Τέλος στην αγωνία χιλιάδων υποψηφίων των Πανελλαδικών εξετάσεων μπαίνει αφού αύριο το υπουργείο Παιδείας αναμένεται να ανακοινώσει τις βάσεις εισαγωγής στα ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας. Οι μέχρι τώρα εκτιμήσεις των ειδικών κάνουν λόγο για άνοδο των βάσεων σε όλα σχεδόν τα επιστημονικά πεδία, με αρκετές σχολές να μην πέφτουν και να διατηρούνται στα περσινά επίπεδα. Ελάχιστες θα είναι αυτές που αναμένεται να κινηθούν πτωτικά. Ο μεγαλύτερος συνωστισμός αριστούχων αναμένεται στη θετική και τεχνολογική κατεύθυνση.
Θέλω να συγχαρώ από τώρα όσους πετύχουν να μπουν σε σχολές των ΑΕΙ και ΑΤΕΙ της χώρας μας, να ευχηθώ σε νέους φοιτητές και σε γονείς καλή δύναμη, αλλά και να κάνω μια αναφορά στα της παιδείας μας τα τελευταία αυτά χρόνια, για την προοπτική και το μέλλον της …
Όλο και πληθαίνουν τα παιδιά που εγκαταλείπουν νωρίς κάθε προσπάθεια για σπουδές και οι μαθητές πλέον δεν πασχίζουν για καλό βαθμό. Γυρίζουν την πλάτη στο σχολείο, γιατί δεν έχει πλέον να τους προσφέρει αυτό που ως επαγγελματική προοπτική πρόσφερε στο παρελθόν. Από την άλλη το Υπουργείο Παιδείας, στο πλαίσιο του επιχειρούμενου «ρεκτιφιέ» της μεταγυμνασιακής δημόσιας εκπαίδευσης, αντιμετωπίζει χιλιάδες μαθητές ως «πλεονάζον προσωπικό» σε επιχείρηση που «εξυγιαίνεται» και … ετοιμάζει «μεγάλη παρέμβαση στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση» το σχέδιο της οποίας  θα κατατεθεί τον Σεπτέμβρη στην εθνική αντιπροσωπεία.
Όμως όσα επικοινωνιακά τρικ και αν επιχειρεί το υπουργείο, όσα λεκτικά πυροτεχνήματα και αν ξοδεύουν οι επιτελείς του υπουργείου Παιδείας, δεν πρέπει να διαφεύγει σε κανέναν ότι μόνιμος στόχος τους είναι η μείωση του προσωπικού και ένα αναλυτικό πρόγραμμα που θα «χωράει» μόνο τα μαθήματα αιχμής. Όμως, η «γραμμή» αυτή έχει ήδη σοβαρές συνέπειες στην πορεία του μαθητικού πληθυσμού και ιδιαίτερα στη μορφωτική συγκρότησή του. Και αυτό είναι φανερό, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, που η βαθιά οικονομική κρίση και οι πολιτικές της φτώχειας, της ανεργίας και της περιθωριοποίησης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού διαπερνούν την εκπαιδευτική διαδικασία και τις συνθήκες εκπαίδευσης δεκάδων χιλιάδων μαθητών στα ελληνικά σχολεία.

Την κατάσταση αυτή οπωσδήποτε έρχεται όχι να αναιρέσει, αλλά να πριμοδοτήσει η συνολική «γραμμή» της κυρίαρχης εκπαιδευτικής πολιτικής με το λεγόμενο νέο Λύκειο και την Τράπεζα Θεμάτων, τα νέα αναλυτικά προγράμματα, την κακότεχνη φροντιστηριοποίηση, τη μετάλλαξη της εκπαίδευσης σε φτηνή κατάρτιση, τη μαθητεία και βεβαίως τη βίαιη επιχείρηση μετάλλαξης των εκπαιδευτικών σε κακοπληρωμένους τεχνικούς.
Τα παιδιά και ως μαθητές ήδη βιώνουν ένα παρόν – και ένα μέλλον – που συντρίβεται ανάμεσα στις μυλόπετρες της ατομικής περιπλάνησης σε μια ακρωτηριασμένη εκπαίδευση και στην υπόσχεση μιας εργασιακής ερήμου έπειτα από αυτή. Βαθαίνει έτσι ένα αγεφύρωτο χάσμα μέσα στις σχολικές τάξεις : Δίπλα στα όλο και λιγότερα «άλογα κούρσας» που τινάζουν τις επιδόσεις στον αέρα, διαμορφώνονται οι «ουραγοί», μια μεγάλη ομάδα, ίσως η μεγαλύτερη μετά τη Μεταπολίτευση, παιδιών, κυρίως από τα λαϊκά στρώματα (γόνοι αγροτών, εργατών, μικροϋπαλλήλων και κατεστραμμένων μικρομεσαίων), τα οποία γυρίζουν την πλάτη στη σχολική εκπαίδευση σαν απάντηση στο γεγονός ότι η τελευταία δεν έχει πλέον να τους προσφέρει αυτό που, στο πεδίο των επαγγελματικών προοπτικών, πρόσφερε στο παρελθόν.

Το εφιαλτικό ερώτημα «γιατί να διαβάσω, δάσκαλε;» πλανάται ήδη σαν φάντασμα μέσα στις σχολικές τάξεις και λιπαίνει το έδαφος για μια πλήρη απαξίωση της γνώσης ακριβώς από τη γενιά εκείνη που τη χρειάζεται περισσότερο, για να αλλάξει τον εαυτό της και τον κόσμο …να ξελασπώσει το μέλλον της.