριση) ανάμεσα στη δικαιοσύνη και τη φρόνηση, ότι αυτά τα δύο δεν μπορούν να ταυτίζονται· ανάγκαζε δε, με παραδείγματα τους υπέρμαχους της δικαιοσύνης να αποδεχτούν ότι η οικουμενική αξία της δικαιοσύνης είναι πέρα για πέρα ατομικό συμφέρον. (Κάποιος θέλει να πουλήσει ένα σπίτι που είναι μολυσμένο και μόνον αυτός το ξέρει. Αν παραδεχτεί τη μόλυνση, είναι συνετός· θεωρείται όμως ανόητος αφού θα το πουλήσει για ένα κομμάτι ψωμί ή καθόλου. Εάν το αποκρύψει, θεωρείται σοφός γιατί υπερασπίζεται το ατομικό του συμφέρον, αλλά είναι απατεώνας.) Αλλά ο λαός -παραδόξως πώς- αρνείται να βγάλει από μέσα του τον Καρνεάδη και τον Αριστοφάνη… Ακούει και δεν μιλάει.

Και  φτάνουμε στην κάλπη, κόμματα και πολίτες. Και λέω πρώτα κόμματα γιατί αν είσαι με την Ευρώπη, διευρυμένη ή μη, φιλελεύθερη, σοσιαλδημοκρατική ή αριστερή, το δηλώνεις καταθέτεις τις θέσεις – προτάσεις και ζητάς την ψήφο των πολιτών, αν δεν είσαι τώρα με την Ευρώπη επίσης το δηλώνεις και δεν ζητάς καμμία ψήφο. Το ναι μεν αλλά είναι το ανέντιμο…

Όσοι λοιπόν βρίσκονται στο σκληρό πυρήνα των δύο μεγάλων κομμάτων, αλλά και των μικρότερων, δεν νομίζω να τους αγγίζει τίποτα ξέρουν χρόνια τώρα τι θα ψηφίσουν. Όσοι ταλαντεύονται στο «δίλημμα» βαρβαρότητα με Siemens ή σοσιαλισμός με Siemens που λέει και ο Στάθης, πρέπει σύντομα να αποφασίσουν …. Κι αν πούνε όχι και στα δύο τότε τι;

Μικρότερα κόμματα. Μικρό κόμμα όμως που άμεσα ή έμμεσα στηρίζει τον δικομματισμό, που μπορεί μέσω των συνεργασιών να συντηρήσει ή να ανανεώσει το σύστημα, αλλά όχι να το αλλάξει ή να το ανατρέψει, ή μικρό κόμμα που μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στο σύστημα με σκοπό τη δρομολόγηση ουσιαστικών οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών;

Εδώ «μπαίνει» και η Αριστερά … κι επειδή την έζησα από μικρός και την ψηφίζω, παρά τις σοβαρές ενστάσεις που έχω για θέσεις της και πρακτικές της θέλω να τονίσω ότι :

Σε μια εποχή ραγδαίων αλλαγών και δραματικών ανατροπών, μήπως η αριστερά έχει ξεπερασθεί από τα πράγματα; Μήπως τελειώσαμε με τις ιδεολογίες και πρέπει να προσαρμοσθούμε στις αδήριτες επιταγές της «παγκοσμιοποίησης» και της «νέας τάξης»; Η απάντησή μου, δεν μπορεί παρά να είναι αρνητική. Παρά τη μεγάλη κρίση της η αριστερά παραμένει η μόνη ελπίδα για έναν κόσμο με επίκεντρο τον άνθρωπο και όχι το κέρδος. Κι αυτό γιατί μπορεί ακόμα και σήμερα : Να πρωτοστατήσει, στη διαμόρφωση δημοκρατικών υπερεθνικών και παγκόσμιων θεσμών, που θα μετασχηματίσουν την ψευδεπίγραφη, ολιγαρχική και ισοπεδωτική «παγκοσμιοποίηση» σε γνήσια, δημοκρατική και πολύχρωμη οικουμενικότητα, να υπερασπισθεί την ουσία της δημοκρατικής συμμετοχής και να ενεργοποιήσει ξανά τα κουρασμένα αντανακλαστικά της πολιτικής αντιπροσώπευσης, που παραπαίει στη λαμπερή πλην εξόχως παραπλανητική και επικίνδυνη σκηνή των ΜΜΕ, να υπερασπισθεί τους θεσμούς της κοινωνικής προστασίας, που υφίστανται μια πρωτοφανή επίθεση, να αντιταχθεί στη συνεχή συρρίκνωση των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών. Καμία άλλη δύναμη δεν φαίνεται και σήμερα ικανή να υπερασπισθεί αλλά και να προεκτείνει στο μέλλον τις πολιτικές και κοινωνικές κατακτήσεις δύο αιώνων, εκτός από αυτήν που τις επέβαλε, και μάλιστα με θύματα.

Βρισκόμαστε, ζούμε σε μια εποχή που η Αριστερά είναι περισσότερο παρά ποτέ αναγκαία σε ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο επίπεδο. Παρ’ όλα αυτά έχουμε φαινόμενα όπως στη Γαλλία όπου το Γ.Κ.Κ. κατάφερε στις προηγούμενες εκλογές να αυτοεξαφανισθεί αλλά και ελπιδοφόρα μηνύματα από άλλα ευρωπαϊκά κράτη αλλά και χώρες της Λατινικής Αμερικής που απέδειξαν ότι η απόσταση από την αριστερή παρέμβαση σε απλά και πολύπλοκα προβλήματα της καθημερινότητας (στις γειτονιές, στους τόπους δουλειάς, στην ενημέρωση) έως την κυβερνητική εξουσία δεν είναι χαώδης και πάντως μπορεί να χτιστεί με καθημερινή επιμονή, πειστικό όραμα και ρεαλιστικά αποτελέσματα.

Στη χώρα μας τώρα, η Αριστερά έχει μεγάλη ιστορία και, σαν ανήσυχη φύση που είναι έχει και πολλές διαφορές στο εσωτερικό της. Προσωπικά  ούτε μπορώ ούτε  ζητώ να αρθούν αυτές οι διαφορές – «ας μπουν στο ψυγείο και σε είκοσι χρόνια τις ξαναβγάζουμε», λένε οι Γερμανοί αριστεροί, «αν έως τότε δεν τις έχουμε ξεπεράσει». Υπάρχουν όμως δέκα-είκοσι βασικά θέματα, στα οποία η Αριστερά και οι σύμμαχοι της Αριστεράς μπορούν να συμφωνήσουν σε μια κοινή βάση. Ποια είναι αυτά, η εκπαίδευση, η ασφάλιση, το περιβάλλον, η έρευνα, το φορολογικό σύστημα, η ενέργεια -σε αυτά τα θέματα μπορεί να συντεθεί ένα μίνιμουμ κοινό πρόγραμμα και να τεθεί υπ’ όψιν του λαού στα χρόνια που έρχονται. Γιατί όχι αμέσως μετά τις ευρωεκλογές. Δεν είναι δύσκολο … ένα restart χρειάζεται …

Η Αριστερά πέραν του ότι η ίδια είναι ολόκληρο κεφάλαιο στην παγκόσμια πολιτική σκηνή, είναι και ένα ξεχωριστό κεφάλαιο που δεν χωράει σ’ αυτό το κείμενο. Νοιώθω όμως  την ανάγκη ως ρομαντικός της Αριστεράς που ονειροπόλα εξακολουθεί να πιστεύει ότι ο απλός κόσμος θέλει την  ενότητά της και ονειρεύεται μια μεγάλη Αριστερά, να πω δύο λόγια ακόμη.

1. Εκτός από τις ηγεσίες των κομμάτων της Αριστεράς, υπάρχουν και πάρα πολλοί αριστεροί άνθρωποι που είτε δεν είναι ενταγμένοι σε κάποιο κόμμα ή πρόσκεινται φιλικά-συναισθηματικά ή και απλά ψηφίζουν κάποιο από τα κόμματα-κομμάτια της. Αρκετοί από αυτούς τους απλούς ανθρώπους και αγωνιστές που πιστεύουν αγνά, με πάθος  και με ειλικρίνεια στην ενότητα του χώρου,  νοιώθουν τελευταία, πικραμένοι με τα όσα διαδραματίζονται στον ευρύτερο χώρο της αριστεράς. Πέρα, λοιπόν, από τις όποιες ιδεολογικοπολιτικές διαφορές ανάμεσα στις ηγεσίες – κυρίως – εξακολουθούν να πιστεύουν ότι θέματα όπως αυτά που παραπάνω ανέφερα, είναι θέματα που αξίζουν μιας από κοινού αντιμετώπισης. Απαραίτητη προϋπόθεση για αυτό θα πρέπει να είναι η αρχή ότι κανένας μας, και κυρίως καμμία ηγεσία, δεν πρέπει διεκδικεί το δικαίωμα να μιλά ελεύθερα για όλους τους άλλους και να  ενοχλείται όταν ασκούν το ίδιο δικαίωμα και οι άλλοι.

2. Για μένα αλλά και για τους περισσότερους αριστερούς σήμερα, προέχουν τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι και η λύση τους, άρα ο κύριος στόχος της Αριστεράς θα πρέπει να είναι η μαζική και ενεργητική συμμετοχή του κόσμου από τις διαδηλώσεις και τις απεργίες μέχρι την συμμετοχή του στα κοινά της γειτονιάς … του κράτους, της Ευρώπης για την ανατροπή του σημερινού συστήματος και όχι η καλή περιφρούρηση «νόμιμων» διαδηλώσεων από τη μια ή η αναγκαστική συμμετοχή σε «γιαλατζί» διαδηλώσεις της ΓΣΣΕ και της ΑΔΕΔΥ με το τραγικό ένα ευρώ αύξηση στις συμβάσεις των εργαζομένων.

3. Λέω ναι στην «ανηπακοή» στο σύστημα χωρίς όμως πιστοποιητικά του ενός ή του άλλου ή του παραδίπλα, γιατί «καπελωμένη ανηπακοή» ούτε εξεγέρσεις ούτε αλλαγές μπορεί να φέρει.

4. Γνώμη μου επίσης είναι ότι πρέπει  πολύ σύντομα η αριστερά να καταθέσει ένα πλαίσιο θέσεων για τα μεγάλα θέματα της ελληνικής κοινωνίας και να καλέσει τις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας, τους διανοούμενους, τους πανεπιστημιακούς, τους συνδικαλιστές να συζητήσουν πάνω σε αυτό. Χρειάζονται προτάσεις που θα βγάζουν τη χώρα από το αδιέξοδο και  η χρονική συγκυρία είναι ιδανική. Όχι με ευκαιριακούς αλλά με πραγματικούς όρους, με όρους ανάγκης που εκπέμπονται από την κοινωνία. Η Αριστερά μπορεί, όπως άλλωστε έχει αποδείξει στο πρόσφατο παρελθόν, να καταθέσει προτάσεις ανατροπής και όχι απλώς διαχείρισης της σημερινής μίζερης κατάστασης. Αν δεν το κάνει, το κόστος για την ίδια θα είναι μεγάλο. Ακόμα πιο μεγάλο, όμως, θα είναι για όλες κι όλους τους Έλληνες πολίτες. Αν τα κόμματα είναι για να κάνουν καλύτερη τη ζωή των πολιτών, τότε ήρθε η ώρα της ενωμένης Αριστεράς.

5. Η ανατροπή αυτού του κυρίαρχου δικομματικού σκηνικού γίνεται, πλέον, όρος για την επιβίωση του ελληνικού λαού και των επόμενων γενεών. Έχουμε τα κότσια;

Γι’ αυτό η ψήφος στις ευρωεκλογές εκτός από το ότι πρέπει να κρίνει τις θέσεις των κομμάτων και τις προτάσεις τους για την έξοδο από την κρίση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός από το μήνυμα της ευρωκάλπης, θα πρέπει να είναι και ένα μήνυμα στο πολιτικό σύστημα της κάθε χώρας, της Ελλάδας αλλά και  στις ηγεσίες των κομμάτων της Αριστεράς για την ενότητα και το μέλλον της…

Καλησπέρα σας, καλό Σαββατοκύριακο ! Το καλοκαίρι  έρχεται, αλλά κάποιοι δεν λένε να φύγουν … Τι να κάνουμε ;

* (Αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις έδωσαν και κείμενα των : Δ. Τσακνή, Γ. Τριάντη, Στάθη, Α.Ρουμελιώτη, Τ. Παππά, Ε. Σωτηρίου, Γ.Σκουρέλη, Ρ. Λούξεμπουργκ, κ.ά. ).