«Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού». (Σύνταγμα της Ελλάδας, άρθρο 22).
Δυστυχώς, όμως, στον κόσμο που ζούμε, το δικαίωμα στην εργασία έχει καταντήσει αντικείμενο συναλλαγής, κομματικής πελατείας και κερδοφορίας των λίγων. Όσο για τα προγράμματα απορρόφησης ανέργων, κάθε άλλο παρά μεριμνούν για να εξασφαλιστεί εργασία σε όλους τους πολίτες. Και, βεβαίως, δεν μπορεί καν να γίνει λόγος για ηθική και υλική εξύψωση των εργαζομένων και προπαντός των ανέργων, σύμφωνα και με όσα ορίζει το Σύνταγμα.
Δραματική, επίσης, γίνεται κάθε μέρα και η κατάσταση των νέων ανέργων, αυτής της γενιάς των χαμένων ονείρων και των πολλών προσόντων, τα οποία δεν έχουν κανένα αντίκρισμα στην αγορά εργασίας, που κυριαρχείται από το ρουσφέτι. Δικαιολογημένα οργίζει αυτούς τους νέους η αδιαφορία της πολιτείας και θα τους βρει μπροστά της, στα συλλαλητήρια, στις απεργίες αλλά και στις κάλπες αργότερα, μαζί με τους μακροχρόνια ανέργους.
Νομίζω ότι η χειρότερη μορφή τρομοκρατίας για τους πολίτες, είναι αυτή της ανεργίας. Πανικοβάλλει τον άνθρωπο, του αφαιρεί κάθε διάθεση για δημιουργική συνύπαρξη, τον αφοπλίζει από την ασφάλεια που όλοι πρέπει να έχουμε, του διαστρεβλώνει τη συνείδηση και την προσωπικότητα, τον οδηγεί σε διαταραγμένες νοϊκώς πράξεις, κλείνει τις πόρτες του μέλλοντος στους νέους, διαλύει κάθε έννοια ταξικής συνείδησης, ωθεί στην παραβατικότητα.  Και δεν μπορεί να παταχθεί η τρομοκρατία της ανεργίας, αν δεν το αποφασίσει η ίδια η κοινωνία και αν δεν πάψει να εμπιστεύεται την τύχη της σε συνδικαλιστικές και κομματικές ηγεσίες κατώτερες των περιστάσεων.
Όταν ήμουν παιδί αλλά και παλαιότερα έρχονταν στο χωριό  ο προύχοντας – ο κομματάρχης και μοίραζε ελπίδα σε δεκάρικους λόγους. Έρχονταν κι ο έμπορας για τον καπνό κι αφού σου πέταγε για κάψιμο, εκεί στο ρέμα πίσω από την εκκλησία του Αγίου Γεώργιου, ένα μεγάλο μέρος του κι από Α’ που ήταν στο «έγραφε» στη Β΄ ή Γ’ ποιότητα, ύστερα μοίραζε καραμέλες στα παιδιά της γειτονιάς, χτύπαγε στην πλάτη τον ταλαίπωρο πατέρα, του έλεγε ότι θαυμάζει το κουράγιο, το ήθος και την εργατικότητά του, κι άφηνε και καμιά δεκάρα για να ξεχρεώσουμε τον μπακάλη από τα χρέη της χρονιάς και να πάρουμε και κανένα ζευγάρι παπούτσια από το παζάρι … Για αυτό, αν το παρατηρήσετε διαχρονικά, όλα τα καπνοχώρια με τον κομματάρχη και τον έμπορο πάνω από το κεφάλι τους και με εισόδημα κατά πως όριζαν εκείνοι και μάλιστα να το εισπράττεις μία φορά το χρόνο, από πολύ προοδευτικά στα χρόνια της κατοχής έγιναν τα περισσότερα πιο συντηρητικά σήμερα. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα που χρειάζεται πολύ κουβέντα….  
Σήμερα, λοιπόν, αντί όλων αυτών έχουμε το Μνημόνιο, την Τρόικα, το Δ.Ν.Τ., τον  Στρος-Καν, τον Ολι Ρεν και τα τσιράκια τους. Η ανεργία καλπάζει, μικρές επιχειρήσεις βάζουν «λουκέτο», συλλογικές συμβάσεις εξευτελίζονται, άνθρωποι ταπεινώνονται. Σε τούτη χώρα, με κυβέρνηση υπό κατοχή, όλα, πλέον, είναι πιθανά, όπως μια κοινωνική έκρηξη με απρόσμενες συνέπειες, μια επικίνδυνη αύξηση της εγκληματικότητας, μια εξέγερση των νέων, και άλλα πολλά.
Σ΄ αυτό το «αναπτυξιακό» μοντέλο και η επαρχία όπως και η Ελλάδα ολόκληρη αρχίζει να … χαιρετίζει τη νέα γενιά των μεταναστών της. Η αδυναμία της ελληνικής αγοράς να απορροφήσει τα νέα μυαλά, κάνουν τους νέους επιστήμονες στην αρχή αλλά και απλούς εργαζόμενους στο μέλλον, να στραφούν σε άλλες χώρες, όπου οι προοπτικές για εργασιακή αποκατάσταση και ποιότητα ζωής είναι καλύτερες. Στα οργανωμένα κράτη που πηγαίνουν έχουν, λένε, περισσότερες ευκαιρίες να δείξουν τι αξίζουν…
Στην περιοχή μας, στο νέο δήμο Τεμπών, το πρόβλημα της ανεργίας αρχίζει σιγά-σιγά να γίνεται έντονο. Παλαιότερα είχαμε το κλείσιμο των βιοτεχνιών της Raptex, στον Πυργετό και τους Γόννους, τώρα με την κρίση, η ανεργία φαίνεται στην Βιομηχανική Περιοχή στο Μακρυχώρι όπου από 2.500 εργαζόμενος το 2005-7 φτάσαμε σήμερα στους 500 περίπου ενώ ο νέος νόμος για τις συμβάσεις στον ιδιωτικό τομέα και για τις απολύσεις, μάλλον για νέες απολύσεις μας προδιαθέτει.
Ένα άλλο μεγάλο πλήγμα για την περιοχή μας θα είναι το φημολογούμενο κλείσιμο του Συσκευαστηρίου ελιών της ΕΑΣ Λάρισας στον Ευαγγελισμό, όπου εκτός από το μόνιμο προσωπικό της Ένωσης απασχολείται κι ένας μεγάλος αριθμός εργαζομένων, κυρίως γυναικών, από την περιοχή μας. Το πλήγμα βέβαια θα είναι και για τους ελαιοπαραγωγούς της περιοχής του νέου δήμου Τεμπών με δεδομένου ότι η περιοχή παράγει 9 μέχρι 16.000 τόνους ελιών – ανάλογα με τη χρονιά – από τις οποίες οι 3-5.000 τόνοι είναι ελιές βρώσιμες και οι υπόλοιποι 6-11.000 τόνοι είναι ελαιοποιήσιμοι και παράγονται κάθε χρόνο 750-2.100 τόνοι λάδι.
Πικρός είναι ο καφές για τους εναπομείναντες «φύλακες» της επαρχίας, όπου τα καφενεία των χωριών από μικρά  κοινοβούλια και εκκλησίες του δήμου που ήταν κάποτε δεν έμεινε παρά μόνο η τηλεόραση, η πρέφα κι ο πικρός καφές της παρηγοριάς. Η συλλογική ευημερία, δυστυχώς, παραμερίζεται από ένα αναπτυξιακό μοντέλο που δεν έχει καν μέλλον.
Ο λαός μας,  ακόμη και κάτω από τις έντονες επιρροές των δεσμωτών του, κατάφερνε να διατηρήσει στον σκληρό δίσκο της μνήμης του λέξεις όπως: αξιοπρέπεια και φιλότιμο. Και φυσικά δεν είναι οι μόνες λέξεις που θα μας χρειαστούν και στο μέλλον.  «Η αίσθηση της τιμής και της αξιοπρέπειας, ο εσωτερικός πλούτος γενικότερα μπορεί να είναι ίσως το μόνο αντίδοτο στη φτώχεια που δημιουργείται και επιβάλλεται από τα πολιτικά συστήματα» γράφει στο βιβλίο του «Στο σύνορο» ο Βασίλης Νιτσιάκος. «Το χειρότερο βέβαια, από όλα είναι η αδιαφορία, να λέει κανείς πως δεν μπορεί να κάνει τίποτα, την ώρα που ξεθεμελιώνονται όλες οι κοινωνικές κατακτήσεις“, γράφει στα 93 του χρόνια ο Γάλλος αντιστασιακός και διπλωμάτης, Στεφάν Εσέλ.
Όταν ένας ολόκληρος λαός – εργαζόμενοι, άνεργοι, συνταξιούχοι – έχουν να αντιμετωπίσουν ένα αντισυνταγματικό Μνημόνιο, είναι τόσο δύσκολο όλοι μας να απαιτήσουμε από τα συνδικάτα και τις ηγεσίες των κομμάτων που πραγματικά είναι ενάντια σε αυτές τις πολιτικές, ένα «κοινό μνημόνιο δράσης» πάνω σε βασικά σημεία, κόβοντας κάθε γέφυρα διαχωρισμού και διαφυγής μεταξύ μας ; Δεν είναι κρίμα ένας κόσμος ολόκληρος να μην μπορεί να ενωθεί, για να διαδηλώσει, να διεκδικήσει και να απαιτήσει το συνταγματικό του δικαίωμα στην εργασία και την ασφάλεια; Δεν είναι κρίμα οι χωριστές συγκεντρώσεις να αναγκάζουν πολλούς να μένουν στο σπίτι;