Εισαγωγή :
Το κείμενο δεν γράφτηκε για να έρθει στον ωραίο μας κόσμο και να χαϊδέψει κακομαθημένα αυτιά, να φιλήσει χέρια  κομματικής εξουσίας. Γράφτηκε ανήσυχα, ζόρικα, άφοβα, σαρκαστικά, με θυμό και φόβο, και κυρίως με πνεύμα ελεύθερο σε στιγμές απόλυτου έρωτα με την ελευθερία. Είναι μια συγγραφή που σέβεται τον εαυτό της και τους γύρο της. Είναι επίσης ένα κείμενο που σίγουρα θα βρει αμέσως  εχθρούς. Πιστεύω όμως ότι θα κάνει και πολλούς φίλους  και αυτοί θα είναι από την πλευρά εκείνων που πιστεύουν ότι οι αλήθειες, το πικρό χιούμορ και οι αποκαλύψεις είναι η δική τους δύναμη και η δική τους δικαίωση στο χωροχρόνο. Έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν συμπάθησα και δεν ταυτίστηκα με καμία εξουσία, ήμουν πάντα από τους «από κάτω» και στους «από κάτω» που είναι μπουχτισμένοι, οργισμένοι, τρελαμένοι με τους «από πάνω» το κείμενο αυτό, προσπαθεί να καταθέσει ερμηνείες του σήμερα με βάση συμβάντα του χθες….
Όσο ρομαντικό κι αστείο κι αν ακούγεται στις μέρες μας, ανήκω στους ενωτικούς της Αριστεράς. Το όνειρό μου είναι μια μεγάλη Αριστερά. Ο βασικός της κορμός δεν μπορεί να είναι άλλος από τον απλό καθημερινό άνθρωπο της Αριστεράς, όπου κι αν ανήκει ή ψηφίζει σήμερα. Θέλω και προτείνω, να ανοίξει άμεσα ένας διάλογος με όλα τα τμήματα της Αριστεράς. Τόσο το ΚΚΕ όσο και ο Συνασπισμός αλλά και τμήματα που είναι αριστερότερα,  έχουν πράγματα να πουν και σ’ ολόκληρο το φάσμα των οργανωμένων και μη ανθρώπων της Αριστεράς υπάρχουν  ενδιαφέρουσες φωνές… Να  που ο Μαρξ στις μέρες μας δικαιώνεται ! και μάλιστα με κραυγαλέο τρόπο. Γι’ αυτό λέω να τον ξανακοιτάξουμε με σημερινό μάτι. Γι’ αυτό ζητάω διάλογο ανάμεσα στους φορείς της Αριστεράς, επειδή χρειάζεται μια νέα μαρξιστική ανάλυση της σημερινής πραγματικότητας. Και σε αυτό χρειαζόμαστε όλοι, δεν περισσεύει κανείς…

Α. Διαπιστώσεις :
1 Τι έγινε η αριστερά του 20ου αιώνα; Δυστυχώς αυτή η αριστερά ηττήθηκε και πρέπει να το πάρουμε σοβαρά απόφαση. Η αριστερά που έδωσε αξιοπρέπεια στην εργασία, καθημερινό πολιτισμό στον απλό άνθρωπο, η δύναμη που έμπασε τις μάζες στην πολιτική, λύγισε. Τη λύγισε η υπεροψία της. Η ανάγκη της να σηκώσει μόνη της στη μικρή της πλάτη τις αμαρτίες του κόσμου. Η αδυναμία της να επιτρέψει στον εαυτό της και τους άλλους το δικαίωμα στη διαφορετικότητα, το δικαίωμα στο λάθος. Μια Αριστερά που, είκοσι χρόνια τώρα, καταναλώνεται στα μικρά, τα ασήμαντα κι απουσιάζει απ’ τα μεγάλα, τον αγώνα και τις αγωνίες των απλών ανθρώπων. Μια Αριστερά που πέτυχε και δύο αντιφατικά εκ πρώτης όψεως κατορθώματα που, στην πραγματικότητα, προϋποθέτουν το ένα το άλλο. Κατάφερε και να περιθωριοποιηθεί στο πολιτικό σύστημα  και ταυτόχρονα να ξεπέσει σε καθεστωτική του συνιστώσα έτσι ώστε κάποιοι να διασφαλίζουν τις σχέσεις τους με την εξουσία και την πολιτική τους σταδιοδρομία …. Το σημαντικότερο ίσως πρόβλημα που καθορίζει (αλλά και περιορίζει) ένα μέρος της Ελληνικής αλλά και Ευρωπαϊκής Αριστεράς είναι ότι επί πολλά χρόνια τώρα τα προτάγματά της δεν υπερβαίνουν τα όρια του αστικού φιλελευθερισμού. Επί πολλά χρόνια τώρα έχουμε μία κατ’ όνομα Αριστερά που έχει ενταχθεί στο σύστημα, όχι μόνον χωρίς πια να προσπαθεί να το ανατρέψει, αλλά ούτε καν να το μεταρρυθμίσει.
2. Από την άλλη οι επαναστάτες, οι αιρετικοί και οι άτακτοι δεν είναι κατανοητοί και πολύ περισσότερο δεν είναι αρεστοί σε καμία ιδεολογία και στα συντεταγμένα πολιτικά κόμματα της αριστεράς αλλά και στις κάθε λογής εξουσίες τους.
3. Όταν ένα κόμμα της Αριστερά κάνει συνεργασίες με άλλα κόμματα, άλλοτε η συνεργασία αυτή βαφτίζεται «ιδεολογική» προσέγγιση, και άλλοτε στηλιτεύεται ως ταξική προδοσία … Ούτε όμως είναι σωστό για τους περισσότερους – αν και βολικό για ελάχιστους – ένα αριστερό κόμμα σήμερα να πατάει σε δύο βάρκες.
4. Πέρασαν, επίσης,  πολλά χρόνια από το 1968 και το 1991 για να κριθεί η καταγωγικότητα του κάθε αριστερού. Πολλοί προερχόμενοι απ’ το ΚΚΕ κατέληξαν στο… ΠΑΣΟΚ κι άλλοι, προερχόμενοι απ’ το ΚΚΕ Εσωτερικού, νοιώθουν ότι η ανανέωση πλέον γέρασε, ότι δεν μπορεί να είναι πλέον αίτημα – ανανέωση, τίνος;
5. Η αριστερά σήμερα μένει, δυστυχώς, στην οπισθοφυλακή μιάς διαρκούς υποχώρησης, παύοντας στην ουσία να είναι αριστερά. Όπως από καιρό έπαψε να είναι αριστερά, η αριστερά που αναζητούσε το «νέο» στη διαχείριση του καπιταλισμού.
6. Την ίδια στιγμή γύρω μας υπάρχει σκηνικό χάους. Το σύστημα του δικομματισμού, όπως το γνωρίσαμε, δυσκολεύεται να πετύχει την αναπαραγωγή του και να οργανώσει μια νέου τύπου συναίνεση. Αυτό που συνέβαινε στο παρελθόν και είχε πάρει χαρακτηριστικά φυσικού νόμου, σήμερα δεν είναι εύκολο να επαναληφθεί. Μέχρι το 2009 η πολιτική ζωή είχε μια κανονικότητα. Το μοντέλο διακυβέρνησης με την εναλλαγή στην εξουσία των δύο παρατάξεων λειτουργούσε. Όταν το ένα σκέλος του δικομματισμού κατέρρεε , τη θέση του καταλάμβανε το άλλο προσφέροντας τη διέξοδο στους απογοητευμένους ψηφοφόρους. Σήμερα όμως, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της διαχειριστικής ανεπάρκειας των κομμάτων εξουσίας, ακόμη και το αγαθό της πολιτικής σταθερότητας, που ήταν το βαρύ πυροβολικό του δικομματισμού, έχει χάσει την προωθητική ισχύ του.
7. Απέναντι από αυτή τη λαίλαπα του τρικομματισμού (τετρακομματισμού αύριο;) βρίσκονται τα κόμματα της αριστεράς : Πρώτο το Κ.Κ.Ε. που δεν συνεργάζεται με κανέναν. Θείο δώρο, λένε αρκετοί, για το πολιτικό κατεστημένο της χώρας, που έχει βρει σ’ αυτό το δημοκρατικό του άλλοθι. Στόχος του ΚΚΕ να πιάσει κάποτε την αυτοδυναμία στις εκλογές για να επιβάλει το σοσιαλισμό στην Ελλάδα.  Στο μεσο – διάστημα, καταγγέλλει την πλουτοκρατία, που πρέπει να πληρώσει τα σπασμένα και οργανώνει άψογες διαδηλώσεις.  Δεύτερος ο ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ, με τον έντονο καταγγελτικό λόγο του, που κατηγορείται από ολόκληρο το κατεστημένο, δεξιό και αριστερό, ότι κρύβεται πίσω από τα σπασίματα στις διαδηλώσεις και ότι οι συνιστώσες του συγκρούονται μεταξύ τους, ενώ  η εσωτερική κομματική δημοκρατία θεωρείται ελάττωμα σε μια Ελλάδα, της δήθεν πολιτικής ευπρέπειας και της σύνταξης ανεξαιρέτως όλων πίσω από τον κομματικό αρχηγό. Ο αντιμνημονιακός του λόγος είναι έντονος, αλλά κι αυτός δεν έχει να παρουσιάσει ένα βραχύ ή μεσοπρόθεσμο σχέδιο ανακούφισης των Ελλήνων και απαλλαγής τους από τη μάστιγα των τριών κομμάτων της Δεξιάς. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται  να συνεχίσω με τα άλλα μικρότερα κόμματα – κομμάτια και θρύψαλα – της αριστεράς…
8. Η κρίση αντιπροσώπευσης είναι διάχυτη. Οι δυσαρεστημένοι πολίτες ψάχνονται. Οι περισσότεροι τηρούν στάση αναμονής και συνωθούνται στην κατηγορία των αναποφάσιστων. Κάποιοι μεταναστεύουν στα μικρότερα κόμματα, κυρίως αυτά της ιστορικής (ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ) και της μεταρρυθμιστικής αριστεράς (ΔΗΜ.ΑΡ.). Δεν το κάνουν όμως με ενθουσιασμό. Η πριμοδότηση είναι περιστασιακή.  Πόσο ελκυστικός προορισμός μπορεί να είναι κόμματα που επιμένουν να ομφαλοσκοπούν και να συγκρούονται μεταξύ τους για το «ιερό δισκοπότηρο», αντί να αναζητούν τρόπους προκειμένου να βάλουν στην άκρη όσα τα χωρίζουν, δίνοντας ελπίδα και προοπτική σ’ έναν κόσμο που βυθίζεται στην απελπισία;
Β. Προβληματισμοί :
Η ανανέωση της πολιτικής δεν γίνεται με αστέρες ή μεσσίες και καμιά φορά οι ερασιτέχνες της πολιτικής είναι πιο χρήσιμοι από τους επαγγελματίες. Η ανανέωση γεννιέται, γαλουχείται κι ενηλικιώνεται μέσα από τις φρέσκες πολιτικές ιδέες και τις συνεπείς και διαφανείς διεργασίες.
Οι πολιτικές συμμαχίες δεν αποδυναμώνουν τα κόμματα, ίσα-ίσα μπορούν κάλλιστα να αναδείξουν τη φυσιογνωμία τους και να πιστοποιήσουν την ταυτότητά τους, με τρόπο σίγουρο και ξεχωριστό. Αρκεί να είναι συμμαχίες και συνεργασίες και όχι διχαστικά μέτωπα και κάλπικες συμπαρατάξεις της ψηφοθηρικής επιβουλής και κομματικής επιβολής του ισχυρότερου. Άλλο συνεργάζομαι κι άλλο απορροφούμαι! Στην αριστερά που δεν μπορεί να τα βρει, αν το ζητούμενο είναι η κυριαρχία του ενός τότε με γεια μας με χαρά μας. Όταν πνίγεται κόσμος δεν του διαβάζεις το «κομμουνιστικό μανιφέστο» (για να ξέρει γιατί πνίγηκε) αλλά προσπαθείς να σωθεί. Αν τώρα σωθεί του διαβάζεις (ή ακόμα καλύτερα διαβάζει μόνος του) το «κομμουνιστικό μανιφέστο» και πνίγει ο ίδιος αυτούς που πήγαν να τον πνίξουν.
Θα ήθελα λοιπόν να βασισθώ σε όλα τα παραπάνω  για να αναπτύξω κάποιες σκόρπιες σκέψεις μου για το πώς αντιλαμβάνομαι εγώ την ανάγκη για άμεση συνεργασία της ευρύτερης πολιτικής Αριστεράς, δηλαδή κατ’ ουσία του ΚΚΕ και του ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ, την ύστατη αυτή ώρα που ο λαός δεν έχει χρόνο να παρακολουθήσει τα μαθήματα της κομματικής καθοδήγησης για να καλλιεργήσει σταδιακά επαναστατική προλεταριακή συνείδηση ικανή να οδηγήσει σε μια ειρηνική επανάσταση που – ειδυλλιακά για κάποιους – θα εγκαθιδρούσε μόνο του το ΚΚΕ στην εξουσία. Απαντά όμως αυτή η προσέγγιση στο ερώτημα πόσο χρόνο θέλει αυτό για να συμβεί; Σίγουρα όχι. Όπως δεν θα απαντούσε αντίστοιχα σε μια προοπτική κυβέρνησης του ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ, αν το σύστημα και τα γκάλοπ του, συνέχιζαν να του δίνουν εκείνα τα αφύσικα(;) υψηλά ποσοστά του 2008. Το χειρότερο όμως είναι ότι τέτοιου είδους σκέψεις και σχεδιασμοί δείχνουν να μην λαμβάνουν υπόψη τους ότι δεν έχουμε πλέον καθόλου χρόνο για να συμβούν. Δεν γίνεται επί πολύ ούτε διαρκώς να μεγαλώνουμε τα παιδιά μας μες στην ανέχεια οι τίμιοι, για να μεγαλώνουν τα κέρδη τους οι ανεγκέφαλοι. Με λίγα λόγια και για να μην ονειροβατούμε το πολιτικό ερώτημα που τίθεται είναι αν η Αριστερά έχει επιτέλους τη βούληση να πάρει την εξουσία μέσα από εκλογές και να αλλάξει το ρουν της ιστορίας υπέρ του λαού ή όχι. Η ένωση – ηθελημένη ή μη – των νεοφιλελεύθερων δυνάμεων παρέχει πλέον μια μοναδική ευκαρπία στην Αριστερά να προβάλλει όχι μόνο σημασιολογικά αλλά και πρακτικά – πολιτικά ως αντίπαλο δέος στο σημερινό σύστημα εξουσίας. Υπάρχουν, πράγματι, δεδομένες διαφορές στα κόμματα της Αριστεράς, το ζήτημα λοιπόν είναι αν αυτές μπορούν να ξεπεραστούν, ώστε να δοθεί η ευκαιρία στον λαό να καταφύγει στη μοναδική πολιτική διέξοδο που του έχει μείνει για να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα που του επιβάλλει η κυβέρνηση των εγκάθετων πολιτικών – και εσχάτως τραπεζιτών – δηλαδή την ανάληψη της εξουσίας από μια δημοκρατική φιλολαϊκή αριστερή κυβέρνηση μέσα από την κορυφαία δημοκρατική πράξη, τις εκλογές. Μπορούν οι ηγεσίες της αριστεράς να δώσουν μια σκληρή απάντηση σε όσους διαδίδουν ότι «ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι η ευρύτατη Αριστερά θα διαθέτει πλειοψηφία, πώς θα συνεργαστούν τα πολλά και αλληλομισούμενα κόμματά της;»
Πιστεύω ότι χρειάζεται μια επανεκκίνηση με δημόσια οριοθέτηση των «κόκκινων γραμμών» που σίγουρα έχουν σημεία επαφής,  αν όχι όλων των περισσότερων, σε μια στέρεη βάση. Το ζητούμενο προφανώς δεν είναι η ομοφωνία αλλά ο διάλογος και η δημιουργική σύνθεση των αποκλίσεων σε μια ενιαία πολιτική γραμμή, έτσι ώστε να είναι σαφής η άποψη την οποία θα έχει η αριστερά στο σύνολό της. Μια πολιτική που θα καταδεικνύει ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό γι’ αυτή την κρίση. Εκείνοι που την δημιούργησαν ή οι εργαζόμενοι; Και εδώ απαιτούνται καθαρές απαντήσεις, όχι μεσοβέζικες στάσεις. Η αριστερά οφείλει να σηκώσει το γάντι και να δώσει την απάντησή της με τα μάτια στραμμένα, όχι στο «εθνικό συμφέρον» των τραπεζιτών, αλλά στις ανάγκες του κόσμου. Καμία ηγεσία, κανενός κόμματος της αριστεράς, δεν μπορεί να κωφεύει για πάντα στο αίτημα προς την αριστερά να διατυπώσει με τον πιο αξιόπιστο (άρα και ενωτικό) τρόπο την πρότασή της για το πώς μπορεί να αποκρουστεί και να ανατραπεί αυτή η ακραία επίθεση κατά του μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας.
Γ. Προτάσεις :
Αν θέλουμε να είμαστε αριστεροί, είμαστε αναγκασμένοι να οργανώσουμε τους τρόπους για να προσεγγίσουμε ο ένας τον άλλο, όλο και πιο πολύ – αυτό είναι η πολιτική, η πολιτική της αριστεράς εναντίον της βαρβαρότητας. Η παγκοσμιοποίηση είναι μια πραγματικότητα που καθημερινά μας θέτει ερωτήματα που περιμένουν αριστερές απαντήσεις. Η ανανέωση της δημοκρατίας, η μείωση του δημοκρατικού ελλείμματος στην παγκόσμια πολιτική σκηνή πρέπει να είναι μια από τις βασικές προτεραιότητες. Η δεύτερη προτεραιότητα είναι η ανάγκη θέσπισης νέων κανόνων για τη ρύθμιση των αγορών. Δεν μπορεί να υπάρξει αριστερά χωρίς να έχει ένα σχέδιο συνάντησης και συνεργασίας των λαών. Αν αυτή η παγκοσμιοποίηση δεν μας αρέσει – που δεν μας αρέσει – ας αρχίσουμε να επεξεργαζόμαστε το σχέδιο μιάς άλλης. Άλλη μια προτεραιότητα της αριστεράς πρέπει να είναι η αύξηση της κοινωνικής πρόσβασης στις νέες τεχνολογίες. Οι νέες τεχνολογίες, ειδικά στις επικοινωνίες και την πληροφορική, δίνουν σήμερα τη δυνατότητα στην αριστερά να προτείνει ένα νέο μοντέλο οργάνωσης της κοινωνικής και επαγγελματικής ζωής. Είναι άμεση η ανάγκη να μικρύνει το νέο χάσμα που δημιουργείται, η νέα «φτώχεια», που δεν είναι άλλη από την αδυναμία πρόσβασης στις γνώσεις και τις πληροφορίες που σήμερα αυξάνονται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Δεν μπορεί να υπάρξει αριστερά όταν αυτή μένει πίσω από τον πολιτισμό. Οι παραπάνω θεωρώ ότι είναι μερικές από τις προϋποθέσεις για να ξαναβρεί η αριστερά το περιεχόμενό της και να ανανεώσει τις αξίες της. Να οδηγήσει, δηλαδή, τον κόσμο ακόμη ένα βήμα μπροστά όπως είναι υποχρεωμένη να κάνει από το γενετικό της κώδικα.
Η Αριστερά έχει μακρά ιστορία και, ως εκ της ανήσυχης φύσης της, πολλές διαφορές στο εσωτερικό της. Κανείς δεν ζητά να αρθούν αυτές οι διαφορές – «ας μπουν στο ψυγείο και σε είκοσι χρόνια τις ξαναβγάζουμε», όπως λένε και οι Γερμανοί αριστεροί, «αν έως τότε δεν τις έχουμε ξεπεράσει». Υπάρχουν όμως δέκα-είκοσι βασικά θέματα, στα οποία και η Αριστερά και οι σύμμαχοι της Αριστεράς μπορούν να συμφωνήσουν σε μια κοινή βάση. Όπως η υγεία, η εκπαίδευση, η ασφάλιση, το περιβάλλον, η έρευνα, το φορολογικό σύστημα, η ενέργεια κ.λ.π. Κανένας αριστερός δεν περισσεύει απ’ αυτή την προσπάθεια και καιρός είναι από την ιστορία μας να αξιοποιήσουμε το χρήσιμο, ξεπερνώντας πικρίες, αγκυλώσεις, μαξιμαλισμούς και αυταπάτες. Αυτό όμως για να μπορέσει να γίνει θα πρέπει οι ηγεσίες των κομμάτων της αριστεράς και οι «διαφωτιστές» των κομμάτων τους να σταματήσουν άμεσα να «δηλητηριάζουν» τα μέλη και τους οπαδούς τους ενάντια στην ενότητα με τη «αναβάθμιση» παλιών διαφορών ή την «έντεχνη» δημιουργία νέων … είναι χαρακτηριστική άλλωστε η καθυστέρηση με την οποία αναγνωρίζουν τα λάθη τους …
Η  προσχώρηση της Ν.Δ. στο μνημονιακό μπλοκ, αποδεικνύει αυτό που ήταν γνωστό εξαρχής, ότι δηλαδή μόνο η αριστερά μπορεί να εκφράσει μια εναλλακτική και ανταγωνιστική προς το Μνημόνιο στρατηγική, και να ανοίξει νέους δρόμους. Όμως ένας τέτοιος ρόλος δεν είναι χωρίς απαιτήσεις. Ασφαλώς η γενίκευση της κρίσης και τα ρήγματα στον δικομματισμό προσφέρουν στην αριστερά νέα, ευρύτερα ακροατήρια, με ζωηρό ενδιαφέρον για τις θέσεις της. Όμως το κοινό αυτό δεν ενδιαφέρεται για τις εσωτερικές έριδες της αριστεράς, αλλά για τις προοπτικές που αυτή μπορεί να δώσει. Τώρα, που σύσσωμη η πολιτική και οικονομική ελίτ, καθώς και η πανεπιστημιακή και η μιντιακή ελίτ και οι περισσότεροι από την ελληνική «κουλτούρα», ρητά ή σιωπηρά επιδοκιμάζουν τη χούντα της υπερεθνικής ελίτ («για να μην καταστραφούμε»!) και συμπαρατάσσονται σε ένα Μαύρο Μέτωπο, η διάκριση «αυτοί» ή «εμείς» γίνεται περισσότερο φανερή παρά ποτέ. «Αυτοί», οι ελίτ και τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα, και «εμείς», η μεγάλη πλειονότητα του λαού, κυρίως στα λαϊκά στρώματα, που θα πληρώσουν πολύ ακριβά τη μετατροπή της χώρας και σε τυπικό προτεκτοράτο. Αυτονόητη, επομένως, και η μοναδική διέξοδος από τον ολοκληρωτικό εξανδραποδισμό μας ως λαού στα χέρια της υπερεθνικής ελίτ και των «ανθρώπων της» στην Ελλάδα: η δημιουργία ενός παλλαϊκού Μετώπου Εθνικής και Κοινωνικής Απελευθέρωσης που θα ενώσει όλους, ανένταχτους ή οργανωμένους, κάτω από ένα ελάχιστο πρόγραμμα με κοινούς στόχους τη μονομερή έξοδο από την Ε.Ε. (όχι απλά το ευρώ), την άρνηση πληρωμής του Χρέους και την άμεση απαλλοτρίωση του ιδιωτικοποιημένου κοινωνικού πλούτου, μαζί με τα απαραίτητα συμπληρωματικά μέτρα.
Από αυτήν την άποψη ένα κοινό πεδίο δράσης των αριστερών δυνάμεων μπορεί να βασισθεί σε κάποιες αναντίρρητες πολιτικές προτεραιότητες, τις οποίες μόνο ιδεαλιστικές και μονολιθικές προσεγγίσεις της πολιτικής και της πραγματικότητας μπορούν να αγνοήσουν. Περιγραφικά και εν συντομία αυτές είναι:
1. Άμεση δημοκρατική ανάληψη της εξουσίας από την Αριστερά με προοπτική τετραετίας και πρόθεση ριζικής συνταγματικής αλλαγής για αποκατάσταση του δημοκρατικού χαρακτήρα του πολιτεύματος. Πρώτος στόχος η κατάργηση όλων των νομοθετημάτων που έχουν ταυτίσει το κράτος δικαίου με το δίκαιο του αστικού κράτους της κυρίαρχης οικονομικο-πολιτικής ελίτ.
2. Άρνηση πληρωμής του καταχρηστικού δανείου με επιστροφή στη δραχμή, αν αυτό κριθεί απαραίτητο μετά από τα δεδομένα που θα προκύψουν από την άρνηση πληρωμής. Απαραίτητη προϋπόθεση η κρατικοποίηση των τραπεζών.
3. Άμεση τιμωρία των πολιτικών και οικονομικών παραγόντων, που φέρουν τη βασική ευθύνη της σημερινής κατάντιας, και αναδιανομή του κλεμμένου πλούτου τους προς όφελος του δημοσίου.
4. Άμεση ενίσχυση του χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος μέσω της κατάργησης των φορομπηχτικών μέτρων για τους μη έχοντες και μεσοπρόθεσμης αναδιανομής του πλούτου στη βάση στοχευμένων φορολογικών ελέγχων που θα επικεντρωθούν στους γνωστούς–άγνωστους έχοντες και κατέχοντες, στην ευρύτερη αστική τάξη δηλαδή.
5. Άμεση δημοκρατική και φιλολαϊκή εξυγίανση του δημόσιου τομέα από όλες τις αγκυλώσεις που τον καθιστούν αναποτελεσματικό όχι για τα συμφέροντα των βιομηχάνων και των καναλαρχών, αλλά του λαού.
6. Πλήρη αποκατάσταση του κράτους προνοίας και άρση στοχευμένης προσπάθειας πλήρους ιδιωτικοποίησης της υγείας και της παιδείας, των δύο πλέον θεμελιακών αγαθών της κοινωνίας.
7. Κοινωνική ευαισθητοποίηση των λαϊκών στρωμάτων για ουσιαστική συμμετοχή στον κοινό αγώνα ανάτασης της χώρας στο πλαίσιο ενός νέου φιλολαϊκού κοινωνικού συμβολαίου, που θα αποτινάξει τον ραγιαδίστικο ατομισμό, όπως τον εξέθρεψαν οι αστικές, καπιταλιστικές ελίτ της μετεμφυλιακής περιόδου.  Αυτά για αρχή …..
Το ζητούμενο και κλείνω μ’ αυτό, από μια κοινωνία που ασφυκτιά ανάμεσα σε σενάρια καταστροφής, δεν είναι πώς θα επιλέξουμε ανάμεσα στο ένα ή στο άλλο σενάριο καταστροφής. Το ζητούμενο για μια κοινωνία που βλέπει παντού αδιέξοδα δεν είναι πώς θα επιστρέψουμε στη μια ή την άλλη μορφή του παρελθόντος. Το ζητούμενο είναι πώς θα ανοίξουμε, και για την αριστερά και για την κοινωνία, νέους δρόμους μέσα από τη συνεργασία, τον ειλικρινή διάλογο, την κοινή δράση και την ενότητα, παρά τις διαφορές, με βάση τις ανάγκες του παρόντος και του μέλλοντος, και όχι τις διαχωριστικές γραμμές ή τις προκαταλήψεις του χθες.
Εξακολουθώ ακόμη να πιστεύω ότι μια Αριστερά, πολυσυλλεκτική, δημοκρατική με την αληθινή έννοια του όρου, με ισχυρούς δεσμούς με την κοινωνία που αγωνιά για το σήμερα και το αύριο, τόσο το δικός της όσο και των άνεργων παιδιών της, μια αριστερά σύγχρονη, τολμηρή, υπεύθυνη και καθημερινά απολογούμενη στους πολίτες, είναι ένας ρεαλιστικός στόχος, όχι γιατί τον απαιτούν οι καιροί και τον ευνοούν οι συνθήκες, αλλά γιατί τον απαιτούν – σήμερα, τώρα και όχι όταν ωριμάσουν οι συνθήκες  – οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι νέοι που δεν έχουν και δεν περιμένουν από πουθενά τίποτα καλύτερο.
Κάποιοι θα μου μιλήσουν πάλι για το ουτοπικό της σκέψης μου… Εγώ θα συνεχίσω να κυνηγώ την ρεαλιστική ουτοπία μου, γιατί θεωρώ ότι είναι ο μόνος έντιμος δρόμος για την ανατροπή της σημερινής κατάστασης. Φτάνει η ώρα που οι πολίτες  – όπως οι φοιτητές το ’73 στο Πολυτεχνείο – θα συμπεριφερθούν σαν «ώριμα τέκνα της ανάγκης» από ανάγκη και θα είναι κρίμα σ’ αυτό το μεγάλο κίνημα τα κόμματα της αριστεράς αντί να είναι ενωμένα και μπροστάρηδες να γίνουν οι ακόλουθοι …