Αφού τελειώσαμε με τις «γιορτές», ένα φετινό Πάσχα άχρωμο, άοσμο, με γρίπες, ιώσεις και με τα πολύ δυσάρεστα στην τοπική μας κοινωνία με την εξαφάνιση και τελικά τον άδικο χαμό του 23χρονου αγοριού…  Αφού σε όλους τους τόνους είδαμε και διαβάσαμε ότι οι γιορτές όπως τις ξέραμε με τις μεγάλες εξόδους έχουν πλέον τελειώσει για τον μέσο έλληνα, όταν τα μαγαζιά και οι επιχειρήσεις κλείνουν το ένα πίσω από το άλλο και όταν η επίσημη ανεργία αγγίζει το 23% ενώ στην πραγματικότητα οι άνεργοι έφτασαν, αν δεν έχουν ήδη ξεπεράσει, τους 1.500.000 έλληνες, φτάνουμε και στις εκλογές της 6ης του Μάη.


Αλήθεια οι επιτελείς των κομμάτων και οι εταιρείες δημοσκοπήσεων έκαναν ποτέ την απλή στον εαυτό τους ερώτηση  τι θα ψηφίσει το 23% των ανέργων οι οποίοι είναι όλοι ψηφοφόροι και κουβαλάν-επηρεάζουν  τουλάχιστον άλλο ένα μέλος της οικογένειάς τους, άρα το ερώτημα αφορά το 46% των ψηφοφόρων; Λογικά όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι σίγουρο ότι τουλάχιστον δεν θα ψηφήσουν τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα που μας κυβέρνησαν από 1974 μέχρι σήμερα και μάλιστα με ευρεία λαϊκή στήριξη της τάξης του 80%; Και οι υπόλοιποι, μισθωτοί, συνταξιούχοι, μικροεπαγγελματίες κ.λ.π. που τους ήρθαν όλα ανάποδα μέσα σε μόλις δύο χρόνια τι θα ψηφίσουν; Γιατί τελικά ποιος θα ψηφίσει ότι θέλει κι άλλες περικοπές, κι άλλα χαράτσια, κι άλλες σφαλιάρες; Δεν είναι τρελοί να μας ζητούν να αλλάξουμε σώνει και καλά φρόνημα και να καθίσουμε φρόνιμα για να σωθεί η πατρίς… δηλαδή αυτοί και ότι σάπιο και άδικο μέχρι σήμερα δημιούργησαν; Με αυτά τα «απλοϊκά» δεδομένα είναι πολύ πιθανό το σημερινό κυρίαρχο πολιτικό σύστημα να απειληθεί με καταποντισμό στις εκλογές της 6ης  του Μάη.
Όσο για τις δημοσκοπήσεις μένοντας στην τελευταία της περιόδου (της Public Issue)  έχω να παρατηρήσω ότι :
1ον. Οι γενικές τάσεις του εκλογικού αποτελέσματος έχουν ήδη διαγραφεί.
2ον. Η αποδυνάμωση του δικομματισμού προσλαμβάνει ιστορικές διαστάσεις.
3ον. Τα κόμματα της διακυβέρνησης δεν είναι πλέον σε θέση να θέσουν «εκβιαστικό δίλημμα» στο εκλογικό σώμα.
4ον. Το Μνημόνιο είτε μας αρέσει είτε όχι, συγκροτεί τη νέα πολιτική και κοινωνική διαίρεση του εκλογικού σώματος και
4ον. Η επόμενη Βουλή θα καταγράψει την κυριαρχία των αντιμνημονιακών διαθέσεων του εκλογικού σώματος, όπως αυτές διαμορφώθηκαν την τελευταία διετία.
Τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης τώρα :
ΚΟΜΜΑΤΑ
Ποσοστό
Περιθώριο                        σφάλματος                (+/-)
ΝΔ
19
1,5
ΠΑΣΟΚ
14,5
1,5
ΣΥΡΙΖΑ
13
1
ΔΗΜΑΡ
12
2
ΚΚΕ
11
1
Ανεξάρτητοι Έλληνες*
11
2
Χρυσή Αυγή*
5
1,5
ΛΑΟΣ
3
1
ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ
3
1
ΔΗΣΥ*
2
1
ΔΡΑΣΗ-ΜΑΝΟΣ*
2
1
ΑΝΤΑΡΣΥΑ*
1
1
Λοιπά
3,5
 
(*) Η μεθοδολογία που χρησιμοποιεί η Public Issue για την «εκτίμηση της εκλογικής επιρροής» προϋποθέτει την ύπαρξη χρονοσειράς είκοσι (20) τουλάχιστον μηνιαίων παρατηρήσεων. Η προϋπόθεση αυτή πληρείται σήμερα μόνο για τα παρακάτω κόμματα: ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΚΚΕ, ΛΑΟΣ, ΣΥΡΙΖΑ, ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ και ΔΗΜΑΡ. Τα εκτιμώμενα ποσοστά παρουσιάζονται με στρογγυλοποίηση των ποσοστών, με ακρίβεια μισής εκατοστιαίας μονάδας.
Επίσης να τονίσω εδώ ότι όλες οι δημοσκοπήσεις όπως και η τελευταία, ήταν ιδιαίτερα θετικές για την Αριστερά. Όχι μόνον επειδή ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ συναγωνίζονται στα ίσα ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., ούτε επειδή είναι τα δημοφιλέστερα κόμματα και κάνουν την καλύτερη αντιπολίτευση ούτε επειδή ο Τσίπρας καταγράφεται εξ ίσου κατάλληλος για πρωθυπουργός με τον Σαμαρά και με τον Βενιζέλο να προηγείται ελάχιστα. Το κυριότερο χαρακτηριστικό της μέτρησης είναι ότι οι ψηφοφόροι υποστηρίζουν για πρώτη φορά, τρεις βδομάδες πριν από τις εκλογές, πλειοψηφικά το αίτημα για κυβέρνηση της Αριστεράς.
Οι μνημονιακές δυνάμεις και η Αριστερά.
Όπως φαίνεται στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. ούτε μαζί κατορθώνουν να συγκροτήσουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Παρά την καλπονοθευτική διάταξη του μπόνους των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα, ο στόχος «ούτε 51% ούτε 151 έδρες» για τα δύο κόμματα είναι ρεαλιστικός. Γι’ αυτό κλιμακώνονται αντιδημοκρατικές παρεμβάσεις της τρόικας, όπως οι δηλώσεις των εκπροσώπων του ΔΝΤ και της Ε.Ε.
Δίνοντας τη γραμμή των μέχρι σήμερα κυρίαρχων δυνάμεων η εφημερίδα  «Το Βήμα» (25.3.2012) διατυπώνει με κυνική σαφήνεια πως θα (πρέπει να) κινηθούν οι πολιτικές εξελίξεις μετά τις εκλογές γράφοντας χαρακτηριστικά : «Οι προγραμματικές δηλώσεις της επόμενης κυβέρνησης έχουν ήδη ψηφιστεί από την (παρούσα) Βουλή. Το Μνημόνιο 2 είναι το πρόγραμμα της επόμενης τετραετίας. Μοναδική επιλογή (που εκκρεμεί) είναι το ποιος θα είναι ο ιδανικότερος εφαρμοστής του». Οι βασικοί άξονες του προγράμματος είναι γνωστοί και δεδομένοι : Εξουθενωτική λιτότητα για τον κόσμο της μισθωτής εργασίας. Απόλυτη συρρίκνωση της δημόσιας σφαίρας. Αυταρχική περιστολή της κοινωνικής και πολιτικής δημοκρατίας.
Η υλοποίηση αυτού του σχεδιασμού δεν είναι δεδομένη και δεν θα είναι γραμμική. Θα πρέπει να υπερνικηθούν οι κοινωνικές αντιστάσεις, να ανακοπεί η αύξηση της πολιτικής επιρροής της Αριστεράς, να διευθετηθούν εσωτερικές αντιφάσεις και ανταγωνισμοί, να κατασκευαστεί το κατάλληλο μίγμα καταστολής και ελέγχου των λαϊκών μαζών.  Θα επιχειρήσουν να εξουδετερώσουν τα αποσχιστικά πολιτικά μορφώματα που τεμαχίζουν τις παραδοσιακές παρατάξεις τους. Θα επιχειρήσουν να φιλοτεχνήσουν μια εικόνα για το μέλλον λιγότερο ζοφερή από την πραγματικότητα που συνδιαμόρφωσαν.  Κυρίως όμως θα επιτεθούν, ομονοώντας  στην Αριστερά. Το μέτωπο στην Αριστερά θα είναι το μόνο ευκρινές και επαρκές : ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δυσφημιστεί ως τυχοδιωκτική και ανεύθυνη δύναμη, το ΚΚΕ να απαξιωθεί ως γραφικός αγιογράφος ενός μέλλοντος που δεν συνιστά κίνδυνο για το παρόν και η  ΔΗΜ.ΑΡ. να αποδομηθεί με βάση τις αμφισημίες του πολιτικού της λόγου.
Για όλα τα παραπάνω και όχι μόνο, είναι καιρός – θεωρώ τη στιγμή ιστορική – η χώρα μας να αποκτήσει μια υπεύθυνη και θαρραλέα αριστερά, που δεν θα διαμαρτύρεται μόνο, αλλά θα προτείνει λύσεις και δεν θα φοβάται να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες, στη βάση ενός προοδευτικού προγράμματος, με αξιόπιστες πολιτικές και φερέγγυα πρόσωπα. Υπάρχει χώρος όχι μόνο για να μπει η Αριστερά ορμητικά στην ημερήσια διάταξη, αλλά και γιατί οι εργαζόμενοι ψάχνουν την άλλη πρόταση, ψάχνουν τη διέξοδο από τους μονόδρομους που έχουν επιβάλει η πολιτική και οικονομική ελίτ και διαπλοκή της χώρας, η Ε.Ε. και το ΔΝΤ. Υπάρχει άλλη πρόταση; Υπάρχει, αλλά είναι ακόμα τεμαχισμένη πάνω στα  τραπέζια των κομμάτων που την απαρτίζουν … είναι καιρός να μπει σε ένα τραπέζι και να γίνει πιο δυνατή και πιο συγκεκριμένη. Θα πρέπει όποιες από τις ηγεσίες της Αριστεράς δεν πήραν το μήνυμα να καταλάβουν ότι οι ψηφοφόροι της αριστεράς δεν θέλουν ούτε κοσμοκαλόγερους, για να τους παραπέμπουν  τα πάντα στο αύριο και ακόμη παραπέρα, ούτε θέλουν να εκχωρούν  τις ζωές τους στη λεηλασία των ορέξεων του κεφαλαίου. Ψηφίζοντας την Αριστερά ζητάνε οι ηγέτες της να παλεύουν  για να επιβάλουν λύσεις προς όφελος της εργατικής τάξης και των συμμάχων της σήμερα και όχι με την έλευση της Δευτέρας Παρουσίας. Αυτό απαιτεί ο κόσμος και γιατί η φύση μάς έχει δώσει δυστυχώς μόνο μία ζωή για να τα παραπέμπουμε όλα στο φωτεινό μέλλον.  Άλλωστε συμμαχία δεν πραγματοποιείται όταν απαιτείς από τον άλλο να συμφωνήσει μαζί σου σε όλους τους στρατηγικούς στόχους που θέτεις, ούτε συμμαχία κάνεις μόνο με τις δικές σου δυνάμεις. Εκτός εάν ο καθένας αρκείται στο εκλογικό του ποσοστό και στις καταγγελίες. Το καινούργιο, λοιπόν, δεν προκύπτει μόνο από την κριτική, χρειάζεται ρίσκο και δραστήρια συμμετοχή από περισσότερους.
Εάν αντί για αυτό ο καθένας επιδιώκει την όσο το δυνατόν καλύτερη εκλογική καταγραφή του κομματικού του μαγαζιού, τότε όχι μόνο είμαστε πίσω από τις ανάγκες των καιρών και του λαού μας, αλλά διαπράττουμε ένα από τα μεγαλύτερα ίσως λάθη στην ιστορία της Αριστεράς. Δεν είναι ώρα για «εμφύλιους» στην Αριστερά, ούτε για ρευστοποιήσεις, ούτε για περιχαράκωση της «πελατείας». Είναι ώρα όλα τα κόμματα της Αριστεράς να αντιπαραθέσουν αγώνα, προγράμματα και κοινή δράση. Η δυνατότητα να απαλλαγεί ο ελληνικός λαός από τον δικομματισμό και τις παραφυάδες του, καθώς και από όλο το σύστημα της υποτέλειας και της μειοδοσίας, υπάρχει. Το πρόβλημα βρίσκεται στο αν υπάρχει η ικανότητα να αξιοποιηθεί αυτή η δυνατότητα. Η νεοφιλελεύθερη ηγεμονία υποχωρεί. Και η Αριστερά, πολιτική και κοινωνική, παρά τα ομολογουμένως σημαντικά προβλήματά της, αρχίζει να πείθει. Και στο κάτω –κάτω όταν ένα αριστερό κόμμα έχει εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του, εμπιστοσύνη στις ιδέες του και ακλόνητη πίστη στα δίκαια του λαού μας και της φτωχολογιάς, τότε όχι μόνο δεν φοβάται αλλά και Μαρξιστικά-Λενινιστικά(*) επιβάλλεται να προχωρήσει σε συνεργασίες πάνω σε ένα πρόγραμμα σωτηρίας και ριζικών ανατροπών που θα ανοίγει νέες προοπτικές. Μια τέτοια δυνατότητα δίνεται στους λαούς μόνο μια φορά στα 50 χρόνια. Δεν είναι δυνατόν να κωφεύουμε όταν η Ιστορία χτυπά την πόρτα μας. Κι αν η Αριστερά δεν είναι παρούσα  στο προσκλητήριο των καιρών, η ζωή η ίδια, το πολιτικό γίγνεσθαι, θα την καταχωρίσει στους απόντες.
Υπ’ αυτή την έννοια, οι εκλογές είναι κρισιμότατες. Και οι πολίτες πρέπει να δώσουν σαφή μηνύματα προς όλες τις κατευθύνσεις ! Οι εκλογές μπορεί να αποδειχθούν πολλαπλά λαϊκό γεγονός, με πολλαπλούς αποδέκτες. Επιδίωξη όλων μας θα πρέπει να είναι  και να εκφραστεί στην κάλπη το ρεύμα κοινωνικής αγανάκτησης που ξεσηκώθηκε ως απάντηση στην ολέθρια πολιτική των Μνημονίων. Να μην έχουν τα μνημονιακά κόμματα, ούτε 51% ούτε 151 βουλευτές. Από το αποτέλεσμα των εκλογών της 6ης του Μάη δεν θα κριθεί μόνο το μέλλον της χώρας μας αλλά και το αύριο των παιδιών μας. Τρόϊκα, Ε.Ε., Ε.Κ.Τ. και ΔΝΤ, δύο χρόνια τώρα μας έχουν καταντήσει το πειραματόζωο της Ευρώπης και του κόσμου ολόκληρου. Ε’ είναι καιρός το πειραματόζωο  να αντιδράσει και να τους χαλάσει τα σχέδια. Ας χαράξουμε με την ψήφο μας τον δικό μας μονόδρομο που δεν είναι άλλος από το δρόμο της κοινωνικής δικαιοσύνης, το δρόμο της ενότητας, το δρόμο της δημοκρατίας, το δρόμο της λαϊκής κυριαρχίας.
(*) Λένιν : «Μπορείς να νικήσεις έναν πιο ισχυρό αντίπαλο, μόνο εντείνοντας στο έπακρο τις δυνάμεις και χρησιμοποιώντας υποχρεωτικά, με την πιο μεγάλη επιμέλεια, φροντίδα, προσοχή και επιδεξιότητα, έστω και την ελάχιστη, «ρωγμή» ανάμεσά στους εχθρούς… όπως και κάθε, έστω και την ελάχιστη, δυνατότητα να αποκτήσεις μαζικό σύμμαχο, έστω και προσωρινό, ταλαντευόμενο, ασταθή, αβέβαιο και συμβατικό. Όποιος δεν το κατάλαβε αυτό, δεν κατάλαβε ούτε κόκκο από τον μαρξισμό».