Τρακοσ’ πενήντα μέρες καρναβάλι κουβαλάς
Μασκαρεμένε μου «Σωτήρα»,
άρμα η Ελλάδα,
εσύ να τρως σινιέ φιλέτο και Φουά γκρα
κι εγώ,  όλο το χρόνο φασολάδα…
Με μπαλωμένη φουστανέλα τριγυρνάς,
με ξεφτιλίζεις  και με δίνεις στις Βρυξέλλες.
Μια σιτεμένη φράου  απ’  το ζωνάρι σε τραβά,
γελάει σε βάρος μου κι εσύ της κάνεις τρέλες.
Φτιάχνεις τους νόμους, μες στην τσέπη  μου να μπεις,
χέρι να βάζεις και τον οβολό να παίρνεις,
όμως για ασφάλεια τα φράγκα σου μπορείς,
σε κάποια Μπάνγκα Ελβετική να σιγουρεύεις.
Με P.S.I. και με κούρεμα χοντρό,
δεν έχει μείνει τρίχα πια, στην κεφαλή μου,
φτιάχνεις το Σύνταγμα κουρέλι και ζητάς
να παραμένω σιωπηλός μες στο κελί μου.
Με είκοσι μπάτσους που τα μπόσικα κραταν’
δέκα σωφέριδες για να  γυαλίζουν  τ’ όχημα σου,
κάτι συμβούλους για να πάει καλά η δουλειά,
κάνεις κι εσύ περικοπές στα έξοδα σου…
Στημένος θίασος με παλιάτσους θλιβερούς,
κόντρα οι ρόλοι και γεμάτη η πλατεία,
μου λες να κάνω δέκα τούμπες στη στιγμή,
για να γελάσει η ευγενής σου πελατεία.
Πρώτα μου παίρνεις απ’ τα χέρια το ψωμί
κι αφού πεινάσω τα συσσίτια οργανώνεις,
για  αλληλεγγύη  και για πρόνοια μου μιλάς,
τρύπια κουβέρτα στο παγκάκι σαν μου στρώνεις.
Για ένα  αυθαίρετο με τσίγκο κι ελενίτ,
μπουλντόζα στέλνεις γιατί είμαι παραβάτης,
ενώ τις βίλες μες στο δάσος της ελίτ,
τις προσπερνάς σαν αδιάφορος διαβάτης.
Παλάντζα βάζεις να μετρήσεις ακριβώς,
πολιτικά σου κόστη και προσωπικά οφέλη,
το μαγαζάκι σου κρατάς πάντα ανοιχτό,
το προσαρμόζεις όπως η αγορά σου θέλει.
Όταν θα ‘ρθουν οι εκλογές θα θυμηθείς το όνομά μου,
και ψήφο θα ‘ρθεις να ζητήσεις,
από τα τρία το μακρύ μου θα γευτείς
και σκέψου που την τύχη σου θ’ αναζητήσεις…
Όπως κι εγώ που φεύγω Ευρώπη και Αμερική
δουλειά να βρω μακριά απ΄ τα μέρη τα δικά μου,
για να μπουκάρουν ξαφνικά οι Γερμανοί,
αφού κρυφά τους έχεις δώσει τα κλειδιά μου.
Κι ο καλλιτέχνης που με οίστρο περισσό,
διαφημίζει την αριστοφανική του μάσκα,
με αγωνία κάποιες Τρίτες θα ρωτά,
αν έχει σπάσει της τηλεθέασης το χάσκα.
Και δεν γουστάρω σε επανάσταση σικέ,
μες στο τσαντίρι του να σβήνω την οργή μου,
γιατί ρε φίλε δεν τον άκουσα ποτέ  
μέσα στους δρόμους να στηρίζει τη φωνή μου…
Σαν τζάμπα μάγκας μες στο Facebook σιωπηλός,
θα κάνω «λάϊκ» σε επαναστατικά τραγούδια
και θα μοστράρουμε ένα αγωνιστικό προφίλ,
εγώ και χίλια άλλα νηστικά αρκούδια.
Σίμωσε  η μέρα και είναι ήδη αρκετά,
όλα όσα πήραν  μέσα στη σκυφτή ζωή μου,
μ’ όλους τους άλλους ανθρωπάκους θα ενωθώ
και θα ζητήσω πάλι πίσω την ψυχή μου.