Για πάρα πολλά χρόνια το χωριό μας, οι Γόννοι, ήταν γνωστό σε ολόκληρη την περιοχή και όχι μόνο,  ως «καπνοχώρι», γνωρίζοντας μια οικονομική ανάπτυξη που κατά τη γνώμη μου ναι μεν είχε μια «σταθερότητα» αλλά δεν ήταν και ότι καλύτερο, αν το εξετάσει κανείς και κοινωνιολογικά. Γιατί αυτή η σταθερότητα   με μοναδικό εισόδημα αυτό του καπνού – στις δεκαετίες κυρίως του ’50-’60-’70, σε μια Μεταεμφυλιοπολεμική Ελλάδα, με τον «Μπεντερμέ» (τον κρατικό ελεγκτή του Οργανισμού Καπνού) και τον έμπορα να κάνουν ότι θέλουν κι ότι τους έλεγαν οι ντόπιοι κομματάρχες – για τόσα πολλά χρόνια, με τη συνήθεια να πιάνει λεφτά ο παραγωγός μια φορά το χρόνο – κάθε Πάσχα – δυστυχώς κατά την ταπεινή μου γνώμη δημιούργησαν ανθρώπους όχι ανοιχτούς στις εξελίξεις τις αγροτικής ανάπτυξης και μάλλον συντηρητικούς θα έλεγα. Έτσι παρά το καλό κλίμα της περιοχής για άλλες καλλιέργειες, όπως θερμοκηπιακές, κ.ά. αυτό δεν κατέστη δυνατό με αποτέλεσμα να έρθουν οι επιδοτήσεις, να έρθουν η Ε.Ε. και η ΚΑΠ, να σβήσει η αγροτική παραγωγή και μαζί μ’ αυτήν και τα καπνά των Γόννων.
Τα χρόνια έχουν περάσει, πλέον, και ο καπνός δεν παίζει πια κανένα ρόλο στην οικονομική ζωή του χωριού μας. Ωστόσο η ιστορία παραμένει, τόσο στις μνήμες όσων καπνοπαραγωγών βρίσκονται ακόμα εν ζωή, τόσο σε εμάς τους πενηντάρηδες και εξηντάρηδες που παιδιά τότε, βοηθούσαμε με τον τρόπο μας στην όλη παραγωγική διαδικασία, όσο και στα λιγοστά ευρήματα της εποχής που αφορούσαν την καλλιέργεια του καπνού και σήμερα βρίσκονται στο Λαογραφικό Μουσείο. Ένα παρελθόν για το οποίο όλοι πρέπει να είμαστε περήφανοι και όλοι πρέπει να το διατηρήσουμε στη μνήμη μας αλλά και να καταγράψουμε αναλυτικά, εντάσσοντάς το στην πρόσφατη ιστορία του τόπου μας.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο θέμα μας, την καπνοκαλλιέργεια, η οποία παρά τα πολλά αρνητικά της έθρεψε για πολλά χρόνια τις οικογένειες του χωριού, στήριξε και πλούτισε επαγγελματίες της περιοχής αλλά και μόρφωσε πάρα πολλά παιδιά φτωχών καπνοπαραγωγών, για τα οποία η φυγή από τη δύσκολη αυτή δουλειά ήταν το μεγάλο κίνητρο των σπουδών τους. (Στο τέλος του κειμένου ακολουθεί μια σειρά εικόνων που έχουν σχέση με τον καπνό). *Το άρθρο αναδημοσιεύτηκε από την εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» της Λάρισας στις 7 Ιούνη 2014.

Οι άνθρωποι ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με τα φυτά καπνού, περίπου 18.000 χρόνια πριν, όταν Ασιάτες μετανάστες διέσχισαν το Βερίγγειο Πορθμό, διαδίδοντας τις χαλαρωτικές ιδιότητες του καπνού. 18.000 χρόνια εξέλιξης της σχέσης του ανθρώπου με το καπνό έδωσαν γνώσεις τόσο για τη καλλιέργεια του φυτού όσο και για τη πρακτική του καπνίσματος. Σχετικά πρόσφατα ανακαλύψαμε όλοι μας το πόσο κακό μπορεί να προκαλέσει. Αρχικά ο καπνός έγινε γνωστός ως βοήθημα στις διάφορες τελετουργίες των ινδιάνων αλλά και για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες, καθώς τον χρησιμοποιούσαν για να σκοτώνουν τις ψείρες, ως εντομοκτόνο σε σοδειές και ως ήπιο αναλγητικό ή αντισηπτικό.
Στην Ελλάδα ο καπνός άρχισε να καλλιεργείται προς το τέλος του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα. Καλλιεργήθηκε αρχικά στη Μακεδονία. Από εκεί διαδόθηκε σχεδόν σ’ ολόκληρη την Ελλάδα. Ο καπνός αποτελούσε για πολλά χρόνια ένα από τα κύρια εξαγωγικά προϊόντα της χώρας μας, αφού εξαγάγαμε περίπου 80.000 τόνους ετησίως από τους 120.000 τόνους που ανερχόταν η συνολική παραγωγή μας (το 3% παγκοσμίως). Η συμμετοχή του καπνού στο γεωργικό εισόδημα της χώρας έφτανε στο 14% και στο 7% του συνολικού εισοδήματος (ΑΕΠ). Η καλλιεργήσιμη έκταση ξεπερνούσε το 1,2 εκατομμύρια στρέμματα, δηλαδή το 4% των καλλιεργήσιμων εδαφών.
Οι οικογένειες που ασχολούνταν με την καλλιέργεια του καπνού ξεπερνούσαν τις 200.000 ενώ αν προστεθούν και οι εργάτες, έμποροι κ.α. που ασχολούνταν γενικότερα με τον καπνό, φτάνανε τις 800.000 οικογένειες (περίπου το 1/8 του πληθυσμού της χώρας). Η αξία των εξαγωγών καπνού ξεπερνούσε το 50% του συνόλου των εξαγωγών μας. Με το συνάλλαγμα που εισέπραττε η Ελλάδα από την εξαγωγή των καπνών πριν τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, πλήρωνε όλα τα είδη διατροφής και τα υγρά καύσιμα που εισήγαγε από το εξωτερικό.
Σήμερα παράγονται στην Ελλάδα περίπου 80.000 τόνοι, μεγαλύτερο μέρος των οποίων προορίζεται για εξαγωγή. Η συντριπτική πλειοψηφία καλλιέργειας του καπνού γίνεται από μεγάλες εταιρίες, ωστόσο είναι ακόμα δυνατό να καλλιεργήσετε το δικό σας καπνό με λίγες γνώσεις και πολύ υπομονή.
Δύο είναι οι βασικοί τύποι καπνού τα Αμερικάνικα και τα Ανατολικά καπνά. Ο τύπος Virginia ανήκει στη κατηγορία των αμερικανικών. Κάθε φυτό έχει 25 περίπου φύλλα μεγάλου μεγέθους με χρώμα κιτρινωπό που οφείλεται κυρίως στη σύσταση του εδάφους των αγρών που καλλιεργείται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ανατολίτικου καπνού είναι ο Μπασμάς. Καλλιεργείται σε εκτάσεις της Μακεδονίας. Ανήκει στο είδος Nicotiana tabacum. Τα καπνά της Μακεδονίας και της Ξάνθης θεωρούνται από τα καλύτερα του κόσμου. Στην περιοχή μας τα τελευταία χρόνια καλλιεργήθηκαν οι ποικιλίες Καμπά-Κουλάκ και Virginia.
Η ιστορία του καπνού.
Πρόκειται για την ιστορία ενός «ιερού φυτού», που χάνεται στα βάθη των αιώνων, κατά τη διάρκεια των οποίων γίνεται γνωστό σε όλο τον κόσμο, με πολλαπλές χρήσεις και ποικίλες συμπεριφορές ως προς αυτό. Στο διάβα των χρόνων, το άλλοτε «ιερό φυτό», χάνει την αρχική του ταυτότητα και αποκτά τη νέα : γίνεται βιομηχανικό προϊόν. Και ο μύθος με τις μαγικές ιδιότητες του φυτού, παραχωρεί τη θέση του στον σύγχρονο μύθο της εμπορικής και βιομηχανικής αξίας του. Η ιστορία του είναι συναρπαστική. Για κανένα άλλο προϊόν του φυτικού βασιλείου δεν ειπώθηκαν, γράφτηκαν και έγιναν τόσα πολλά, όσα γι’ αυτό. Είναι το φυτό, που η ύπαρξή του συνδέθηκε με την ανακάλυψη μιας ηπείρου :
Ο Χριστόφορος Κολόμβος ταυτόχρονα με την ανακάλυψη της Αμερικής (1492), ανακάλυψε και τον καπνό. Εκτός από το γεγονός αυτό, ο καπνός συνδέθηκε και με την δραστηριότητα πάρα πολλών ετερόκλητων προσώπων : Ιερείς, βασιλείς, θαλασσοπόροι, εξερευνητές, κατακτητές, δούλοι, καλλιεργητές, έμποροι, λαθρέμποροι, βιομήχανοι, καπνεργάτες, καπνιστές, αντικαπνιστές, ερευνητές, επιστήμονες, λογοτέχνες, δικαστές, πολιτικοί και κυβερνήτες, επικέντρωσαν ο καθένας με το δικό του τρόπο, το ενδιαφέρον τους…
Η εξάπλωση του καπνού στην Ευρώπη αρχίζει από τα μέσα του 16ου αι., κυρίως λόγω των θεραπευτικών ιδιοτήτων, σχεδόν θαυματουργών, που του αποδίδονται. Είναι πολύ πιθανό στη διάδοσή του να συνέβαλε η βασίλισσα της Γαλλίας Αικατερίνη Μεδίκων, η οποία προκειμένου να ανακουφιστεί από τις κεφαλαλγίες της, δέχεται τον καπνό, που της στέλνει ο Jean Nicot, πρέσβης της Γαλλίας στην Πορτογαλία το 1560. Δέκα χρόνια αργότερα ο βοτανιστής Jean Liebault ονομάζει το φυτό Nicotiana tabacum, προς τιμή του Nicot.
Πληροφορίες για την εισαγωγή του καπνού στην Ελλάδα έχουμε από τις αφηγήσεις των περιηγητών. Το 16ο αι. σύμφωνα με το σύγγραμμα του Pouqueville «Περιηγήσεις στην Ελλάδα», η ελληνική γη δέχεται τους πρώτους σπόρους και βλαστάνουν τα πρώτα φυτά των μικρόφυλλων ελληνικών ποικιλιών. Αναφέρονται ως εισαγωγείς δύο Γάλλοι, που καλλιέργησαν τον καπνό στην περιοχή της Θεσσαλονίκης. Το 17ο αι. οι αναφορές για την καπνοκαλλιέργεια στην Μακεδονία και στην Παλαιά Ελλάδα πληθαίνουν. Ο Βαυαρός πρόξενος Strong σε σύγγραμμά του, αναφέρει, στα μέσα του 17ου αι. καπνοκαλλιέργειες στην Παλαιά Ελλάδα, στις περιφέρειες Λιβαδειάς, Άργους και Καλαμών. Η παραγωγή, όπως αναφέρει, έφθανε στις 450.000 οκάδες, που πουλιόταν προς περίπου δύο δραχμές η οκά.
Η ανάπτυξη της παραγωγής και του εμπορίου του καπνού, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της επεξεργασίας, διαλογής και εμπορικής δεματοποίησης. Για τον σκοπό αυτό δημιουργήθηκαν καπνομάγαζα – καπναποθήκες, όπου εργάζονταν εκατοντάδες γυναίκες και άνδρες καπνεργάτες.
Η καπνοκαλλιέργεια συνεχίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αι. Και ο καπνός γνωρίζει άλλοτε περιόδους αυξημένης ζήτησης, οπότε η αγροτική οικονομία τονώνεται και άλλοτε περιόδους κρίσης, οπότε δημιουργούνται δυσκολίες, εντάσεις και διαμαρτυρίες. Εδώ να αναφέρω ότι το πρώτο κλείσιμο των Τεμπών γίνεται από καπνοπαραγωγούς των Γόννων και της γύρω περιοχής, το 1995, οι οποίοι διαμαρτύρονταν για τις χαμηλές τιμές του προϊόντος. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο καπνός επέτρεψε την ομαλή σχετικά απορρόφηση των προσφύγων της Μ. Ασίας και του Πόντου, που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, είτε ως καλλιεργητές στα καπνοχώραφα είτε ως καπνεργάτες στα καπνομάγαζα.
Τα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου που ακολουθούν, θα συντρίψουν την ανθούσα καπνική οικονομία. Οι άνθρωποι, όπως σε όλη την Ελλάδα και στο χωριό μας αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της επιβίωσης. Η συλλογική μνήμη και οι προφορικές μαρτυρίες των ανθρώπων που βίωσαν αυτά τα «πέτρινα χρόνια», αναπαραστούν τη φτώχεια και την εξαθλίωση του τότε.
Αναφέρονται, όμως, και στην πρόοδο που συντελείται στα μεταπολεμικά χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων, χάρη στη μεγάλη προσπάθεια των καπνοπαραγωγών, η παραγωγή ανεβαίνει σταδιακά σε υψηλά επίπεδα. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από την μελέτη στατικών στοιχείων της περιοχής. Σταθμό στην τοπική ιστορία του καπνού αποτελεί η αναδιάρθρωση της καλλιέργειας. Στην αρχή της δεκαετίας του ’80, οι παραγωγοί θα οδηγηθούν από τα Καμπά-Κουλάκ στα Βιρτζίνια. Πρόκειται για μια ποικιλία καπνού, που αποτελεί τη βάση των αμερικάνικων τσιγάρων τύπου Blend, τα οποία κατέκλυσαν τη διεθνή αγορά. Αναγκαστικά, λοιπόν, οι καπνοκαλλιεργητές εγκαταλείπουν την παραδοσιακή καλλιέργεια και στρέφονται στη νέα, η οποία απαιτεί επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό και διαφορετικές τεχνικές παραγωγής, χαρακτηρίζεται όμως ιδιαίτερα αποδοτική.
Με την ανατολή του 21ου αι. ο καπνός γέρνει στη δύση του. Το 2006 με την εφαρμογή της ολικής και άμεσης αποσύνδεσης της πριμοδότησης από την παραγωγή, σχεδόν το σύνολο των καπνοπαραγωγών εγκατέλειψαν την καλλιέργεια. Εδώ ο καπνός τελειώνει για την περιοχή των Γόννων αλλά και για την Ελλάδα γενικότερα…
Το άρθρο αφιερώνεται στους καπνοπαραγωγούς γονείς μου, Ζήση και Ελένη Γουγουλιά και σε όλους τους καπνοπαραγωγούς της περιοχής μας.
Στοιχεία για το άρθρο πάρθηκαν από :
1.      Μαρία Ν. Αγγέλη, Δρ. Κοινωνικής Λαογραφίας : «Καπνός μια ιστορία αιώνων»
2.      Ιωάννη Αραμπατζή : «Ο καπνός στην Προσοτσάνη»
3.      Αριάδνη Στεφανίδου : «Η καλλιέργεια του καπνού»
4.      Μουσείο καπνού Καβάλας και

5.      Μουσείο καπνού Πεντάπολης.